Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Ελληνική γλώσσα. Μέρος 7ο: Ελληνικές Διάλεκτοι

pontiaki_dialektos_272421727.jpg


 Μέρος  7ο: Ελληνικές διάλεκτοι


Μέρος 1ο,          Μέρος 2ο,         Μέρος 3ο,           Μέρος 4ο,     

Μέρος 5ο,          Μέρος 6ο,          Μέρος 7ο,



ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ: 15/09/2012
Γράφει Ευάγγελος ο Σάμιος

    

Σχόλιο ΠΑΖΛ:  Η Νέα Ελληνική Γλώσσα έχει πλήθος διαλεκτικών ποικιλιών, οι οποίες ομιλούνται εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου, και αποτελούν σημαντική πηγή για τη μελέτη της γλωσσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις διασώζουν δομές και χαρακτηριστικά τα οποία δεν εμφανίζονται στην Κοινή Νεοελληνική.
Τα τσακώνικα είναι επιβίωση της αρχαίας Λακωνικής και το μοναδικό γλωσσικό ιδίωμα, από αυτά που κρατούν από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους, το οποίο έμεινε ζωντανό- δηλαδή ομιλούμενο- τουλάχιστον στον Ελλαδικό χώρο. (Εκτός του Ελλαδικού χώρου παρόμοιους δεσμούς έχουν η  Ποντιακή, η Καππαδοκική και τα Ελληνικά της Νότιας Ιταλίας). Η σπανιότητα οφείλεται στο γεγονός ότι από τον 3ο αιώνα π.Χ. και εντεύθεν, όπως είναι γνωστό, επικράτησε στον ελληνικό κόσμο η Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική Κοινή, που προήλθε από την Αττική διάλεκτο και είχε υπερδιαλεκτικό χαρακτήρα.

Η παραταινάρια ( Μανιάτικη ) όπως και η τσακώνικη γλώσσα είναι άμεσα επιβιώματα της δωρικής διαλέκτου με εμφανή και τα λιγοστά νεότερα επιστρώματα μέσα στους αιώνες.

Τα Γρεκάνικα (Κατωιταλική ή Γρεκάνικη διάλεκτος) είναι η διάλεκτος της Ελληνικής που περιλαμβάνει Ιταλικά στοιχεία και ομιλείται στη Μεγάλη Ελλάδα της Νότιας Ιταλίας. Είναι κυρίως γνωστή ως Κατωιταλική διάλεκτος, ενώ οι ομιλητές της την ονομάζουν Γκρίκο (Grico) ή Κατωιταλική. Η Κατωιταλική είναι σε κάποιον βαθμό κατανοητή από τους ομιλητές της Ελληνικής γλώσσας, όπως είναι και φυσικό αφού οι ρίζες των δυο γλωσσών είναι οι ίδιες.

Η Ποντιακή διάλεκτος είναι η μία από τις δύο μικρασιατικές διαλέκτους ( η άλλη είναι η καππαδοκική διάλεκτος, που στις μέρες μας έχει, σχεδόν ολότελα, εξαφανιστεί ως ομιλούμενη και μόνο ως μουσιακή ή αρχειακή γλωσσική μορφή είναι πια αντικείμενο μελέτης).

Η Καππαδοκική διάλεκτος, όταν είχε ακόμη φυσικούς ομιλητές στον χώρο της, περιελάμβανε τρεις ομάδες ιδιωμάτων (με βάση γλωσσογεωγραφικούς παράγοντες): α) το ιδίωμα της Σίλλης (κοντά στο Ικόνιο), β) το ιδίωμα των Φαράσων (και άλλων έξι χωριών που βρίσκονταν στην ίδια κοιλάδα), και γ) το ιδίωμα της κυρίως Καππαδοκίας.

Κρητική διάλεκτος ονομάζεται η μορφή της νεοελληνικής που μιλιέται στην Κρήτη. Προέρχεται από την ελληνιστική κοινή. Η κρητική διάλεκτος απαντά σε γραπτή μορφή ήδη από τον 14ο αιώνα και κυρίως κατά την ακμή της κρητικής λογοτεχνικής παραγωγής (16ος αιώνας μέχρι τα μέσα του 17ου).

Τα βλάχικα, σύμφωνα και με τους ειδικούς γλωσσολόγους, είναι το σύνολο των διαλέκτων μίας μη ομογενοποιημένης και μη κωδικοποιημένης προφορικής γλώσσας. Η γλώσσα αυτή παραμένει μέχρι σήμερα προφορική. Δεν έχει αποκτήσει μία ενιαία μορφή, κοινά αποδεκτή, από όλες τις ομάδες των βλαχοφώνων.

Δεν υπάρχει «Αρβανίτικη διάλεκτος.»  Μέχρι το 1500μΧ, στα Άρβανα και σε όλη τη ΒΟΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟ ΜΙΛΟΥΣΑΝ ΜΟΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Αυτό το πιστοποίησαν δύο εθνολόγοι, τους οποίους είχαν προσλάβει οι… Αλβανοί, για να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξή τους. Το μόρφωμα που συνηθίστηκε να ονομάζεται «Αρβανίτικα» άρχισε να κατασκευάζεται μετά το 1500, όταν οι Βυζαντινές ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΕΣ ΦΡΟΥΡΕΣ, αντικαταστάθηκαν από τους Τούρκους, με Γκέκηδες ή Τόσκηδες και ήταν μια λύση ανάγκης  για να συνεννοούνται οι Ελληνοχριστιανικοί πληθυσμοί, με μια νέα κατάσταση εξουσίας. 
 Έχουμε λοιπόν τις παρακάτω ενότητες: