ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ: 24/06/2012
ΠΡΩΤΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ: 18/08/2012
ΠΡΩΤΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ: 18/08/2012
Γράφει Ευάγγελος ο Σάμιος
Σχόλιο ΠΑΖΛ στις 18/08/2012: Λόγω συμπλήρωσης της ανάρτησης με τα κείμενα των Εισηγήσεις των κυρίων Ηρ. Ρεράκης, Δ. Νατσού και Ηλ. Κρίσπου αναγκάζομαι να την διαιρέσουμε σε δύο μέρη, λόγω μεγέθους.
Το πρώτο θα περιέχει την 1η Συνεδρία και το δεύτερο την 2η Συνεδρία και την ημερίδα σε βίντεο από anavaseis.blogspot.com
Σχόλιο ΠΑΖΛ στις 24/06/2012: Θα σας παρουσιάσω όλη την ημερίδα με θέμα "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ"; που έλαβε χώρα στο Πολεμικό Μουσείο στις 19-05-2012. Διοργανώθηκε από την Εστία Πατερικών Μελετών
Έχουμε λοιπόν τις παρακάτω ενότητες ή καλλίτερα εισηγήσεις - παρεμβάσεις - χαιρετισμοί, όπως παρουσιάζονται στις δύο συνεδρείες της εν λόγω ημερίδας.
1. 1η Συνεδρία
2. 2η Συνεδρία
3. Η ημερίδα σε βίντεο
Ακολουθεί εισαγωγικό κείμενο και το πρόγραμμα της ημερίδας.
ΗΜΕΡΙΔΑ: "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ";
ΣΑΒΒΑΤΟ 19 ΜΑΪΟΥ 2012
Πραγματοποιήθηκε τὸ Σάββατο 19 Μαΐου 2012 ἀπὸ τὶς 16:00 τὸ ἀπόγευμα ἕως τὶς 21:30 τὸ βράδυ, ἡ Ἡμερίδα τῆς Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν μέ θέμα «ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ;» στὴν αἴθουσα Ἐκδηλώσεων τοῦ Πολεμικοῦ Μουσείου Ἀθηνῶν, ἡ ὁποία καλύφτηκε ραδιοφωνικά (91.2 FM) ἀλλά καί τηλεοπτικά (Web-TV) ἀπό τήν Πειραϊκή Ἐκκλησία, τήν ὁποία καί εὐχαριστοῦμε θερμά (καθώς καί τήν ΑΧΕΛΩΟΣ TV).
Ἡ ἐκδήλωση ξεκίνησε ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη» ἀπό ὅλους τους παρόντας. Ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Φωτόπουλος, Ἱδρυτικό μέλος τῆς Ε.Π.Μ. παρουσίασε τό θέμα τῆς ἡμερίδος «μέ ἀφορμή μία ἀκόμα κρίση παράλληλα μέ τήν οἰκονομική», ἕνα «Ὀργανωμένο χτύπημα κατά τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν». Στήν συνέχεια, ἀφοῦ εὐχαρίστησε ὅλους ὅσους συνέβαλαν στήν διοργάνωση τῆς παρούσης, ἡ Βυζαντινή χορωδία «Ἐν ψαλτηρίῳ» ἔψαλλε ἐπίκαιρους βυζαντινούς ὕμνους (ἀκοῦστε/δεῖτε τους ἐδῶ). Τέλος, μέ σύντομο χαιρετισμό του πρός τόν Πρωτοπρεσβύτερο π. Χρῆστο Κυριακόπουλο, ἐκπρόσωπο τοῦ Σεβασμιώτατου Μητροπολίτου Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καὶ Ὠρωποῦ κ. Κυρίλλου, τούς σεβαστούς πατέρες, τούς συνομιλητές, καί ὅλους ὅσους προσῆλθαν, ἀνακοίνωσε τήν ἔναρξη τῆς ἡμερίδος.
Πρός διευκόλυνση τῆς θεματικῆς κάλυψης τῆς ἡμερίδας, οἱ εἰσηγήσεις τῶν ὁμιλητῶν παρουσιάστηκαν σέ δυό συνεδρίες. Οἱ εἰσηγήσεις παρουσιάστηκαν μέ λίγο διαφορετική σειρά ἀπό τήν προγραμματισθεῖσα γιά πρακτικούς λόγους, ὄπως ἀναφέρουμε στήν συνέχεια.
Πρόεδρος-Συντονιστής: πρωτοπρ. π. Ἰωάννης Φωτόπουλος.
- Ἔναρξη—Χαιρετισμοί.
- Βυζαντινή χορωδία «Ἐν ψαλτηρίῳ».
- Πρωτοπρ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, Διδάκτωρ θεολογίας & φιλοσοφίας, Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν: «Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καί ἡ ἀστασίαστη θέση του στήν ἐθνική μας Παιδεία».
- Χαιρετισμός Προέδρου τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων, κου Ἠλία Φραγκόπουλου.
- κ. Ἡρακλῆς Ρεράκης, Καθηγητής χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς τοῦ Τμήμ. τῆς Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ:«Πολυπολιτισμικότητα καί Πολυθρησκευτικότητα: Τό νέο μεταπατερικό μοντέλο σχολικῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς».
- κ. Ἑλένη Βασσάλου, καθηγήτρια Θεολόγος: «Ριζικές μεταρρυθμίσεις στή θρησκευτική ἀγωγή ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας.
- Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος, Φιλόλογος - Θεολόγος, Ἱδρυτικό μέλος τῆς Ε.Π.Μ., «Ποιά ἡ προσωπικότητα τοῦ μαχίμου Θεολόγου καθηγητοῦ στήν ἐκπαίδευση».
- Παρέμβαση Ἀναστάσιου Μαρίνου, Ἀντιπροέδρου τοῦ ΣτΈ ἔ.τ. «Φάσεις τῆς πολεμικῆς πού ἀσκήθηκε σέ βάρος τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος τά τελευταῖα χρόνια ...».
- Διάλειμμα -
2η ΣΥΝΕΔΡΙΑ:
Πρόεδρος-Συντονιστής: πρωτοπρ. π. Ἀντώνιος Μπουσδέκης Πρωτοπρ.
- κ. Δημήτρης Νατσιός, Δάσκαλος, «Tό κακό θά μᾶς ἔρθει ἀπό τούς διαβασμένους. Θά βγοῦν πράγματα ἀπό τό Σχολεῖο πού ὁ νοῦς σας δέν φαντάζεται» (ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός).
- Πρωτοπρ. π. Λάμπρος Φωτόπουλος, Θεολόγος Νομικός, Mr.Κανονικοῦ Δικαίου, τέως δικηγόρος παρ᾽Αρείῳ Πάγῳ: «Παιδεία καί ἐλευθερία κατά τόν Ἅγιο Κοσμᾶ».
- Γεώργιος Ἠλ. Κρίππας, Καθηγητής Ἐλευθ. Πανεπιστημίου, Διδάκτωρ Συνταγματικοῦ Δικαίου, «Ἡ κατοχύρωση τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν».
- κ. Χρῆστος Παπασωτηρίου, Δικηγόρος παρ᾽ Ἀρείῳ Πάγῳ, ἱδρυτικό μέλος τῆς Ε.Π.Μ.: «Τό συνταγματικό δικαίωμα τῶν Ἑλλήνων γονέων γιά τή χριστιανική ἀγωγή τῶν Ἑλληνοπαίδων».
- Πρωτοπρ. π. Γεώργιος Εὐθυμίου, Ἐπίκουρος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, «Ποιμαντική ἀποστολή τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στήν ἐκπαίδευση».
- π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, Νομικός - Θεολόγος, Ἱδρυτικό μέλος τῆς Ε.Π.Μ.: «Μεταπατερικές παρεμβάσεις στίς Θεολογικές μας Σχολές – Τρόποι διακριτικῶν ἀντιδράσεων». [Σημείωση: Λόγω του ὅτι ἐξαντλήθηκε ὁ προβλεπόμενος χρόνος διάρκειας τῆς ἡμερίδας, ἀποφασίστηκε τελικῶς νά μήν παρουσιαστεῖ ἡ παροῦσα εἰσήγηση, τήν παραθέτουμε ἐδῶ καθώς τό θέμα εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό].
- Ἐρωτήσεις - Συζήτηση, Ἀνάγνωση πορισμάτων.
Ἐθνικός Ὕμνος.
1. Η 1η ΣΥΝΕΔΡΙΑ:
Πρόεδρος-Συντονιστής: πρωτοπρ. π. Ἰωάννης Φωτόπουλος.
1.1. ΕΝΑΡΞΗ - ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
Ἡ ἐκδήλωση ξεκίνησε ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη» ἀπό ὅλους τους παρόντας. Ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Φωτόπουλος, Ἱδρυτικό μέλος τῆς Ε.Π.Μ. παρουσίασε τό θέμα τῆς ἡμερίδος «μέ ἀφορμή μία ἀκόμα κρίση παράλληλα μέ τήν οἰκονομική», ἕνα «Ὀργανωμένο χτύπημα κατά τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν». Στήν συνέχεια, ἀφοῦ εὐχαρίστησε ὅλους ὅσους συνέβαλαν στήν διοργάνωση τῆς παρούσης, ἡ Βυζαντινή χορωδία «Ἐν ψαλτηρίῳ» ἔψαλλε ἐπίκαιρους βυζαντινούς ὕμνους (ἀκοῦστε/δεῖτε τους ἐδῶ). Τέλος, μέ σύντομο χαιρετισμό του πρός τόν Πρωτοπρεσβύτερο π. Χρῆστο Κυριακόπουλο, ἐκπρόσωπο τοῦ Σεβασμιώτατου Μητροπολίτου Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καὶ Ὠρωποῦ κ. Κυρίλλου, τούς σεβαστούς πατέρες, τούς συνομιλητές, καί ὅλους ὅσους προσῆλθαν, ἀνακοίνωσε τήν ἔναρξη τῆς ἡμερίδος.
1.2. Βυζαντινή χορωδία «Ἐν ψαλτηρίῳ», «ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ;»
Ἡ ἐκδήλωση ἄνοιξε την Βυζαντινή χορωδία «Ἐν ψαλτηρίῳ» πού ἔψαλλε ἐπίκαιρους βυζαντινούς ὕμνους.
[ΔΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ]
(ἀκοῦστε/δεῖτε ἐδῶ)
http://orthros.eu/index.php?option=com_content&view=article&id=379%3A-l-r-l-r&catid=36%3A2010-10-04-06-19-27&Itemid=154&lang=el
1.3. «Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καί ἡ ἀστασίαστη θέση του στήν ἐθνική μας Παιδεία»
Εἰσήγησις Πρωτοπρ. π. Γεώργιος Μεταλληνού, Διδάκτωρος θεολογίας & φιλοσοφίας, Ὁμοτίμου Καθηγητου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Ἡ πεῖρα τῶν δεκαετιῶν, πού κουβαλῶ στούς ὢμους μου, ἡ ἐπί 42 συναπτά ἒτη διακονία μου στόν χῶρο τῆς Παιδείας καί, κυρίως, ἡ κατά τήν τριετία τῆς κοσμητείας μου (2004-2007) συνεχής ἐπαφή καί -συνήθως- θηριομαχία μου μέ ὑπεύθυνα στελέχη τῆς διανόησης καί τῆς πολιτικῆς, μέ ἒχουν πείσει, ὃτι ὑπάρχει, κυρίως στούς χώρους αὐτούς, μόνιμη ἡ διάθεση νά διακοπεῖ κάθε σχέση τοῦ Λαοῦ μας μέ τήν παράδοση καί τήν ταυτότητά μας. Στὀ πλαίσιο αὐτῆς τῆς ἐπιδίωξης ἐντάσσεται καί ἡ ἒξωση τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τά Προγράμματα τῆς Ἐκπαίδευσής μας. Αὐτό δηλαδή, πού οἱ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας, ἒζησαν στό Σοβιετικό καθεστώς τους, ἀπειλεῖ ἐμᾶς μέσα στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη τοῦ ἐνθεΐζοντος Φραγκισμοῦ.
Εἰς πεῖσμα ὃμως ὃλων τῶν τεκταινομένων εἰς βάρος τοῦ Μ.τ.Θ., ἀκόμη καί ἀπό ἐπαγγελματίες Θεολόγους, θά τολμήσω νά μιλήσω γιά τήν ἐθνική σημασία τοῦ μαθήματος, γνωρίζοντας ὃτι ἰσχύει καί γιά τόν ὁμιλοῦντα, ὁ σχετιζόμενος μέ παρόμοιες περιπτώσεις λόγος τοῦ ἱ.Χρυσοστόμου: «Καί δόξω καταγέλαστος εἶναι τῶν τοιούτων ἐπιλαμβανόμενος». Ὃπως ὃμως ἐκεῖνος, θά συγχωρηθεῖ νά ἐπαναλάβω καί ἐγώ: «Ἀλλ᾿ ὃμως οὐ παύσομαι λέγων»...
1. Οἱ στρεφόμενοι κατά τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἰσχυρίζονται, ὃτι λειτουργεῖ ὡς «θρησκευτική κατήχηση βιωματικοῦ χαρακτήρα», «ἱκανοποιεῖ ἐν πρώτοις τήν στοχοθεσία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέσω ἑνός κρατικοῦ μηχανισμοῦ μεταδίδει τίς θρησκευτικές της πεποιθήσεις, ἀναζητώντας ἀκροατήριο» καί «κατά δεύτερον ἱκανοποιεῖ τό κράτος, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τήν θρησκεία [... } γιά τόν κοινωνικό ἒλεγχο μέσῳ τῆς ἠθικοποίησης τῶν πολιτῶν του». Ποιά εἶναι ἡ λύση; ἐρωτοῦν. Καί ἀπαντοῦν: «Κατάργηση τώρα»! (Ἀλ. Σακελλάριος, πανεπιστημιακός, «Ἐλευθεροτυπία», 8.1.2009). Πρόκειται γιά συνθηματολογία φυσικά, προσδιοριζόμενη ἀπό τό πνεῦμα καί τίς στοχοθεσίες τῆς εὐρωπαϊκῆς μετανεωτερικότητας καί τῆς σύμφυτης μέ αὐτήν Νέας Ἐποχῆς.
Εἶναι βέβαια γεγονός, ὃτι καί τό Μ.τ.Θ. ἀνήκει στόν ἐκπαιδευτικό προγραμματισμό τῆς Πολιτείας καί τῶν ἐπιδιώξεών της καί ὂχι στό ποιμαντικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῶν «διακριτῶν ρόλων» τους. Ποιό ὃμως ἦταν μέχρι πρόσφατα τό πνεῦμα τῆς Πολιτείας; Ὁ σκοπός τοῦ μαθήματος, ὃπως προσδιορίσθηκε μέ τόν Ν. 1566/1985 καί τίς ἀποφάσεις 3338/1995 καί 2176/1998 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας εἶναι: «Ἡ φανέρωση τῶν ἀληθειῶν τοῦ Χριστοῦ γιά τόν Θεό, γιά τόν κόσμο καί γιά τόν ἂνθρωπο, ἡ μ ύ η σ η (σημ. Γ.Δ.Μ., αὐτό σημαίνει βιωματική συμμετοχή) τῶν μαθητῶν στίς σωτήριες ἀλήθειες τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή... ἡ βίωση τῶν ἀληθειῶν τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστεως στίς συγκεκριμένες περιστάσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς τοῦ μαθητῆ, γιά νά βελτιώνεται συνεχῶς «ἐν σοφίᾳ, ἡλικίᾳ καί χάριτι (Λουκ. 2,52)», ὣστε νά καταξιωθεῖ «εἰς ἂνθρωπον τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. (πρβλ. Ἐφεσ. 4,13)». Αὐτά φυσικά, γράφθηκαν καί ἰσχύουν γιά τούς ὀρθόδοξους Μαθητές, γιά τούς ὁποίους -καί κατά τό Ὑπουργεῖο- τό Μάθημα εἶναι «ὑποχρεωτικό».
Ἐξ ἂλλου, ἡ ἀναφορά στό παύλειο χωρίο τῆς πρός Ἐφεσίους, βεβαιώνει ὃτι τό μάθημα ἐντάχθηκε ἒμμεσα μέν, ἀλλά δραστικά, καί ἀπό τήν Πολιτεία, στό κλίμα τῆς ποιμαντικῆς προοπτικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κατήχησης, ἀναγνωριζόμενο tacite ὡς προέκταση τοῦ κατηχητικοῦ ἒργου τῆς Ἐκκλησίας στόν χῶρο τῆς ἐκπαίδευσης, μέ τίς προϋποθέσεις καί δυνατότητες τοῦ σχολείου.
Ἀλλά τό 2003 ἒγινε ἀναδιατύπωση τοῦ «σκοποῦ» τοῦ Μ.τ.Θ., καθοριζόμενο –καί πάλι- ἀπό τήν Πολιτεία (ΦΕΚ 303/13.3.2003). Διαβάζουμε λοιπόν: «Ἡ διδασκαλία τοῦ Μ.τ.Θ. συμβάλλει Στήν ἀπόκτηση γνώσεων γύρω ἀπό τή χριστιανική πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική παράδοση. Στήν προβολή τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας ὡς ἀτομικοῦ καί συλλογικοῦ βιώματος. Στήν κατανόηση τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὡς μέσου νοηματοδότησης τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς. Στήν παροχή εὐκαιριῶν στούς μαθητές γιά θρησκευτικό προβληματισμό καί στοχασμό. Στήν κριτική ἐπεξεργασία τῶν θρησκευτικῶν παραδοχῶν, ἀξιῶν, στάσεων. Στήν διερεύνηση τοῦ ρόλου πού ἔπαιξε καί παίζει ὁ Χριστιανισμός στόν πολιτισμό καί τήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδας καί τῆς Εὐρώπης. Στήν κατανόηση τῆς θρησκείας ὡς παράγοντα πού συντελεῖ στήν ἀνάπτυξη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Στήν ἐπίγνωση τῆς ὓπαρξης διαφορετικῶν ἐκφράσεων τῆς θρησκευτικότητας. Στήν ἀντιμετώπιση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων καί τῶν μεγάλων συγχρόνων διλημμάτων. Στήν ἀνάπτυξη ἀνεξάρτητης σκέψης καί ἐλεύθερης ἒκφρασης. Στήν ἀξιολόγηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς παράγοντα βελτίωσης τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων».
Ἐπικροτοῦμε ἐξ ἂλλου καί τά ὑπογραμμισμένα «βασικά κριτήρια» γιά τήν ἒκθεση τῆς διδακτικῆς ὓλης: Ἀπαιτούμενη στάση ἀπέναντι στούς ἀλλόπιστους, τούς ἑτερόδοξους, τίς προβληματικές ἰδεολογίες καί τά ἀντίστοιχα κινήματα: «Ἒγκυρη ἐνημέρωση, ἀνάλυση, ἑρμηνεία. Συμπαράθεση ἀπόψεων (ἀμερόληπτη καί ἀντικειμενική). Σεβασμός τῶν ἐκπροσώπων τους. Ἀγωγή γιά μαρτυρία καί ὁμολογία ἢ διάλογο (ὃπου αὐτός εἶναι δυνατός), καθώς καί γιά ἂμυνα (ὃπου εἶναι ἀναπόφευκτο). Ἀποφυγή προσβλητικῶν χαρακτηρισμῶν, ὑποτίμησης, περιφρόνησης, γελοιοποίησης, πολεμικῆς καί φανατικῆς ἀντίθεσης ».
Σημασία, λοιπόν, ἒχει ὃτι ἡ Πολιτεία ἀποδέχεται μέ αὐτά καί συνιστᾶ τόν «ὁμολογιακό» χαρακτήρα τοῦ Μαθήματος, ἀκόμη δέ καί ὁ Συνήγορος τοῦ Πολίτη (Διαμεσολάβηση, ἀρ. 2141/2005 περί τῆς Ἐξομολογήσεως στά Σχολεῖα), πού παραδέχεται ὃτι βάσει τοῦ Συντάγματος «δέν ὑπάρχει λόγος νά εἶναι θρησκειολογικό, ἀλλά μπορεῖ κάλλιστα νά εἶναι ὁμολογιακό, ἀρκεῖ νά ἀφήνει περιθώρια γιά τήν ἐλεύθερη ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας τῶν μαθητῶν».
2. Ἡ ἐκκλησιαστική, λοιπόν, «κατήχηση» ὡς προσφορά τῆς ὀρθόδοξης πίστης καί παράδοσης γιά τήν ἐμπέδωση τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν σ᾿ αὐτήν, προϋποτίθεται καί στήν Ἐκπαίδευση. Αὐτό ὃμως ὀφείλει νά γίνεται μέ τήν ἀντικειμενικότητα καί κριτική μέθοδο τῆς ἐπιστήμης, ὡς προέκταση ὂχι τῆς ἐνοριακῆς κατήχησης, ἀλλά τῆς καλλιεργούμενης στά Πανεπιστήμια θεολογικῆς ἐπιστήμης. Τά πορίσματα τῆς ἀδέσμευτης ἀκαδημαϊκῆς ἒρευνας μεταφέρονται ἒτσι, στόν χῶρο τῆς πρωτοβάθμιας καί δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης, μέ τήν ἐλευθερία καί νηφαλιότητα τοῦ ἐπιστημονικοῦ λόγου.
Τό Μάθημα προσφέρει τήν ἱστορική πορεία καί παρουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, καί εἰδικά τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν λατρεία, τήν τέχνη καί τήν ζωή της. Ἡ προοπτική του εἶναι οἰκουμενική, ἀλλ᾿ ὂχι οἰκουμενιστική, στό πνεῦμα δηλαδή τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς Πανθρησκείας της. Τί σημαίνει οἰκουμενική; Αὐτονόητα τό Μάθημα θά παρουσιάσει, μέ τή μεγαλύτερη δυνατή ἀμεροληψία, τό ὀδυνηρό σχίσμα καί τήν διαφοροποίηση τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τή μία καί ἀδιαίρετη χριστιανική ἀρχαιότητα, τόν Παπισμό, καί ὃ,τι αὐτός σημαίνει, ὡς καί τήν προτεσταντική πολυδιάσπαση, χωρίς νά λείπει, φυσικά καί ἡ αὐτοκριτική γιά ὑπερβάσεις ἢ παραλείψεις ἐκπροσώπων τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Ἡ ὑποστηριζόμενη καί ἀπό Ὀρθοδόξους ἐμμονή στά ἑνοῦντα (αὐτό συμβαίνει καί στόν οἰκουμενικό Διάλογο) εἶναι παραπλανητική, διότι παραθεωρεῖ τήν θλιβερή τραγικότητα τοῦ σχίσματος, ἡ ἂρση καί θεραπεία τοῦ ὁποίου εἶναι δυνατή, ὃταν συνειδητοποιηθοῦν τά χωρίζοντα πού, ἐξελικτικά, ἐπέφεραν τήν πνευματική καί πολιτιστική ἀλλοτρίωση μεγάλου μέρους τῆς Χριστιανοσύνης καί τήν δημιουργία τῆς σημερινῆς Εὐρώπης. Ἡ ἐφαρμογή τῆς μεθόδου τῆς ἀποσιώπησης τῆς διαφορᾶς, ὃπως ἐνσαρκώθηκε στό διαβόητο βιβλίο τῆς ἱστορίας τῆς ΣΤ΄ Δημοτικοῦ, ὂχι μόνο εἶναι ἀντιεπιστημονική, ἀλλά καί παραπειστική, εἰσάγοντας κλίμα ἐξωπραγματικῆς μυθοπλασίας καί οἰκοδομώντας γνώση ἀναληθῆ καί γι᾿ αὐτό ἐπικίνδυνη.
Ἐξ ἂλλου, ἀναφερόμενο τό Μάθημα στά θρησκεύματα (θρησκεῖες, ὃπως συνήθως λέμε), δέν εἶναι δυνατόν νά μή διαφοροποιήσει τήν χριστιανική αὐθεντικότητα (πατερική Ὀρθοδοξία) ἀπό τήν θρησκεία. Βέβαια, πάντα κρίσιμος παραμένει ὁ τρόπος τῆς διδασκαλίας, πού εἶναι ἀνεπίτρεπτο νά ἐκτρέπεται σέ «θρησκευτικό ρητορισμό» θριαμβολογίας καί αὐτοδικαίωσης. Προσφέρουμε ἂλλωστε, τήν πίστη καί παράδοση τῶν Ἁγίων καί ὂχι τίς δικές μας ἀλλοτριωμένες συχνά πεποιθήσεις καί ἀπόψεις ὡς «ὀρθόδοξη» ἰδεολογία.
Μετά λοιπόν ἀπό αὐτά ἀναδύεται τό ἐρώτημα: Γιατί οἱ πρόσφατες παλινωδίες τῆς Πολιτείας; Ἂς μή λησμονοῦμε ὃμως τήν εὒστοχη ἐπισήμανση τοῦ σοφοῦ Λάϊμπνιτς, ὃτι «ἂν ἡ Γεωμετρία ἀπαιτοῦσε τρόπο ζωῆς, θά τήν εἲχαμε ἀποβάλει ἀπό τήν σχολική ἐκπαίδευση»! Αὐτό εἶναι τό πρίσμα θεώρησης τοῦ Μ.τ.Θ. ἀπό τούς πολεμίους του. Ἡ πολεμική –συνεπῶς- κατά τοῦ ὁμολογιακοῦ, κατά τά παραπάνω, χαρακτήρα τοῦ Μαθήματος ἀντιμάχεται τήν ἲδια τήν πατερική Ὀρθοδοξία, διότι ἀνατρέπει αὐτόχρημα κάθε ἀλλοτριωμένη χριστιανικότητα καί τήν στοχοθεσία τῆς Νέας Ἐποχῆς, τήν ὁποία διακονοῦν ἀκόμη καί Κληρικοί καί Θεολόγοι μας, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ. Ἡ καθαρά Ὀρθοδοξία ὃμως, προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες εἰλικρινοῦς συνάντησης καί διαλόγου μέ τά θρησκεύματα, π.χ. τό Ἰσλάμ, ἀπό ὃσο ἡ ἐκκοσμικευμένη δυτική χριστιανοσύνη.
3. Σ’ αὐτό τό σημεῖο προσκρούει, ἀκριβῶς, ἡ προτεινόμενη, ἒντονα μάλιστα, θρησκειολογική μετασκευή τοῦ μαθήματός μας, δῆθεν γιά τήν πλουραλιστική κοινωνία μας. Ἂλλωστε, σέ ὀρθοδόξους μαθητές ἀπευθύνεται τό μάθημα. Λησμονεῖται ἒτσι, ἡ ἐπιστημονική ἀρχή, ὃτι ἡ κατανόηση τῆς ἑτερότητας προϋποθέτει καλή γνώση τοῦ ἰδίου καί οἰκείου, μέ βάση τήν ἀριστοτελική θεμελίωση τῆς γνωσιολογίας στίς ἀρχές τῆς ὁμοιότητας καί τῆς ἀντίθεσης/διαφορᾶς.
Ὁ συνεχής ὃμως τονισμός, εὐκαίρως ἀκαίρως, ἀπό εἰδικούς, ἀλλά ἀδέξιους ἐρασιτέχνες τοῦ παιδευτικοῦ χώρου, τῆς ἀναγκαίας θρησκειολογικῆς μεταρρύθμισης τοῦ Μαθήματος ἀποβλέπει βασικά στήν μεταρρύθμιση τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τελικά στήν ἔξωσή τους ἀπό τόν χῶρο τῆς Κρατικῆς Ἐκπαίδευσης. Τό πρῶτο βῆμα σ᾿ αὐτήν τήν κατεύθυνση ἒγινε μέ τήν ἀνωτατοποίηση καί ἀνάδειξη σέ πανεπιστημιακές σχολές τῶν τεσσάρων «Ἐκκλησιαστικῶν Ἀκαδημιῶν», πού ἂνοιξαν τόν δρόμο στήν ἰδιωτικοποίηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς καί ἐκπαίδευσης. (Καί αὐτό δέν ἒχει σχέση μέ τήν ἱκανότητα τῶν διδασκόντων σ’ αὐτές Συναδέλφων).
Προϋπόθεση τῆς θρησκειολογικῆς μεταρρύθμισης τοῦ Μ.τ.Θ. εἶναι, ὃπως ἒχει ὑποστηριχθεῖ «ἡ ριζική ἀλλαγή τοῦ χαρακτήρα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν» καί (ζητεῖται) «εἲτε ἡ ὑπαγωγή τους στίς εὐρύτερες παιδαγωγικές, εἲτε ἡ μετεξέλιξή τους σέ σχολές ἀνθρωπιστικῶν σπουδῶν». Αὐτό βέβαια ἐπί δεκαετίες τώρα τό ὑποστηρίζουν καί Καθηγητές τῶν Σχολῶν μας. Πόσο δίκιο, λοιπόν, ἒχει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὃταν λέγει, ὃτι «τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα, οὐδείς παραβλάψαι δύναται» (PG 52, 459 ἑπ.)
Ἡ φύση ὃμως καί τό περιεχόμενο τοῦ Μ.τ.Θ. καί ἡ θέση του στό ἐκπαιδευτικό μας σύστημα σχετίζεται ἂμεσα μέ τόν τύπο ἀνθρώπου, πού ἐπιδιώκει ἡ Παιδεία/Ἐκπαίδευσή μας, πού ἀδιαφορώντας γιά τήν ἱστορική συνέχεια καί συνοχή τῆς κοινωνίας μας, στοχεύει, κατά τά φαινόμενα σέ μιά «κοινωνία οὐδέτερη» χωρίς ταυτότητα, χωρίς παραδόσεις, χωρίς ἱστορία, χωρίς συλλογικά βιώματα, χωρίς μεταφυσική ἐλπίδα» (Χρ. Γιανναρᾶς).
1. Μετά τόν ὁμολογιακό, ὑπό τίς παραπάνω προϋποθέσεις, ἰδιαίτερη σημασία ἒχει καί ὁ ἐθνικός χαρακτήρας τοῦ Μαθήματος, ἀναγνωριζόμενος καί αὐτός ἀπό τό Σύνταγμά μας, πού ὁρίζει, ὡς βούληση τοῦ Ἒθνους, τήν ἠθική, πνευματική καί φυσική ἀγωγή τῶν Ἑλλήνων, τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης καί τήν διάπλασή τους σέ ἐλεύθερους πολίτες (16,2). Τήν πρακτική διεύρυνση αὐτοῦ τοῦ αἰτήματος προσφέρει τό ἂρθρο 1, παρ. 1α, τοῦ Ν., 1566/1985, μιλώντας γιά τήν δημιουργία πολιτῶν, πού νά «διακατέχονται ἀπό πίστη πρός τήν πατρίδα καί τά γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης». Ὁ ἐθνικός χαρακτήρας σύνολης τῆς σχολικῆς μας παιδείας προσκρούει βέβαια στό ρεῦμα τοῦ φυλετικοῦ ἐθνικισμοῦ (19ος αἰ.) καί τοῦ διεθνισμοῦ (20ος αἰ.), πού νοθεύουν τόν ἀταξικό καί ἀντιπαραταξιακό πατριωτισμό, στά ὅρια τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἑτερότητας καί τῆς ἐλευθερίας της. Αὐτό εἶναι, ἂλλωστε, τό αὐθεντικό πνεῦμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν διαιώνιά του πορεία. Σήμερα ἡ ἀπειλή προέρχεται ἀπό τήν καλλιεργούμενη ἀν(τ)εθνικότητα καί τίς σαφῶς ἀντεθνικές θεωρίες, πού εἰσάγονται μεθοδευμένα στόν χῶρο τῆς ἱστορίας καί γενικότερα τῆς παιδείας. Ἡ Ὀρθοδοξία ὃμως συνδέει ἁρμονικά τήν ἐθνικότητα μέ τήν ὑπερεθνικότητα, ἰδιαίτερα στόν χῶρο τῆς λατρείας. Αὐτά πρέπει ἰδιαίτερα νά λαμβάνονται ὑπόψη, γιά τήν κατανόηση τῶν ὁποιωνδήποτε αρνητικῶν συμπεριφορῶν ἒναντι τοῦ Μαθήματός μας.
Ἡ ἰδιαίτερη σημασία τοῦ Μ.τ.Θ. στήν καλλιέργεια τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος, πού εἶναι συγχρόνως ὑπερφυλετικό καί οἰκουμενικό, φαίνεται σέ βάθος καί πλάτος στήν προβολή καί ἑρμηνεία ἀπό αὐτό τοῦ πολιτισμοῦ μας σέ ὃλες τίς ὄψεις του. Γι’ αὐτό ἀποκρούεται καί τό Μάθημά μας, μαζί μέ τήν Ἱστορία, ἀπό ἐκείνους πού ἀκολουθοῦν τήν ἒξωθεν χαρασσόμενη γραμμή τοῦ ἀντεθνισμοῦ καί κατεργάζεται τήν ἐκθεμελίωση τοῦ Ἒθνους, ὡς ὃρου καί ὡς φορέα συγκεκριμένου νοήματος. Στό πλαίσιο αὐτῆς τῆς πολεμικῆς σχετικοποιοῦνται καί βαθμηδόν ἀπονοηματοδοτοῦνται ἡ πίστη, ἡ ἱστορία, ὁ πολιτισμός, ἡ παράδοση καί κάθε στοιχεῖο τῆς ἐθνότητας καί ἐθνικότητας. Ἡ τεχνητή καί ἒξωθεν προωθούμενη πολυπολιτισμικότητα ἒχει ὡς στόχους τά μαθήματα τῶν Θρησκευτικῶν, τῆς Ἱστορίας καί τῶν Ἑλληνικῶν (γλώσσα), διότι προβάλλουν καί ἐνισχύουν τά κύρια συστατικά τοῦ Ἒθνους καί τῆς ἐθνικότητάς μας. Ἡ στάση, συνεπῶς, ἀπέναντι στά μαθήματα αὐτά, ἰδιαίτερα στό Μ.τ.Θ. , ἐλέγχει τήν ποιότητα τῆς πολιτισμικῆς μας συνείδησης.
Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, πού προσφέρεται στήν ἐκπαίδευση, εἶναι ἂρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν παγκόσμια ἱστορία καί ἰδιαίτερα τήν ἑλληνική. Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία ἂλλωστε, εἶναι μέρος τῆς ἱστορίας τοῦ πολιτισμοῦ. Ὁ χωρισμός τῆς Θεολογίας ἀπό τήν Ἱστορία εἶναι ξένος πρός τήν ἑλληνικότητα.
Ἐξ ἂλλου, εἶναι ἀδιανόητος κάθε διαχωρισμός τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ ἀπό τήν Θεολογία τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ τρόπου ζωῆς, πού παράγει.Ὃλη ἡ ζωή τοῦ Ἒθνους εἶναι διαποτισμένη ἀπό τό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνικότητα, ἑνωμένα σέ μία θεανθρώπινη ἓνωση, εἶναι μεγέθη ἀσύγχυτα μέν, ἀλλά καί ἀδιαίρετα δέ. Ἡ ἰσχυρότερη ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς εὐεργετικῆς γιά τό Ἒθνος ἑνότητας Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας προκύπτει καί ἀπό τόν θηριώδη ἀγώνα τῶν Νεοεποχιτῶν, ἀκόμη καί ἐπαγγελματιῶν Θεολόγων, γιά τόν διαχωρισμό τους, μέ τήν ἀποσύνδεσή μας ἀπό τό Βυζάντιο καί τήν ἱστορική καί πολιτιστική συνέχειά τους.
Γι᾿ αὐτό τό Μάθημά μας, πράγματι, δέν πρέπει νά ἒχει στενά ὁμολογιακό, οὒτε (ὃμως) καί γενικά θρησκειολογικό χαρακτήρα, ἀλλά κυρίως ἱστορικό. Τό μάθημα ἐνσαρκώνει καί ἐκφράζει σύνολο τόν πολιτισμό μας καί βοηθᾶ στήν κατανόηση τῆς ἐθνικῆς μας παράδοσης. Προσφέρει τά ἀναγκαῖα ἑρμηνευτικά κλειδιά γιά τήν προσέγγιση καί βίωση τοῦ πολιτισμοῦ μας (τοπωνύμια, ἑορτές, πανηγύρεις, ἒθιμα καί ὃλο τό περιεχόμενο τοῦ λαϊκοῦ βίου καί τῆς θρησκείας).
2. Παράλληλα ὃμως τό Μ.τ.Θ. συμβάλλει καί στήν παραγωγή πολιτισμοῦ, ὃπως ἂλλωστε καί ὃλη ἡ Ὀρθοδοξία. Ὁ πολιτισμός προϋποθέτει «τόν πολιτισμό τῆς ψυχῆς» κατά τόν Τόϋμπη. Λειτουργώντας σ’ αὐτό τό πλαίσιο, τό Μάθημά μας προβάλλει τίς σταθερές τοῦ πολιτισμοῦ, πού διακρατοῦν τήν ἐθνική ταυτότητα μας καί τήν ἰδιοπροσωπία μας, ὡς προϋπόθεση τῆς ἐθνικῆς συνέχειάς μας στόν ραγδαῖα μεταβαλλόμενο κόσμο τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς ἰσοπεδωτικῆς Παγκοσμιοποίησης. Βοηθεῖ ἒτσι, στήν ἀποφυγή τῆς ὁλιστικῆς συγχώνευσης καί διάλυσης στή νεοεποχίτικη πλανητική κοινωνία, καί τῆς μεταβολῆς τῶν Νέων μας σέ πλανητικούς ἀνθρώπους, οἰκονομικές δηλ. μονάδες τῆς παγκόσμιας ἀγορᾶς. Ἀλλ’ αὐτό ἀκριβῶς ἐπιδιώκουν οἱ πολέμιοι τοῦ Μαθήματος. Διότι τό κύριο διαφοροποιητικό στοιχεῖο μας ἀπέναντι στήν κατασκευαζόμενη νέα παγκόσμια κοινωνία, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ὃπως καί ὃλων τῶν Ὀρθοδόξων φυσικά. Ἡ αὐθεντική δέ, δηλ. ἀποστολική καί ἁγιοπατερική Ὀρθοδοξία, ποτέ δέν μπορεῖ νά δημιουργήσει πνεῦμα μισαλλοδοξίας καί φανατισμοῦ, διότι ἡ μαρτυρική συνείδηση πού δημιουργεῖ, ἐκφράζεται ὡς θυσία τοῦ Ὀρθοδόξου γιά τούς ἄλλους καί ὂχι τό ἀντίθετο, τό ὁποῖο συνιστᾶ μόνιμη πράξη τῶν δυνάμεων τοῦ κόσμου.Ὃταν καί ὃπου ὑπάρχουν ἀντίθετα δείγματα, ἁπλούστατα, δέν πρόκειται γιά Ὀρθοδοξία!
Τό Μ.τ.Θ. συνεπῶς, εἶναι μία δυνατότητα συνάντησης ὃλης τῆς εὐρωπαϊκῆς νεολαίας στήν ἀρχαία πολιτιστική ἑνότητά της. Συμβάλλει ἒτσι στήν πορεία πρός τήν εὐρωπαϊκή ἑνότητα, μέ μιά σταθερή βάση. Οἱ ὀρθόδοξοι μαθητές, ἐξ ἂλλου, θά σέβονται πολύ περισσότερο τούς πολιτισμούς τῶν εἰσερχομένων στό χῶρο μας Ξένων, ὃσο περισσότερο μάθουν νά σέβονται τόν δικό τους πολιτισμό, ὁδηγούμενοι σέ φιλικές καί φιλάνθρωπες σχέσεις μαζί τους.
Δέν πρέπει δέ νά λησμονεῖται, ὃτι ὁ ἐλληνορθόδοξος πολιτισμός, τόν ὁποῖο ἐνσαρκώνει καί μεταδίδει τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, βρίσκεται στή βάση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, συνδέοντας, ἒτσι, καί τούς Ὀρθοδόξους, ἀλλά καί ὃλη τήν Εὐρώπη, μέ τήν ταυτότητά της κατά τήν πρό τοῦ σχίσματος (11ος αἰ.) ἐποχή, παραπέμποντας στήν ἀρχαία Ἑνωμένη Εὐρώπη.
Βέβαια, δέν τρέφω ψευδαισθήσεις. Γνωρίζω, ὃτι οἱ ἂγευστοι τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς πατερικότητας, ἀκούοντας τίς ἐπισημάνσεις αὐτές, αἰσθάνονται φρικίαση. Αὐτό ὅμως πού μέ τρομάζει, εἶναι ὃτι ὑπάρχουν καί Θεολόγοι, πού συμμερίζονται αὐτήν τή στάση. Καί γι᾿ αὐτούς μέν εὒχομαι «ὁ Θεός νά τούς φωτίσει», γιά μᾶς δέ «καλόν ἀγώνα»!
[ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΚΑΙ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ - ΠΡΟΤΕIΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ Microsoft Internet EXPLORER ] (ἀκοῦστε/δεῖτε ἐδῶ)
http://orthros.eu/index.php?option=com_content&view=article&id=380%3Al-r&catid=36%3A2010-10-04-06-19-27&Itemid=154&lang=el
1.4. Χαιρετισμός Προέδρου τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων
Χαιρετισμός κου Ἠλία Φραγκόπουλου, Προέδρου τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων.
1.5. «Πολυπολιτισμικότητα καί Πολυθρησκευτικότητα: Τό νέο μεταπατερικό μοντέλο σχολικῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς».
[Εἰσήγησις Ἡρακλῆ Ρεράκη, Καθηγητου χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς τοῦ Τμήμ. τῆς Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ στήν ΗΜΕΡΙΔΑ: "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ"; ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 19-5-2012]
Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Ε Ι Ο Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο
Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν Ι Κ Η Σ
Θ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Σ Χ Ο Λ Η
Τ Μ Η Μ Α Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Η Σ
Θ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Α Σ
Η Ρ Α Κ Λ Η Σ Ρ Ε Ρ Α Κ Η Σ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ – ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ
Τ Η Λ. – F A X : 2310 997113 ΚΙΝ. 6936977074
E M A I L : irerakis@past.auth.gr
Θεσσαλονίκη, 04 Ἰουλίου 2012
YΠOMNHMA
ΠΡΟΣ
Ἱερὰ Σύνοδο Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
ΘΕΜΑ: Νέο πιλοτικὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν στὰ Θρησκευτικὰ καὶ
Ὁδηγὸς Ἐκπαιδευτικοῦ
ΚΟΙΝ.:
1. Ἱερὰ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδο Κρήτης
2.Ὑπουργὸ Παιδείας & Θρησκευμάτων, Πολιτισμοῦ & Ἀθλητισμοῦ
3. Μητροπολίτες ἑλληνικῆς ἐπικράτειας
4. Ἱερὲς Μονὲς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας
5. Συμβούλους Θεολόγων
6. Φορεῖς Θεολόγων
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Μὲ ἀφορμὴ τὸ δικαιολογημένο θόρυβο ποὺ ἔχει δημιουργηθεῖ στὸ θεολογικὸ κόσμο, μετὰ τὴ δημοσιοποίηση καὶ τὴν πιλοτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ Νέου Προγράμματος Σπουδῶν (ΠΣ) καὶ τοῦ Ὁδηγοῦ γιὰ τὸν Ἐκπαιδευτικὸ (ΟΕ) κατὰ τὸ σχολικὸ ἔτος 2011-2012 στὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν (ΜτΘ), μελέτησα διεξοδικά, ἀπὸ πλευρᾶς παιδαγωγικῆς καὶ διδακτικῆς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πλευρᾶς θεολογικῆς τὰ παραπάνω κείμενα.
Θεωρῶ χρέος μου, ὡς ἐν ἐνεργείᾳ Καθηγητὴς Παιδαγωγικῆς – Χριστιανικῆς Παιδαγωγικῆς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, ὡς Διευθυντὴς τοῦ Ἐργαστηρίου 2 Παιδαγωγικῆς – Χριστιανικῆς Παιδαγωγικῆς τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ, ὡς ὑπηρετήσας Θεολόγος Ἐκπαιδευτικὸς καὶ Σύμβουλος Θεολόγων στὴ Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση, πρωτίστως ὅμως ὡς χριστιανὸς ὀρθόδοξος, νὰ σᾶς ἐκθέσω τὶς παρατηρήσεις μου σχετικὰ μὲ τὸ σκοπό, τὸ περιεχόμενο, τὴν κατεύθυνση καὶ τὸν προσανατολισμό αὐτοῦ τοῦ προγράμματος.
1. Ὁ μύθος τῆς Πολυπολιτισμικότητας
α. Τὸ ὑπὸ συζήτηση ΠΣ προϋποθέτει τὴν ἀδιαπραγμάτευτη ἀποδοχή τῆς ἄποψης ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔχει μετατραπεῖ σὲ “πολυπολιτισμικὴ” χώρα. Ἐπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ἰσχυρισμοῦ, οἰκοδομεῖται ὅλη ἡ φιλοσοφία περὶ τῆς ἀναγκαιότητας τοῦ πολυθρησκειακοῦ του περιεχομένου. Δὲν ἀναφέρεται ὅμως, μὲ ποιὰ στοιχεῖα ὁδηγεῖται στὸ συμπέρασμα αὐτό, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἑλλάδα εἶναι πολυπολιτισμικὴ χώρα, ποιοί, δηλαδή, εἶναι αὐτοὶ οἱ πολιτισμοί, πλὴν τοῦ ἑλληνικοῦ καὶ ἐκείνου τῆς κοινότητας τῶν μουσουλμάνων τῆς Θράκης ποὺ εἶναι διακριτοὶ καὶ μὲ ζῶσα καὶ ἐνεργῆ παρουσία στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία. Στὴν πραγματικότητα, ἡ Ἑλλάδα δὲν ὑπῆρξε ποτὲ “πολυπολιτισμικὴ” χώρα μὲ τὴν ἔννοια, τὴν ποιότητα καὶ τὴν ἔκταση ποὺ ἐπιχειροῦν νὰ τὴν προσδιορίσουν οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ.
β. Ὁ ὅρος “Πολιτισμός” σημαίνει τὰ ὑλικά, τεχνικὰ καὶ πνευματικὰ ἐπιτεύγματα τῶν λαῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶναι ἡ θρησκεία, ἡ γλώσσα, ἡ παιδεία, ἡ φιλοσοφία, ἡ λογοτεχνία, ἡ ποίηση, ἡ τέχνη, τὸ δίκαιο, ἡ ἐπιστήμη, τὰ ἤθη, τὰ ἔθιμα, οἱ παραδόσεις, οἱ ἀξίες, τὰ πρότυπα, οἱ χοροί, τὰ τραγούδια κ.ἄ.
Ἡ “πολυπολιτισμικότητα”, ἐξάλλου, ἀφορᾶ στὴ συμβίωση καὶ στὴ συνύπαρξη κοινοτήτων μὲ διαφορετικοὺς πολιτισμούς, διαφορετικὲς ἢ αὐτόνομες πολιτισμικὲς ὀντότητες, παραδόσεις καὶ κώδικες, διαφορετικὲς κοινωνικὲς λειτουργίες κ.ἄ[1].
Τὸ μοντέλο τῆς “πολυπολιτισμικότητας” ἐφαρμόστηκε, ὄχι βέβαια μὲ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία, στὴν Ἀμερική[2], ὅπου, πραγματικά, σωρεύτηκαν καὶ ἑδράσθηκαν πολλοὶ λαοὶ καὶ πολιτισμοὶ καὶ ἀργότερα καὶ στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση[3].
γ. Βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ ὑπάρξει “πολυπολιτισμικότητα”, εἶναι “πολλοὶ πολιτισμοὶ” νὰ ἐκφράζονται καὶ νὰ ἐξελίσσονται στὸν ἴδιο τόπο καὶ χρόνο, ὑπὸ τὶς ἴδιες συνθῆκες. Αὐτὴ ἡ προϋπόθεση δὲν ὑφίσταται στὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα. Οἱ νόμιμοι οἰκονομικοὶ μετανάστες, ποὺ ἐργάζονται σὲ διάφορες περιοχὲς τῆς χώρας ἔχουν πλήρως ἐνταχθεῖ πολιτισμικά, ἐνῶ οἱ παράνομοι μετανάστες, ποὺ συσσωρεύονται ἐγκλωβισμένοι στὴν ἑλληνικὴ πρωτεύουσα καὶ σὲ ἄλλα ἀστικὰ κέντρα, ἀδιαφοροῦν ἐντελῶς γιὰ τὴν πολιτισμική τους ἔνταξη, περιμένοντας τὴν εὐκαιρία νὰ ἀναχωρήσουν πρὸς τὶς εὐρωπαϊκὲς χῶρες προορισμοῦ τους. Ἡ παρουσία συνεπῶς, ἀλλοδαπῶν στὸν ἑλληνικὸ χῶρο ἀπαιτεῖ συγκεκριμένες πρωτοβουλίες στὸ πλαίσιο μίας ἐκσυγχρονισμένης μεταναστευτικῆς πολιτικῆς, ἀλλὰ ἐπ᾿ οὐδενὶ δὲν ἀρκεῖ γιὰ τὸ χαρακτηρισμὸ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ὡς πολυπολιτισμικῆς.
δ. Ὁ ἰσχυρισμὸς τοῦ ΠΣ, ἐξάλλου, ὅτι ἐπιδιώκει ἕνα ΜτΘ, στὸ ὁποῖο «νὰ συμμετέχουν ὅλα τὰ παιδιά, χωρὶς καμιὰ διάκριση καὶ ἀνεξάρτητα ἀπό τή θρησκευτικὴ ἢ μὴ δέσμευσή τους»[4], μὲ τὴν αἰτιολογία - πρόσχημα νὰ καταπολεμηθεῖ ὁ ρατσισμὸς καὶ ἡ ξενοφοβία, εἶναι ἀβάσιμος. Στὴ χώρα μας, δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ τέτοιου εἴδους φαινόμενα, τουλάχιστον σὲ τέτοια ἔκταση ποὺ νὰ γεννοῦν σχετικὸ προβληματισμό. Τὸ 99% τῶν ἀλλοδόξων μαθητῶν παρακολουθοῦν διαρκῶς ὅλα τὰ προηγούμενα χρόνια τὸ ΜτΘ καὶ ζητοῦν νὰ βαθμολογοῦνται, ἐνῶ εἶχαν καὶ ἔχουν τὸ δικαίωμα τῆς ἀπαλλαγῆς.
Ἄλλωστε, δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἢ δημοσκόπηση ποὺ νὰ ἔχει διεξαχθεῖ εἴτε σὲ θεολόγους, εἴτε σὲ δασκάλους, εἴτε σὲ γονεῖς μαθητῶν, εἴτε στοὺς ἴδιους τούς μαθητές, ποὺ νὰ καταγράφει προβλήματα ἑτερότητας ἢ συμβίωσης μὲ τὸ διαφορετικὸ μαθητὴ καὶ νὰ συνηγορεῖ στὴν ἀναγκαιότητα ἀλλαγῆς τοῦ ΠΣ στὰ Θρησκευτικά.
ε. Ἀξίζει, σὲ κάθε περίπτωση, νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὸ ἴδιο τὸ νέο ΠΣ αὐτοαναιρεῖται στοὺς ἰσχυρισμούς του, ἀφοῦ ἐπισημαίνεται σ’ αὐτὸ ὅτι στὰ ἤδη διδασκόμενα βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν, ποὺ κυκλοφόρησαν τὸ 2006 «ἡ θρησκευτικὴ ὕλη προσεγγίζεται μὲ πνεῦμα διαλόγου, ἐλευθερίας καὶ καταλλαγῆς, χωρὶς ὁμολογιακὴ ἐμμονή, κατηχητισμό, φανατισμὸ ἢ μισαλλοδοξία. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ προσπάθεια τοῦ 2003-2006 ἀναδεικνύει ἕνα ΜτΘ ποὺ βοηθᾶ στὴν κατανόηση τῆς Παράδοσης καὶ ἐκφράζει τὸ θρησκευτικὸ πολιτισμό μας μὲ σεβασμὸ πρὸς κάθε ἑτερότητα»[5]. Δὲν κατανοεῖται ἑπομένως ὁ λόγος ποὺ τίθεται ἐκ νέου τὸ θέμα τοῦ σεβασμοῦ στὴν ἑτερότητα, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ ὑπεύθυνοι γιὰ τὴ σύνταξη καὶ τὴν ἔγκριση τοῦ ΠΣ καὶ τῶν σχολικῶν βιβλίων πρὶν πέντε χρόνια ἔγραφαν, ἀλλὰ καὶ τώρα ἀκόμα ἐπιβεβαιώνουν, ὅτι δὲν ὑφίσταται τέτοιο θέμα.
2. Ἡ μετατροπὴ τοῦ χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ σὲ πολυθρησκειακὸ
Τὸ νέο πιλοτικὸ ΠΣ μετατρέπει τὸ ΜτΘ σὲ ἕνα πολυθρησκειακὸ μάθημα, μὲ τὴ διδασκαλία ὀκτώ διαφορετικῶν θρησκευτικῶν ἐκδοχῶν ταυτόχρονα. Μὲ αὐτὸ τὸ περιεχόμενο, ἂν τὸ ΠΣ ἐφαρμοστεῖ στὰ ἑλληνικὰ Δημοτικὰ καὶ Γυμνάσια τῆς χώρας, πρόκειται νὰ προξενήσει σοβαρότατο πρόβλημα στὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν μαθητῶν. Εἰδικότερα:
α. Τὸ νέο ΠΣ στέκεται ἀρνητικὰ στὴν πίστη τῶν παιδιῶν, ἐνῶ ἀναφέρεται θετικὰ ἀπέναντι σὲ μία γενικὴ θεώρηση τῶν θρησκειῶν: «Οἱ θρησκεῖες μποροῦν νὰ βοηθήσουν στὴν ἀντιμετώπιση τῶν συγκρούσεων καὶ στὴ δημιουργία μίας σύγχρονης πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας. Παρὰ τὶς ὅποιες δυσκολίες καὶ διαφορές, ὁ θεραπευτικὸς καὶ συμφιλιωτικὸς ρόλος τῶν θρησκειῶν παραμένει βασικός, καθὼς στὶς περισσότερες θρησκεῖες ὑπάρχουν “πηγές” θεραπείας καὶ συμφιλίωσης»[6].
Ὑπογραμμίζεται ἀκόμη ὅτι «ἀναγνωρίζεται[7] πὼς ἕνα ΜτΘ ποὺ στοχεύει ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὴν ἐξοικείωση τῶν μαθητῶν σὲ μία μόνο ἰδιαίτερη θρησκευτικὴ παράδοση ἔχει πλέον φτάσει στὰ ὅρια του»[8]. Ἡ σχολικὴ θρησκευτικὴ ἀγωγή, σύμφωνα μὲ τοὺς ἰσχυρισμοὺς τῶν συντακτῶν, «χρειάζεται[9] νὰ ὑπερβεῖ πρακτικὲς μονοφωνίας καὶ ἀντιλήψεις ἀποκλειστικότητας. Βασικὴ προϋπόθεση αὐτῆς τῆς ὑπέρβασης εἶναι ἡ διευρυμένη γνώση “γύρω ἀπὸ τὶς θρησκεῖες” καὶ τὶς ὅποιες κοσμοθεωρήσεις πού νοηματοδοτοῦν τὸν ἀνθρώπινο βίο ἀλλὰ καὶ “μέσα ἀπὸ τὴ θρησκεία” γιὰ νὰ κατανοήσουν κατὰ πόσο καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἡ κάθε θρησκεία συνυφαίνεται μὲ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς»[10].
Τὸ ΜτΘ, κατὰ συνέπεια, δὲ σχετίζεται πλέον μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν πίστη τῶν μαθητῶν, ἀλλὰ προβάλλεται ἕνα νέο μοντέλο θρησκευτικῆς ἀγωγῆς, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο «ἡ θρησκευτικὴ ἐκπαίδευση καλεῖται νὰ ὑπηρετήσει ἕνα θρησκευτικὸ γραμματισμό, ὁ ὁποῖος θὰ πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ κοινωνικὰ προστάγματα καθολικοῦ χαρακτήρα, ὅπως εἶναι πρῶτα καὶ κύρια ὁ πολιτισμικὸς ἐγκλιματισμὸς τοῦ μαθητῆ στὴν εὐρύτερη κοινωνικὴ πραγματικότητα ποὺ ζεῖ καὶ ὄχι ὁ ἰδεολογικὸς ἐγκιβωτισμός του σὲ ἀπολυτοποιημένες ἑρμηνεῖες καὶ στάσεις ζωῆς. Ἐξάλλου, ἡ κύρια στόχευση τοῦ πολιτισμικοῦ ἐγκλιματισμοῦ, ποὺ συνεπάγεται ὁ θρησκευτικὸς γραμματισμός, ἀπευθύνεται ὄχι μόνο στοὺς Ἕλληνες ἢ στοὺς ὀρθόδοξους μαθητές, ἀλλὰ σὲ ὅλους, ἀνεξαιρέτως ἐθνικῆς καταγωγῆς ἢ θρησκευτικῆς καὶ ὁμολογιακῆς ταυτότητας»[11].
Ὑπογραμμίζεται ἀκόμη ὅτι «στὸ πλαίσιο τῆς σύγχρονης Θρησκευτικῆς Ἐκπαίδευσης οἱ θρησκεῖες ἐξετάζονται μέσα στὸ πολιτισμικὸ τους περιβάλλον, χωρὶς νὰ διαχωρίζεται ἡ μελέτη τῆς θρησκείας ἀπὸ τὸν πολιτισμό»[12].
Τὸ νέο μοντέλο τοῦ ΜτΘ θεμελιώνεται στὴ «γνώση γύρω καὶ μέσα ἀπὸ τὶς Θρησκεῖες»[13], ποὺ καθοδηγεῖ τοὺς μαθητὲς σὲ «μία κριτικὴ ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς τους συνείδησης μὲ γνώσεις, ἀξίες καὶ στάσεις ποὺ παρέχει γιὰ τὶς Θρησκεῖες καὶ ἀπὸ τὶς Θρησκεῖες»[14].
Εἶναι, ἑπομένως, ἐμφανὲς ὅτι τὸ νέο ΠΣ ἐξαφανίζει διὰ τῆς πολτοποιήσεως τῶν θρησκειῶν τὴν πίστη τῶν μαθητῶν καί, ἰδίως, στὴν περίπτωση τῶν χριστιανῶν μαθητῶν, τὴν πίστη τους στὸ Σύμβολο τῶν Θεοφόρων Πατέρων, στὴν ὁποία βαπτίστηκαν, τὴν πίστη «εἰς ἕναν Θεόν» καὶ «εἰς ἕναν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν» καὶ «εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον» καὶ εἰσάγει τὴ «γνώση μέσα καὶ ἀπὸ τὶς θρησκεῖες».
β. Ὅπως διαπιστώνεται, δεκαπέντε ἄνθρωποι, μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς τῶν «ἐμπειρογνωμόνων», ἀποφάσισαν ὅτι τὸ ΜτΘ πρέπει νὰ ὑπερβεῖ τὴ μονοφωνικὴ πίστη τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης καὶ ὅτι «βασικὴ προϋπόθεση αὐτῆς τῆς ὑπέρβασης εἶναι ἡ διευρυμένη γνώση “γύρω ἀπὸ τὶς Θρησκεῖες”. Βεβαίως, ἡ «ὑπέρβαση» αὐτὴ δὲν ἔγινε ξαφνικά[15].
γ. Ἐπισημαίνουμε, στὸ σημεῖο αὐτό, ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης σὲ Ὁμιλία του, τὸ 2005, στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας ἀναφέρεται στὴν προσπάθεια ποὺ γίνεται γιὰ νὰ μετατραπεῖ τὸ ΜτΘ σὲ θρησκειολογικὸ καὶ τάσσεται καθαρὰ ὑπὲρ τῆς συνέχισης τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀγωγῆς στὴ δημόσια Ἐκπαίδευση, διότι πιστεύει ὅτι ἀποτελεῖ πηγὴ ἠθικῆς[16].
δ. Περαιτέρω, οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ χρησιμοποιοῦν ὀρθόδοξα χριστιανικὰ ὀνόματα, πρόσωπα καὶ γεγονότα, παράλληλα καὶ ταυτόχρονα μὲ ἐκεῖνα τῶν ἄλλων θρησκειῶν, ὁμολογιῶν καὶ κοσμοθεωριῶν. Δὲν εἶναι ὅμως τὸ ζήτημα, ἂν χρησιμοποιοῦνται ὀρθόδοξα ὀνόματα, ἀλλὰ τὸ πνεῦμα, ὁ ρόλος, τὸ νόημα καὶ ἡ σημασία ποὺ τοὺς προσδίδεται, μέσα στὸ νέο ΠΣ. Δὲν χρειάζεται ἰδιαίτερη προσπάθεια νὰ διαπιστωθεῖ ὅτι ἡ χρήση τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης εἶναι ἐντελῶς ἐπιφανειακή, ἀφοῦ, τελικά, ὁ χαρακτήρας τοῦ ΠΣ καθορίζεται ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ ΠΣ ὡς πολυθρησκευτικὸς καὶ ὄχι ὡς ὀρθόδοξος. Μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια σημειώνεται σὲ ἀρκετὰ σημεῖα τοῦ ΠΣ καί τοῦ ΟΕ ἡ ἐντελῶς ἀρνητικὴ τοποθέτηση ἀπέναντι στὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ στὸ ρόλο της, ὡς προσδιοριστικοῦ στοιχείου τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν, ὅπως εἴδαμε παραπάνω, ἐνῶ ἀναφέρεται θετικὰ ἀπέναντι στὴ γνώση τῶν θρησκειῶν. Ἡ γνώση αὐτὴ καθοδηγεῖ τοὺς μαθητὲς σὲ «μία κριτικὴ ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς τους συνείδησης μὲ γνώσεις, ἀξίες καὶ στάσεις ποὺ παρέχει γιὰ τὶς θρησκεῖες»[17].
Στὸν ΟΕ, ἐπίσης, ἀναφέρεται ὅτι οἱ μαθητὲς διεκδικοῦν τὴν ἀλήθεια, χωρὶς «νὰ διαποτίζονται σὲ μία θρησκευτικὴ ἄποψη» καὶ ὅτι ὁ θρησκευτικὸς γραμματισμός, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ γίνει ἀναφορὰ παρακάτω, τοὺς βοηθᾶ νὰ διαχειριστοῦν τὸν πλουραλισμό, ποὺ «τοὺς προσφέρει εὐκαιρίες νὰ μελετήσουν καὶ νὰ στοχαστοῦν διαφορετικὲς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς θεωρήσεις»[18], χρησιμοποιώντας τὴν ἑρμηνεία, τὴν κριτικὴ καὶ τὸν αὐτοστοχαστικὸ τρόπο.
ε. Τὸ μεγαλύτερο πρόβλημα τοῦ ΠΣ, ὡστόσο, πέραν τῶν παραπάνω, εἶναι ὅτι ἀπουσιάζει ἀπὸ αὐτὸ ἡ οὐσία τῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι τὸ διά τῆς Σαρκώσεως, Σταυρώσεως, Ἀναστάσεως, Ἀναλήψεως καὶ Πεντηκοστῆς μήνυμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπουσιάζει ἡ κλήση τῶν μαθητῶν νὰ συμμετέχουν στὸ λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἴδια στιγμή, ἀντ’ αὐτοῦ, προβάλλεται ὁ συμφιλιωτικός, θεραπευτικός, κοινωνικὸς καὶ νοηματοδοτικὸς ρόλος ὅλων τῶν θρησκειῶν!
3. Παραμένει τὸ ΜτΘ ὀρθόδοξο;
Οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ ἔχουν ἰσχυριστεῖ μὲ ἔμφαση καὶ ἐπιμονή, ἀκόμα καὶ ἐνώπιον τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ὅτι τὸ ΜτΘ μὲ τὸ νέο ΠΣ παραμένει ὀρθόδοξο. Ἐντούτοις:
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν ἀπουσιάζει ὁ Χριστός, ὄχι ὡς ὄνομα, ἀλλὰ ὡς Θεάνθρωπος, Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου, ὅταν ἀπουσιάζει ἡ σχέση καὶ ἀναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν ἀπουσιάζει ἡ συμμετοχὴ στὴ λατρευτικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή, ὅταν ὁ μαθητὴς προτρέπεται σὲ κοινωνικὴ ζωή, ἀλλὰ ὄχι σὲ ἐκκλησιαστική;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη ἐξαφανίζεται ἀπὸ τὸ ΜτΘ καὶ τὴ θέση της παίρνει μία διανοητική, γνωσιοκρατική, λογοκρατικὴ θρησκευτικότητα;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν υἱοθετεῖται μία μορφὴ νεοβαρλααμικῆς
γνωσιολογίας καὶ ἀναστοχασμοῦ καὶ ὄχι ἡ ἐμπειρία τῶν θείων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὴν ἐξέφρασε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ οἱ ἄλλοι θεοφόροι Πατέρες;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν οἱ μαθητὲς προτρέπονται, μέσα ἀπὸ τὸ ΠΣ, ὄχι σὲ ἔμπρακτη πίστη πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ σὲ γνώση τῶν Θρησκειῶν, μὲ σκοπὸ τὴν ἄντληση ἀπὸ αὐτὲς κοινωνικῶν μηνυμάτων καὶ προσταγμάτων;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν στὸν ΟΕ ἀναφέρεται ὅτι οἱ μαθητὲς διεκδικοῦν τὴν ἀλήθεια, χωρὶς «νὰ διαποτίζονται σὲ μία θρησκευτικὴ ἄποψη» καὶ ὅτι ὁ θρησκευτικὸς γραμματισμὸς τοὺς βοηθᾶ νὰ διαχειριστοῦν τὸν πλουραλισμό, πού «τοὺς προσφέρει εὐκαιρίες νὰ μελετήσουν καὶ νὰ στοχαστοῦν διαφορετικὲς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς θεωρήσεις»[19], χρησιμοποιώντας τὴν ἑρμηνεία, τὴν κριτικὴ καὶ τὸν αὐτοστοχαστικὸ τρόπο;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν σὲ κεφάλαιο τοῦ ΟΕ μὲ τίτλο: «Κατευθύνσεις καὶ ἀπαιτήσεις ἀπὸ τὴ θρησκευτικὴ ἀγωγή» γίνεται λόγος γιὰ «ἀποδοχή τοῦ πλουραλισμοῦ καὶ τῆς πολυπολιτισμικότητας, ὡς ἀφετηρίας γιὰ ὁποιαδήποτε σοβαρὴ ἐκπαιδευτικὴ θεωρία καὶ πρακτική» καὶ ὅτι «σὲ κάθε ἐκδοχὴ τοῦ ΜτΘ προϋποτίθεται, πέρα ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστιανισμοῦ, καὶ ἡ διευρυμένη γνώση γύρω ἀπὸ τὶς Θρησκεῖες καὶ τὶς κοσμοθεωρήσεις (μάθηση γύρω ἀπὸ τὶς Θρησκεῖες)»[20].
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν σὲ κεφάλαιο τοῦ ΟΕ μὲ τίτλο: «Ἀρχὲς - κλειδιὰ γιὰ τὴ θρησκευτικὴ μάθηση» ἀναφέρεται ὅτι «ἡ θρησκευτικὴ μάθηση ἐπιχειρεῖ τὴν ὑπέρβαση τῆς θρησκευτικῆς ἀπολυτότητας (δηλαδή τῆς ὑπερβάσεως τῆς συμμορφώσεως σὲ χριστιανικὲς ἀξίες)»[21];
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν στὸ σημεῖο τοῦ ΟΕ ὅπου δίνονται οἱ κατευ-
θύνσεις τοῦ ΜτΘ, ἀναφέρεται ὅτι «θεωρεῖται σπουδαῖο νὰ ἐλαχιστοποιηθεῖ τὸ ἐνδεχόμενο ἐπιβολῆς ἑνὸς μονοδιάστατου πολιτισμικοῦ μοντέλου»[22] καὶ ἐννοεῖται -ἐμμέσως πλὴν σαφῶς- τὸ μοντέλο τοῦ ἑλληνορθόδοξου πολιτισμοῦ, ἀφοῦ ἡ πλειονότητα τῶν μαθητῶν ἔχει ἀνατραφεῖ στὸ πλαίσιο τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης, ἕως τὴν ἡλικία τῶν (8) ἐτῶν, ποὺ πρόκειται νὰ δεχτοῦν στὸ σχολεῖο τὴν ἐπίδραση τοῦ νέου μοντέλου τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς, τὸ ὁποῖο κυριολεκτικά τούς ἀλλάζει τὴν πίστη;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο ὅταν, γιὰ παράδειγμα, διδάσκει στὰ παιδιὰ τὴν πλάνη ὅτι «οἱ θρησκεῖες εἶναι πηγὴ ἐλπίδας γιὰ σωτηρία»[23], ἀφοῦ ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ἀναγνωρίζει, ὡς μοναδικὴ πηγὴ ἐλπίδας, τὸν ἕνα Σωτήρα καὶ Λυτρωτή, τὸν Σαρκωθέντα καὶ Ἀναστάντα διὰ τὴν ἡμῶν σωτηρίαν καὶ ἀφοῦ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁρίζεται ὅτι μία εἶναι ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ προσδοκία σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ἡ ζωὴ τοῦ μέλλοντος;
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν σὲ διδακτικὴ ἑνότητα μὲ τίτλο «Ἅγιοι ἄνθρωποι» ἀναφέρονται ἅγιοι καὶ ἁγίες τοῦ Χριστιανισμοῦ ὅπως: Ἄγ. Βερονίκη, Ἀββᾶς Πινούφριος, Νεομάρτυς Ἀχμέτ, Κάλφας ἐξ Ἀγαρηνῶν, Ἁγία Φιλοθέη, Μαρία Σκόπτσοβα, ἐνῶ ἀμέσως μετὰ παρατίθενται, ἰσάξια καὶ ἰσότιμα «ἅγιοι ἄνθρωποι στὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου: Βούδας, Κομφούκιος, Μωάμεθ, Βισνοὺ (Κρίσνα), Δαλάι Λάμα, Γκάντι καὶ πολλὰ ἄλλα πρόσωπα ἱστορικὰ καὶ μυθικά»[24]; Τὰ παιδιὰ ἔτσι μαθαίνουν ἐπίσημα στὰ Θρησκευτικά τους ὅτι ὁ ὅρος «Ἅγιος» δὲν εἶναι μόνον χριστιανικός, ὅτι ἀποδίδεται καὶ σὲ μὴ χριστιανούς, ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἐκτὸς Ἐκκλησίας Ἅγιοι καὶ ὅτι δυνατότητα ἁγιότητας, ὡς τελείωσης, δικαίωσης καὶ ὁλοκλήρωσης τοῦ ἐνχριστωμένου βίου, ἔχουν καὶ οἱ ἄλλες θρησκεῖες!
-Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν σὲ διδακτικὴ ἑνότητα μὲ τίτλο: «Ὅλοι ἴσοι, ὅλοι διαφορετικοί», ἀναφερόμενη σὲ ἕνα παιδὶ ποὺ βαπτίζεται στὸ ὄνομά τοῦ Χριστοῦ, προσφέρονται τὰ παρακάτω διδακτικὰ στοιχεῖα: «Βάπτισμα καὶ Χρῖσμα τῶν ὀρθοδόξων. Βάπτισμα καὶ χρῖσμα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν. Βάπτισμα τῶν Προτεσταντῶν. Τελετὲς ἐνηλικίωσης σὲ θρησκεῖες τοῦ κόσμου: Μμὰρ Μιτσβᾶ/ Μπὰτ Μιτσβᾶ. Ἐνηλικίωση τῶν Μουσουλμάνων. Ἐνηλικίωση τῶν Ἰνδουϊστῶν. Γιορτὲς τοῦ κόσμου γεμάτες χαρὰ καὶ φῶς: Χανουκά, Diwali»[25]. Ἐδῶ ὑπάρχει ὁ κίνδυνος οἱ μικροὶ μαθητές, λόγω τῆς ἔλλειψης ἀναπτυγμένης κριτικῆς σκέψεως, νὰ περιέλθουν σὲ κατάσταση συγχύσεως καὶ νὰ θεωρήσουν τὸ ὀρθόδοξο βάπτισμα, τὸ δικό τους βάπτισμα, ἰσότιμο μὲ ἐκεῖνο τῶν χριστιανικῶν ὁμολογιῶν ἢ μὲ τὶς τελετὲς ἐνηλικίωσης τῶν θρησκειῶν!
Πῶς εἶναι ὀρθόδοξο, ὅταν ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τῶν στόχων, ποὺ θέτει τὸ ἴδιο τὸ ΠΣ γιὰ κάθε τάξη ξεχωριστά, ἐπιβεβαιώνεται ἡ ἀποορθοδοξοποίησή του καὶ ἡ εἰσαγωγὴ ἑνὸς μαθήματος ἱστορίας τῶν θρησκειῶν γενικά; Παραθέτουμε ὁρισμένα ἐνδεικτικὰ παραδείγματα:
i) Στὸ Νηπιαγωγεῖο καὶ τὸ Δημοτικό: Τίτλος: Ὁ κόσμος τῆς θρησκείας. Στόχος: Προσεγγίζεται ἡ θρησκεία αὐτὴ καθ᾿ ἑαυτή· πρόκειται γιὰ χαρτογράφηση καὶ ἀναγνώριση τῶν βασικῶν ἐξωτερικῶν χαρακτηριστικῶν της... Παρέχονται στοιχεῖα γύρω ἀπὸ τὰ πρόσωπα, τὰ ἔθιμα, τὰ σύμβολα, τὴν ἱστορία, τὰ μνημεῖα, τὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτιστικὴ ζωὴ τῶν θρησκευτικῶν παραδόσεων»[26].
ii) Στὸ Γυμνάσιο: Τίτλος: Θρησκεία καὶ ἱστορία ὡς ἔκφραση πολιτισμοῦ· Στόχος: «Μελέτη τῆς θρησκείας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ ποὺ αὐτὴ παρήγαγε ἱστορικά. Δίνεται ἔμφαση στὴ ζωή, τὴν ἱστορία, τὴν τέχνη, τὸν πολιτισμό, ποὺ σάρκωσαν ὁ Χριστιανισμός, ἰδιαίτερα ἡ ὀρθοδοξία, καὶ οἱ μεγάλες θρησκευτικὲς Παραδόσεις»[27].
iii) Στὸ Λύκειο: Τίτλος: Θρησκεία καὶ πολιτισμὸς σὲ διάλογο μὲ τὴν κοινωνία. Στόχος: «Βασικὸς ἄξονας ἡ θρησκεία καὶ ὁ πολιτισμός της σὲ σχέση μέ τή σημερινὴ ἐποχὴ καὶ τὴν κοινωνία τῆς σύγχρονης νεωτερικότητας»[28].
Γενικά, τὸ ΜτΘ στὴν Ἐκπαίδευση περιλαμβάνει θεματικὰ πεδία ὅπως:
α. «Πῶς ἡ θρησκεία ἐνεργοποιεῖ τὰ γνωστικὰ ἐργαλεῖα τῶν ἀνθρώπων;».
β. «Πῶς ἡ θρησκεία μεταφράζεται σὲ πρόταση πολιτισμοῦ;».
γ. «Προσέγγιση τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου στὴν πολυμορφία του.»[29]
4. Ἡ κυριαρχία τοῦ ὀρθολογικοῦ καὶ ἀνθρωποκεντρικοῦ στοιχείου.
α. Τὸ ΠΣ ἔχει ἐμπνευστεῖ ἀπὸ τὸ βρετανικὸ θρησκειολογικὸ Πρόγραμμα θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης, ἀπὸ τὸ ὁποῖο καὶ ἀντιγράφεται τὸ μοντέλο τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ». Ἡ Μεγάλη Βρετανία, ὅμως, ἔχει μία ἄλλη θρησκευτικότητα, ποὺ πηγάζει ἀπὸ μία διαφορετικὴ ἱστορικὴ καὶ θεολογικὴ παράδοση, κατὰ βάση προτεσταντική. Τὸ Πρόγραμμα αὐτὸ καταρτίστηκε μὲ βάση τὴν ἐκεῖ ὑπάρχουσα πολυθρησκευτικὴ παράδοση καὶ τὶς λειτουργοῦσες ἀντίστοιχες θρησκευτικὲς κοινότητες, τὰ ποιοτικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν ὁποίων δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ μονοθρησκευτικὴ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ παράδοση τῆς Ἑλλάδας.
β. Τί εἶναι ὅμως ὁ «θρησκευτικὸς γραμματισμός»; Εἶναι μία θεωρία μὲ φιλοσοφικό, θεολογικὸ καὶ παιδαγωγικὸ περιεχόμενο, εἰσηγητὴς τῆς ὁποίας εἶναι ὁ καθηγητὴς Θρησκευτικῶν καὶ Θεολογικῶν Σπουδῶν Andrew Wright τοῦ King’s College τοῦ Λονδίνου. Σύμφωνα μὲ τὶς θέσεις του, «θρησκευτικὸς γραμματισμός» σημαίνει τὴ γνώση καὶ τὴν ἱκανότητα κατανόησης τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, μὲ βαθύτερο σκοπὸ τὴν τόνωση τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς. Ἡ θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» στηρίζεται στὶς ἰδέες τοῦ κριτικοῦ ρεαλισμοῦ καὶ στὴν κριτικὴ παιδαγωγικὴ θεωρία τῆς Σχολῆς τῆς Φραγκφούρτης, μία νεομαρξιστικὴ θεωρία μὲ κοινωνιολογικὸ καὶ φιλοσοφικὸ προσανατολισμό, ποὺ προτείνει, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, μία παιδεία τῆς ἀμφισβήτησης καὶ τῆς κριτικῆς τῶν πάντων καὶ προάγει τὸν αὐτοπροσδιορισμὸ τοῦ ἀτόμου μέσα ἀπὸ τὴν ἐκπαίδευση.
γ. Ὁ μαθητής, σύμφωνα μὲ τὴ θεωρία τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», ὅπως ὑποστηρίζει τὸ ΠΣ, ἀκολουθεῖ τρία ἐπίπεδα ἢ ἐνδιαφέροντα. Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ κατανόηση τοῦ θρησκευτικοῦ ἀντικειμένου. Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ἑρμηνεία του καὶ τὸ τρίτο εἶναι ἡ «χειραφέτηση», ἡ ἐλευθερία δηλαδή τοῦ μαθητῆ «ἀπὸ ὅ,τι ὀνομάζεται “πρόσδεση στὸ παρελθόν”» μέσα ἀπὸ ἕνα κριτικὸ αὐτοστοχαστικὸ τρόπο. Τὰ πάντα, λέει τὸ νέο ΠΣ, μπαίνουν σὲ μία διαδικασία κριτικῆς γιὰ «νὰ διαμορφώσει ὁ μαθητὴς τὴ δική του ἄποψη, ἀλλὰ καὶ ἀντί-ἄποψη. Καμιὰ ἀπόδειξη δὲν γίνεται ἀποδεκτὴ “ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ”. Τίποτε δὲν θεωρεῖται δεδομένο, καμιὰ ἐξουσία δὲν εἶναι ὑπεράνω κριτικῆς. Ὁ μαθητὴς ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἡ ἐπιστήμη τολμᾶ, ἐπινοεῖ καὶ ἐλευθερώνει. Πάνω καὶ πέρα ἀπὸ τὴν κατανόηση ὑπάρχει ἕνα ἐνδιαφέρον τοῦ κάθε μαθητῆ γιὰ μία ἀναζήτηση αὐτοῦ ποὺ ὁρίζεται ὡς “χειραφέτηση”. Οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ εἶναι ἐλεύθεροι, νὰ διαμορφώνουν τὶς δικές τους γνῶμες.
Ἡ γνώση εἶναι ἀληθινή, ὅταν μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ ὅ,τι ὀνομάζεται “πρόσδεση στὸ παρελθόν”. Χωρὶς αὐτὸ τὸ χειραφετικὸ ἐνδιαφέρον οἱ “ἀλήθειες” ὁποιασδήποτε γνώσης λειτουργοῦν στατικὰ καὶ ἐνδεχομένως χρησιμοποιοῦνται γιὰ ποικιλότροπη χειραγώγηση»[30].
Χωρίς, σὲ καμία περίπτωση, νὰ ἀμφισβητεῖται ἡ σημασία τῆς ἀνάπτυξης τῆς κριτικῆς σκέψης τοῦ μαθητῆ, θὰ πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι συνεχὴς καὶ ἀδιάκριτη κριτικὴ μὲ ἐμφατικό, μάλιστα, σκοπὸ τὴ «χειραφέτηση» «ἀπὸ ὅ,τι ὀνομάζεται πρόσδεση στὸ παρελθόν» ὁδηγεῖ στὴν πλήρη ἀλλοίωση τῆς θρησκευτικῆς πίστης. Καὶ πάντως, δὲν συνιστᾶ «χειραγώγηση» ἡ ἀποδοχὴ τῆς διδασκαλίας μίας χριστιανικῆς θρησκείας.
δ. Οἱ ἀρχὲς αὐτὲς τῆς θεωρίας τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ» βρίσκονται σὲ ἀπόλυτη ἀντίθεση μὲ τὰ κριτήρια καὶ τὶς προϋποθέσεις προσέγγισης τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, ποὺ εἶναι πρῶτα καὶ κύρια ἡ πίστη καὶ μετὰ ἡ λογικὴ καὶ ἡ κριτική. Εἶναι ἑπομένως σαφὲς ὅτι ἡ νέα θρησκευτικὴ ἀγωγὴ δομεῖται χωρίς τή βάση τῆς πίστεως, ἀλλὰ μὲ τὶς θεμελιακὲς ἀρχὲς τοῦ ὀρθοῦ λόγου, τῆς κριτικῆς, τῆς ἀμφισβήτησης καὶ τοῦ ἀναστοχασμοῦ. Ἄλλωστε, αὐτὸ ὑπονοεῖται καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ ΠΣ, ὅταν ἀναφέρεται ξεκάθαρα ὅτι τὸ ΜτΘ «θεμελιώνεται στὴ σχέση του μὲ τὸ λόγο καὶ τὴν ἑρμηνεία του» καὶ «στοχεύει νὰ οἰκοδομήσει λογικὰ τὴ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν καὶ τῶν ἐφήβων»[31].
ε. Πάνω σ’ αὐτὸ τὸ ὀρθολογικὸ μοτίβο ἔχει οἰκοδομηθεῖ ὁλόκληρη ἡ φιλοσοφία τοῦ νέου ΠΣ. Σὲ εἰδικὸ κεφάλαιο, μάλιστα, μὲ τίτλο: «Ἡ ὑπογράμμιση τῆς ἀνθρωποκεντρικῆς διάστασης», καθορίζεται ὡς κατεύθυνση τῆς σχολικῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς ἡ ἀτομοκεντρικότητα καὶ ἀνθρωποκεντρικότητα τοῦ μαθητῆ, χωρὶς πίστη καὶ ἀναφορὰ στὸν Θεό: Συγκεκριμένα ἀναφέρει: «Μία σύγχρονη ἀντίληψη γιὰ τὸ ΜτΘ καλεῖται νὰ ἑστιάσει τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ μαθητῆ στὴν ἀνθρώπινη διάσταση τῶν θρησκειῶν καὶ τῆς θρησκευτικῆς πίστεως ἀναδεικνύοντας, σχολιάζοντας καὶ προσεγγίζοντας κριτικὰ τὴ θρησκεία ὡς διαχρονικὴ πηγὴ ἔμπνευσης γιὰ τὸν πολιτισμὸ καὶ ἄντλησης προσωπικοῦ ἀλλὰ καὶ συλλογικοῦ ὑπαρξιακοῦ νοήματος ὡς συνεκτικοῦ δεσμοῦ κοινωνικῶν συσσωματώσεων»[32].
στ. Μὲ τὸ νέο ΠΣ, ἐπίσης, ἡ προσέγγιση τοῦ «ἄλλου» μετατρέπεται σὲ κατασκεύασμα λογικῆς διεργασίας, σὲ ἕνα ἁπλὸ ἐνδιαφέρον, σὲ μία λογικὴ διαδικασία ἀποδοχῆς. Δὲν εἶναι προϊὸν σταυρικῆς, θυσιαστικῆς, ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, δὲν εἶναι «πίστις δι᾿ ἀγάπης ἐνεργουμένη»[33], ἀλλὰ μία αὐτονομημένη ἀνθρωποκεντρικὴ λειτουργία. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ προσανατολισμὸς τοῦ ΜτΘ μὲ τὸ νέο ΠΣ ὁρίζεται, ὡς νὰ εἶναι ἕνα μάθημα κοινωνικῆς ἀγωγῆς ἢ ἠθικῆς, μὲ τὶς παρακάτω προτάσεις:
«Καλλιέργεια ἀξιῶν καὶ στάσεων…».
«Καλλιέργεια ἱκανοτήτων καὶ δεξιοτήτων…».
«Καλλιέργεια διαπολιτισμικῆς ἐπικοινωνίας καὶ διαλόγου…»[34].
5. Ἡ ἀντιφατικότητα ὡς πρὸς τὸ σεβασμὸ στὴν ἑτερότητα
α. Εἶναι ἀπορίας ἄξιο τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ συντάκτες, ἐνῶ θέτουν ὡς «σημαία» τοῦ ΠΣ τὸ σεβασμὸ στὸν «ἄλλον», τὸν διαφορετικό, δὲν λαμβάνουν ὑπόψη τους τὴ θρησκευτικὴ ἑτερότητα – διαφορά, οὔτε τῆς συντριπτικῆς πλειονότητας τῶν μαθητῶν, οὔτε τῆς μειονότητας τῶν ἀλλοδόξων ἢ ἀλλοθρήσκων παιδιῶν πού φοιτοῦν στὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα, ἀλλὰ ἀντίθετα, μέσῳ τῆς διδασκαλίας ἑνὸς συνονθυλεύματος θρησκειῶν, ὑπονομεύουν κάθε σεβασμὸ στὴ θρησκευτικὴ ἰδιαιτερότητα τοῦ συνόλου τῶν μαθητῶν.
β. Ἡ ἑτερότητα, ὡς διαφορά, προϋποθέτει τὴν ἰδιαιτερότητα τόσο τῶν προσώπων ὅσο καὶ τῆς πολιτισμικῆς ἢ θρησκευτικῆς κοινότητας ποὺ ἀνήκουν.Διαφορετικά, προκύπτει πολιτισμικὴ ἢ θρησκευτικὴ ὁμογενοποίηση.
γ. Ἡ κατάργηση τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἑτερότητας ὅλων τῶν μαθητῶν, ἐπιχειρεῖται μὲ τρεῖς τρόπους:
Πρῶτον, μὲ τὴ φανερὴ ὑποτίμηση καὶ κακοποίηση τῆς πίστεως τῶν παιδιῶν καὶ τὴν ἀπροκάλυπτη προτίμηση ποὺ ἐμφατικὰ ἐπιδεικνύεται σὲ ὁλόκληρο τὸ ΠΣ καὶ τὸν ΟΕ στὶς θρησκεῖες, ὅπως εἴδαμε παραπάνω.
Δεύτερον, μὲ τὶς ἀπαράδεκτες θεολογικὲς παραχαράξεις καὶ ἐκπτώσεις τῆς πίστεως τῶν παιδιῶν τῆς πλειονότητας, πού, ὅπως εἴδαμε ἀπὸ παραδείγματα ποὺ παραθέσαμε παραπάνω, ἐπιχειροῦνται συστηματικὰ στὸ ΠΣ καὶ τὸν ΟΕ.
Τρίτον, μέσῳ τοῦ σκοπίμου, κατὰ τὴ γνώμη μου, μεθοδευμένου συνονθυλεύματος ποὺ ἐπιχειρεῖται, μὲ τὴν ἀνάμειξη καὶ τὴν ταυτόχρονη διδασκαλία ὅλης αὐτῆς τῆς ποικιλίας τῶν θρησκευτικῶν ἐκδοχῶν τὸ μόνο ποὺ ἐπιτυγχάνεται εἶναι νὰ δημιουργηθεῖ θρησκευτικὴ σύγχυση καὶ ἀπέχθεια στὰ παιδιά. Τὸ μοντέλο αὐτὸ τῆς ταυτόχρονης διδασκαλίας πολλῶν διαφορετικῶν ἐκδοχῶν σὲ κάθε ἑνότητα εἶναι ἀνεπίτρεπτο ἀπὸ παιδαγωγικῆς πλευρᾶς νὰ προσφέρεται σὲ παιδιὰ μικρῆς ἡλικίας, ἐνῶ ἀποτελεῖ ταυτόχρονα καὶ τὴν ἰσχυρότερη ἀπόδειξη τῶν προθέσεων τῶν συντακτῶν νὰ διαβρώσουν καὶ νὰ ἀλλοτριώσουν, διὰ τῆς πολτοποιήσεως μὲ ἄλλες πίστεις, τὴν πατροπαράδοτη πίστη τῶν μαθητῶν.
δ. Ἑπομένως, ὁποιεσδήποτε μεγαλόστομες καὶ εὐφυῶς χρησιμοποιούμενες στὸ ΠΣ ἐκφράσεις, γιὰ δῆθεν σεβασμὸ τῆς ἑτερότητας, αὐτοακυρώνονται ἐφόσον δὲν ὑπάρχει αὐτὸς καθαυτὸς ὁ σεβασμὸς στὴ θρησκευτικὴ ταυτότητα τῶν μαθητῶν.
ε. Σὲ κάθε περίπτωση, ὁ σεβασμὸς τῆς ἑτερότητας, ὡς αἴτημα ἀγωγῆς, ποὺ δῆθεν ἐπιδιώκεται μὲ τὸ ΠΣ, καλλιεργεῖται ἤδη καὶ μπορεῖ νὰ καλλιεργηθεῖ ὡς πρότυπο καὶ στὸ μέλλον, μόνον μέσα ἀπὸ τὴν οἰκεία ὀρθόδοξη θρησκευτικὴ παράδοση καὶ ἀγωγή, ἡ ὁποία ἐπιδιώκει τὴν πολύπλευρη καλλιέργειά τῆς προσωπικότητας τοῦ μαθητῆ, τὴ συγκρότηση τῆς πνευματικῆς ἠθικῆς καὶ κοινωνικῆς τους ὀντότητας, μέσα ἀπὸ τὴ στενὴ σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ μέσα ἀπὸ τὶς φωτισμένες συνέπειες ποὺ ἔχει ἡ πίστη σ’ Αὐτὸν γιὰ τὴ σύναψη, σὲ ὁριζόντιο ἐπίπεδο, ὑγειῶν σχέσεων μὲ τὸν ἑκάστοτε «ἄλλο»[35]. Ὁ σεβασμός τῆς θρησκευτικῆς ἑτερότητας δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθεῖ, χωρὶς τὴν πνευματικὴ συγκρότηση καὶ αὐτοσυνειδησία τῆς θρησκευτικῆς ταυτότητας τοῦ ὑποκειμένου, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ὁριοθέτησή του ἀπέναντι στὶς οἰκεῖες θεσμικὲς ἐκφάνσεις τοῦ ἱεροῦ καὶ τὸν συνεχῆ «διάλογό» του μὲ τὸ πολιτισμικὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο ἀνήκει.
στ. Ἕνα θέμα ποὺ θέτουν ἐμφατικὰ οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ εἶναι ὅτι ἔπρεπε νὰ λάβουν ὑπόψη τους τὸ θέμα τοῦ θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ. Ἐπ᾿ αὐτοῦ, ἐντούτοις, ὑφίσταται ἡ ἑξῆς διάκριση:
Ἄλλο ζήτημα εἶναι ὁ θρησκευτικὸς πλουραλισμὸς ὡς σεβασμὸς στὴ θρησκευτικὴ ἐπιλογὴ καὶ τὴν ἄσκηση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τοῦ
ἄλλου, ποὺ ὅλοι αὐτονόητα ἀντιμετωπίζουν μὲ εὐαισθησία, καὶ ἄλλο ζήτημα εἶναι ὁ θρησκευτικὸς πλουραλισμὸς ὡς κριτήριο καθορισμοῦ ἑνὸς ἐκπαιδευτικοῦ Προγράμματος μίας χώρας γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν νέων της. Ἡ ἔννοια ποὺ προσδίδουν οἱ «ἐμπειρογνώμονες» τοῦ ΠΣ στὸν πλουραλισμὸ συνιστᾶ ἕναν οὐτοπικό, παράλογο καὶ ἀντιπαιδαγωγικὸ πλουραλισμό, ποὺ ὄχι μόνο δὲν ἀναπτύσσει, ἀλλά, ἀντίθετα, διαβρώνει καὶ ἐξαφανίζει τή θρησκευτικὴ συνείδηση τῶν μαθητῶν[36].
Ἐρωτᾶται:
Μπορεῖ ἕνα παιδὶ νὰ μάθει τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, μέσα ἀπὸ ταυτόχρονη διδασκαλία (8) διαφορετικῶν γλωσσῶν; ἢ νὰ μάθει ἑλληνικὴ ἱστορία, μέσα ἀπὸ ταυτόχρονη διδασκαλία (8) διαφορετικῶν ἱστοριῶν;
Τὰ παιδιὰ θὰ πρέπει νὰ διευκολύνονται καὶ ὄχι νὰ ἐμποδίζονται στὴν καλλιέργεια καὶ τὴν ἀνάπτυξη τῆς δικῆς τους θρησκευτικῆς συνείδησης καὶ πίστης, ποὺ ἄλλωστε συνιστᾶ στοιχεῖο τῆς πολιτισμικῆς τους ταυτότητας. Ἡ ἀπόρριψη αὐτῆς τῆς δυνατότητας καταργεῖ στὴν πραγματικότητα, τὴν ταυτότητα καὶ τὴ μοναδικότητα τοῦ προσώπου. Καὶ χωρὶς ταυτότητα, ποὺ διασφαλίζει τὴν ὕπαρξη τῆς διαφορᾶς, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἑτερότητα[37].
Ὁ σεβασμὸς στὴν ἑτερότητα προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη τῆς ταυτότητας. Ὁ πλουραλισμὸς καὶ ἡ πολυφωνία δὲν καταργοῦν τὶς πολιτισμικὲς καὶ θρησκευτικὲς διαφορές, ἀλλὰ τὶς ἀποδέχονται. Ὁ πολυπολιτισμός, ἄλλωστε, τὸν ὁποῖο ἐπικαλοῦνται οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ, δέχεται τὴν εἰρηνικὴ προσώπων καὶ κοινοτήτων μὲ ποικίλο πολιτισμικὸ καὶ θρησκευτικὸ ὑπόβαθρο. Θεωρεῖται κατὰ τὴ γνώμη μου παράδοξο, σ΄ αὐτὲς τὶς δύσκολες μέρες ποὺ περνᾶ ἡ χώρα μας, νὰ ἐπιχειρεῖται, ἐντελῶς ἄκαιρα, μία τέτοιου μεγέθους θεμελιακὴ ἀλλοίωση καὶ ἀνατροπὴ στὴν ἑλληνικὴ θρησκευτικὴ ἀγωγή, ὅταν ἀντίθετα, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναζητοῦνται τρόποι ἀνασυγκρότησης καὶ ἐνίσχυσης ὅλων τῶν στοιχείων ἐκείνων ποὺ συνιστοῦν τὴν ἐν γένει πνευματική μας ταυτότητα.
6. Ἡ ἀνατροπὴ τοῦ παιδαγωγικοῦ χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ μέσα ἀπὸ τὸ ΠΣ καὶ τὸν ΟΕ
α. Σύμφωνα μὲ τοὺς συντάκτες τοῦ ΠΣ, ὁ «θρησκευτικὸς γραμματισμός» θεωρεῖται ὅτι ἐπιδιώκει τὴν καλλιέργεια τῆς θρησκευτικῆς αὐτοσυνειδησίας τῶν μαθητῶν. Ὅμως, ἡ διδασκαλία μίας πολτοποιημένης καὶ χωρὶς δομή καὶ παιδαγωγικὲς προϋποθέσεις ὕλης ποὺ προέρχονται ἀπὸ (8) διαφορετικὲς θρησκευτικότητες, σὲ μαθητὲς ἡλικίας (8) ἕως (15) ἐτῶν, τῶν ὁποίων τὸ ἠλικιακό, γνωστικὸ καὶ προσληπτικὸ ἐπίπεδο εἶναι πολὺ χαμηλότερο ἀπὸ ἐκεῖνο τῶν γνώσεων πού τούς προσφέρονται, δημιουργεῖ προϋποθέσεις ἀπόλυτης σύγχυσης καὶ ἀποπροσανατολισμοῦ. Τὸ μοντέλο τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ», λόγω τῶν δυσνόητων γιὰ τὴν ἡλικία τους ἐννοιῶν καὶ θεμάτων ποὺ ἐμπεριέχονται στὸ ΠΣ καὶ λόγῳ τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ ποὺ ἐπιβάλλει, ὄχι μόνον δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ καλλιεργεῖ καὶ νὰ ἀναπτύσσει θρησκευτικὴ συνείδηση καὶ αὐτοσυνειδησία, ἀλλά, ἐπιπλέον, γεμίζει τὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν μὲ σύγχυση, ἄρνηση, ἀμφισβήτηση, σχετικισμό, τόσο ὡς πρὸς τὴ δική τους θρησκευτικὴ ταυτότητα καὶ συνείδηση, ὅσο καὶ ὡς πρὸς κάθε ἄλλη θρησκευτικότητα.
β. Ο Piaget ὑποστηρίζει ὅτι ἡ νοητικὴ ἀνάπτυξη συνδυάζεται μὲ τὴ βιολογικὴ ὠρίμανση, ὅτι ἡ ἐξέλιξη τῆς γνωστικῆς διαδικασίας ἀπαιτεῖ σταδιακὴ δημιουργία γνωστικῶν δομῶν καὶ ὅτι βασικοὶ παράγοντες μάθησης εἶναι ἡ βιολογικὴ ὠρίμανση, ἡ ἐμπειρία καὶ ἡ κοινωνικὴ ἀλληλεπίδραση. Ο Vygotsky, ἐπίσης, σημειώνει ὅτι ἡ ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ σύμβολα κουλτούρας μέσα στὰ ὁποῖα ζεῖ τὸ παιδί, ὁ δὲ Bruner ὑπογραμμίζει ὅτι ὁτιδήποτε καὶ νὰ προσφερθεῖ ὡς διδακτικὸ ἀγαθὸ στὸ παιδὶ πρέπει νὰ προσαρμόζεται στὸ γνωστικό του ἐπίπεδο.
γ. Τὸ συνονθύλευμα θρησκευτικῶν πίστεων σ΄ αὐτὴ τὴν ἡλικία μόνο προϋποθέσεις σύγχυσης, σχετικισμοῦ καὶ θρησκευτικοῦ μηδενισμοῦ μπορεῖ νὰ προσφέρει. Ὁ Καθηγητὴς Δεληκωνσταντὴς ἔχει τονίσει σχετικὰ ὅτι «ἡ ἀναγνώριση τῶν πλουραλιστικῶν χαρακτηριστικῶν τῆς σύγχρονης εὐρωπαϊκῆς κοινωνίας, σὲ καμία περίπτωση δὲν μπορεῖ νὰ σημαίνει τὴ μετατροπή τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς σὲ μάθημα Θρησκειολογίας. Μία τέτοια μεταβολὴ ὁδηγεῖ ἀναπότρεπτα σὲ ἀφελῆ συγκρητισμό, πολιτισμικὸ μηδενισμὸ καὶ ἀξιολογικὸ μινιμαλισμό»[38]
δ. Βασικὴ παρατήρηση ἑπομένως ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ ΠΣ καὶ τοῦ ΟΕ εἶναι ὅτι ὑπάρχει σὲ ὑπερβολικὸ βαθμὸ πρόβλημα ἀνταπόκρισης καὶ ἀναλογικότητάς τοῦ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου τῶν περιεχομένων τοῦ ΠΣ πρὸς τὸ ἐπίπεδο ἀντιληπτικότητας τῶν μαθητῶν. Οἱ συντάκτες, μοιάζει σὰν νὰ ἐνεργοῦν σκόπιμα καὶ νὰ μὴν λαμβάνουν ὑπόψη τὴν πνευματική, νοητικὴ καὶ ἐμπειρικὴ κατάσταση καὶ δεκτικότητα τῶν παιδιῶν στὴν ἡλικία ποὺ βρίσκονται.
Προσωπικά, ἐπιχείρησα νὰ δώσω πρὸς πραγμάτευση ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ
παραπάνω θέματα σὲ φοιτητές μου. Διαπίστωσα, ὅμως, πὼς ἀκόμα καὶ αὐτοὶ δυσκολεύονταν νὰ τὰ κατανοήσουν καὶ νὰ τὰ ἐπεξεργαστοῦν.
ε. Ὁ τρόπος, ἐπίσης, ποὺ προσεγγίζεται ἡ θρησκεία εἶναι ἀπολύτως ὀρθολογικός, πληροφοριακὸς καὶ οὐδέτερος. Ἀπουσιάζει κάθε στοιχεῖο βιωματικότητας, ἐνῶ δὲν σχετίζεται μὲ τὴν ἔνταξη ἢ συμμετοχὴ τῶν παιδιῶν στὴ θρησκευτική τους κοινότητα ἢ τὴ δέσμευσή τους στὴν πίστη τῶν γονέων τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διδάσκονται πλημμελῶς, τόσο ὁ Χριστιανισμὸς (Ὀρθοδοξία – Ρωμαιοκαθολικισμὸς – Προτεσταντισμός), ὅσο καὶ οἱ ἄλλες (5) θρησκευτικότητες.
στ. Εἶναι φανερὸ ὅτι εἶναι ἀδύνατον οἱ μαθητὲς νὰ κατορθώσουν, μέσα ἀπὸ ὅλο αὐτὸ τὸν κυκεώνα θρησκευτικῶν θεμάτων, μὲ τόσο πολύπλοκο, πολύπλευρο καὶ πολυποίκιλο περιεχόμενο καὶ μὲ τόσο ὑψηλὸ γιὰ τὴν ἀντιληπτικότητά τους ἐπίπεδο ἐννοιῶν, νὰ κατανοήσουν, νὰ ἐπεξεργαστοῦν καὶ νὰ μάθουν τελικὰ κάτι ἀπ’ ὅλα αὐτά.
ζ. Μέσα ἀπὸ τέτοιας μορφῆς μεθοδικὰ ἐπιλεγμένες καὶ διασκευασμένες θρησκευτικὲς γνώσεις, γίνεται προσπάθεια νὰ ἐπιβληθεῖ ἡ βαρλααμικὴ καὶ μεταπατερικὴ θεολογία στὴ θρησκευτικὴ συνείδηση τῶν μαθητῶν, σύμφωνα μὲ τὸ μοντέλο τοῦ «θρησκευτικοῦ γραμματισμοῦ».
Ἀπὸ παιδαγωγικῆς πλευρᾶς, ὡστόσο, θρησκευτικὴ αὐτοσυνειδησία μπορεῖ νὰ διαμορφωθεῖ μόνον ἀπὸ τὴ διδασκαλία καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς πίστεως, μὲ τὴ χρήση ἁπλῶν, εὔληπτων καὶ προπαντὸς ζωντανῶν προτύπων.
η. Ἐπισημαίνεται ὅτι δὲν λαμβάνονται ὑπόψη οἱ θέσεις ἐκπροσώπων τῆς γνωστικῆς ψυχολογίας, ὅπως τῶν Kolb, Honey, Mumford, Cobb, Glasefeld, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν τὴ συνεργασία τῆς μάθησης μὲ τὴν ἐμπειρία καὶ τονίζουν ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μάθηση, ὅταν αὐτὴ δὲν βασίζεται στὶς ἐμπειρίες τῶν μαθητῶν. Δὲν λαμβάνεται ὑπόψη, ἐπίσης, ὁ γνωστικὸς ψυχολόγος τῆς μάθησης J. Bruner, ὁ ὁποῖος στηρίζει τὶς διαπιστώσεις του στὴν θεωρία τῆς μάθησης, ποὺ ὁρίζει ὅτι κάθε νέα γνώση ἑδράζεται πάνω σὲ ἤδη διαμορφωμένα πρότυπα.
Μποροῦν, ἄραγε, νὰ μᾶς ποῦν οἱ «ἐμπειρογνώμονες» τί προηγούμενες ἐμπειρίες ἔχουν παιδιὰ ἀπὸ (8) ἕως (15) ἐτῶν, σχετικὲς μὲ τὸν Ἰουδαϊσμό, τὸ Ἰσλάμ, τὸν Ἰνδουϊσμό, τὸ Βουδισμό, τὸν Κομφουκιανισμό, τὸν Ρωμαιοκαθολικισμό, τὸν Προτεσταντισμό;
θ. Ἡ ἀποκόλληση τῶν παιδιῶν, σὲ μία εὐαίσθητη μάλιστα ἡλικία, ἀπὸ τὴν οἰκεία θρησκευτική τους πίστη, ἡ διδασκαλία πολλαπλῶν παράλληλα θρησκευτικῶν παραδόσεων καὶ τὸ ἔντονο ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς θρησκευτικὲς ἰδέες ἢ πρακτικὲς ἄλλων θρησκειῶν, ποὺ ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὸ νέο ΠΣ, εἶναι μία τακτικὴ πού προϋποθέτει, ἂν δὲν ἐπιτάσσει, ἡ συγκριτικὴ θρησκειολογία[39]. Μία τέτοιας μορφῆς πολυθρησκευτική προσέγγιση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς ὅμως στὴν ἡλικία τῶν παιδιῶν τοῦ Δημοτικοῦ καὶ τοῦ Γυμνασίου, μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια ἀποδομεῖ καὶ ἐξανεμίζει τὴν παιδαγωγικὴ καὶ παιδευτικὴ ἀξία τῆς οἰκείας πίστεως (παροχὴ ἠθικοκοινωνικῶν καὶ πολιτισμικῶν προτύπων), τὴν καλλιέργεια τῆς ὁποίας ἔχει ἀνάγκη, ἰδιαίτερα σ΄ αὐτὴν τὴ δύσκολη ἐποχὴ τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς πνευματικῆς κρίσης ὁ ἑλληνικὸς λαός.
ι. Σημειώνω μὲ ἔμφαση ὅτι δὲν εἶναι σὲ καμία περίπτωση κακὸ νὰ διδάσκονται τὰ παιδιὰ στοιχεῖα ἀπὸ ἄλλες θρησκεῖες, ἀλλὰ εἶναι κακὸ νὰ τὶς διδάσκονται μὲ ἀντιπαιδαγωγικὸ τρόπο. Στὰ παιδιὰ αὐτῆς τῆς ἡλικίας εἶναι καλὸ νὰ παρέχονται ἁπλές, κατανοητὲς καὶ εὐχάριστες πληροφορίες γιὰ τὶς ἄλλες θρησκεῖες, ποὺ νὰ ἀντιστοιχοῦν στὴν ψυχοκινητικὴ τους δεκτικότητα.
Τονίζω, ὅμως, ὅτι βασικὸ στοιχεῖο γιὰ μία γόνιμη καὶ παιδαγωγικὰ ἔγκυρη θρησκευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἡ βιωματικὴ καὶ ἐμπειρικὴ ἀνάπτυξη τῆς οἰκείας θρησκευτικῆς πίστης, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει στὶς περισσότερες εὐρωπαϊκὲς χῶρες.
Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, τὰ παιδιά, καταρχάς διδάσκονται, ἐπεξεργάζονται, βιώνουν καὶ συνειδητοποιοῦν τὸ δικό τους θρησκευτικὸ ἀλφαβητάρι, τὴν πίστη τῶν γονέων τους - οἱ ὁποῖοι ἔχουν καὶ τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη τοῦ θρησκευτικοῦ τους προσδιορισμοῦ - καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία, μάλιστα, ἔχουν καὶ τὶς ἀπαιτούμενες γιὰ τὴ γόνιμη θρησκευτική τους ἀγωγή, ἀπὸ πλευρᾶς παιδαγωγικῆς καὶ ψυχολογίας, θρησκευτικὲς πολιτισμικὲς καὶ παιδευτικὲς ἐμπειρίες ἢ βιώματα.
Στὴ συνέχεια, καὶ καθὼς ἀναπτύσσεται τὸ γνωστικὸ καὶ ἀντιληπτικό τους ἐπίπεδο, μέσα ἀπὸ τὰ γνωστὰ προχωροῦν στὰ ἄγνωστα καὶ παιδαγωγοῦνται σταδιακὰ καὶ σφαιρικὰ σὲ ὅ, τι ἔχει σχέση μὲ τὸ ἐν γένει θρησκευτικὸ φαινόμενο. Ἀργότερα, στὸ ἐπίπεδο τοῦ Λυκείου - ὅπως συνέβαινε μέχρι σήμερα - ποὺ ἔχουν, μάλιστα, ἀναπτύξει τὴν ἀπαιτούμενη κριτικὴ σκέψη καὶ διάκριση, μποροῦν, χωρὶς τὸν κίνδυνο τῆς συγχύσεως, νὰ προσεγγίζουν καὶ νὰ ἀξιολογοῦν συστηματικότερα καὶ ἄλλες ἄγνωστες καὶ ξένες σ΄ αὐτὰ θρησκευτικὲς παραδόσεις.
Ὁ Ausubel, εἰσηγητὴς τῆς νοηματικῆς καὶ προσληπτικῆς μάθησης, ὑποστηρίζει ὅτι οἱ νέες πληροφορίες ἢ ἰδέες μποροῦν νὰ μαθευτοῦν, μόνο στὸ βαθμὸ ποὺ συνδέονται μὲ προϋπάρχουσες ἔννοιες καὶ ἰδέες στὴ γνωστικὴ δομὴ τῶν μαθητῶν. Θεωρεῖ, δηλαδή, σημαντικὴ γιὰ τὴ μάθηση τὴν ἀξιοποίηση τῶν προηγούμενων γνώσεων, τὸ γνωστικὸ ὑπόβαθρο τῶν μαθητῶν καί τή συμπλήρωσή του μὲ νέες, ἁπλὲς καὶ κατανοητὲς γνώσεις. Μὲ ἄλλα λόγια, υἱοθετεῖ τὴ συσχέτιση τῶν νέων ἐννοιῶν μὲ αὐτὲς ποὺ ἔχουν ἤδη ἀφομοιωθεῖ στὴ νοηματικὴ δομὴ τῶν μαθητῶν. Τὰ παιδιά, ἔτσι, πρῶτα μαθαίνουν γιὰ νὰ μποροῦν ἔπειτα νὰ ἀνακαλύπτουν.
Ἡ ταυτόχρονη, ἀντίθετα, διδασκαλία τόσο διαφορετικῶν ἐκδοχῶν θρησκευτικότητας, ἀπὸ παιδαγωγικῆς πλευρᾶς εἶναι μέθοδος ἀσύμβατη καὶ λανθασμένη ἀλλὰ καὶ καταστροφικὴ ὡς πρὸς τὰ θρησκευτικὰ ἀποτελέσματα ποὺ θὰ ἔχει, διότι ἀποτελεῖ βίαιη εἰσβολὴ στὴ δομὴ τοῦ θρησκευτικοῦ κόσμου τῶν παιδιῶν.
ια. Ἐξάλλου, σὲ μία δημοκρατικὴ εὐρωπαϊκὴ χώρα, δὲν ἔχει κανεὶς τὸ δικαίωμα, μέσα ἀπὸ τέτοιες ἀντιπαιδαγωγικὲς μεθόδους καὶ ἀνεδαφικοὺς πειραματισμούς, νὰ δημιουργεῖ θρησκευτικὴ σύγχυση στὰ παιδιά, ἐπιχειρώντας τὴν ἀποδόμηση τῆς οἰκείας γονεϊκῆς θρησκευτικῆς πίστεως καὶ ταυτότητάς τους.
Ἄλλωστε καὶ θεσμικὰ κείμενα, ὅπως ἡ ὑπ. ἀριθμ. 1720/2005 Σύσταση τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης (ἄρθρο 3), ὄχι μόνο δὲν ἐπιβάλλουν τέτοιες λύσεις, ὅπως ὁρισμένες φορὲς ψευδῶς καὶ παραπλανητικὰ παρουσιάζεται, ἀλλά, ἀντίθετα, προτρέπουν νὰ γίνεται σεβαστὸ τὸ δικαίωμα τῶν γονέων νὰ ἀνατρέφουν τὰ παιδιὰ τους σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους θρησκευτικὲς πεποιθήσεις.
Τὸ Συμβούλιο τῆς Εὐρώπης, ἀκόμη, δὲν προτείνει συγκεκριμένο ΠΣ, ἀλλὰ ἁπλῶς προτρέπει τὶς εὐρωπαϊκὲς χῶρες νὰ ρυθμίζουν τὰ ἐκπαιδευτικά τους συστήματα, ἔτσι ὥστε ὁ μαθητής, παράλληλα μὲ τὴ γνωριμία τῆς δικῆς του θρησκείας, νὰ ἀνακαλύπτει καὶ τὴ θρησκεία τῶν γειτονικῶν λαῶν. Κάθε μαθητὴς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ πιστεύει ὅτι ἡ δική του θρησκεία εἶναι ἡ ἀληθινὴ πίστη. Ἁπλῶς δὲν πρέπει νὰ θεωρεῖ πὼς ἡ διαφορετικὴ θρησκεία ἢ ἡ ἀθεΐα διαφοροποιεῖ ἀξιολογικὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Σύμφωνα μὲ τὴν ἴδια Σύσταση, εἶναι ζήτημα τῆς κάθε χώρας μεμονωμένα, νὰ πετύχει τὸ συγκεκριμένο στόχο, ποὺ εἶναι ἀφενὸς νὰ γνωρίσουν οἱ μαθητὲς βιωματικά τή δική τους γονεϊκὴ πίστη, διατηρώντας τὴν πολιτισμική τους ταυτότητα καὶ ἀφετέρου νὰ προσεγγίσουν γνωσιολογικὰ καὶ πληροφοριακὰ τὶς ἄλλες θρησκεῖες.
7. Χαρακτηριστικὰ ἀποσπάσματα τοῦ ΠΣ καὶ τοῦ ΟΕ
Μία σύντομη ἀνάγνωση τοῦ ΠΣ καὶ τοῦ ΟΕ ἀρκεῖ γιὰ νὰ διαπιστώσει κανεὶς ὅτι αὐτὸ τὸ ΠΣ εἶναι πρόχειρα καταρτισμένο καὶ μὲ οὐτοπικὲς καὶ ἀνεδαφικὲς προσδοκίες, ποὺ δὲν λαμβάνει ὑπόψη τὶς θρησκευτικὲς καὶ παιδαγωγικὲς προϋποθέσεις τῶν μαθητῶν, στοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται. Παραθέτουμε ὁρισμένα ἐνδεικτικὰ παραδείγματα:
α. Στὴν Γ΄ Δημοτικοῦ, στὴν ἑνότητα μὲ τίτλο: «Κυριακή, Μία σημαντικὴ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας», τίθενται ὡς βασικὰ θέματα τὰ παρακάτω:
-Ἡ Κυριακὴ τῶν Χριστιανῶν: Στὸ χριστιανικὸ ναὸ (ἡ καμπάνα, ὁ ναός, τὰ κεριά, οἱ εἰκόνες, ὁ Σταυρός).
-Τὸ Σάββατο τῶν Ἑβραίων: Στὴ συναγωγὴ (ραββίνος, τορά, κεριά, μενορά, κιπά, τεφιλίν).
-Ἡ Παρασκευὴ τῶν Μουσουλμάνων: Στὸ Τζαμὶ ἢ Τέμενος (Κοράνιο, μιναρές, μουεζίνης, χατίπης, ἰμάμης, νίψεις προσώπου, χεριῶν καὶ ποδιῶν, βγάλσιμο παπουτσιῶν, μάσμπαχ, κατεύθυνση προσευχῆς, κήρυγμα).
-Σύμβολα θρησκειῶν τοῦ κόσμου: Ὁ σταυρός, ὁ ἰχθύς, ἡ ἄμπελος, ὁ πέλεκυς, τὸ ἄστρο τοῦ Δαβίδ, ἡ Μενορά, ἡ ἡμισέληνος, τὸ ὄνομα τοῦ Ἀλλάχ, ἡ Σβάστικα, (Ἰνδουϊσμὸς - Τζαϊνισμός), τὸ γὶν καὶ τὸ γιανκ, τὸ ὤμ, ὁ τροχὸς τῆς διδασκαλίας τοῦ Βούδα (ντάρμα), ὁ λωτός, τὸ σύμβολό τῆς μὴ βίας (ἀχίμζα)»[40]!
Πέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποσιωπᾶται τὸ ἀναστάσιμο καὶ ἑορταστικὸ νόημα τῆς χριστιανικῆς Κυριακῆς, ὡς ἡμέρας τοῦ Κυρίου καὶ ἐξισώνεται ἀπόλυτα στὴ συνείδηση τοῦ μαθητῆ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες ἑόρτιες ἡμέρες τῶν ἄλλων θρησκειῶν, ὑπάρχει παιδαγωγὸς στὸν κόσμο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐγκρίνει ὡς διδακτέα ὕλη γιὰ τὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο παιδιῶν (8) ἐτῶν ὅλη αὐτὴν τὴν πανσπερμία τῶν θρησκευτικῶν ἐννοιῶν, ὀνομάτων, συμβόλων καὶ γνώσεων;
Πῶς νὰ μὴν ὑποθέσει κανεὶς ὅτι ὅλα αὐτὰ γράφτηκαν μεθοδευμένα γιὰ νὰ προκαλέσουν θρησκευτικὴ σύγχυση καὶ ἀμφισβήτηση;
Γιὰ ποιὸ παιδαγωγικὸ λόγο πρέπει τὰ παιδιὰ τῆς Γ΄ Δημοτικοῦ νὰ προσλάβουν αὐτὴν τὴν ὕλη; Στοὺς στόχους τῆς τάξης ἀναφέρεται ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ μαθαίνουν γιὰ νὰ «ἀντιληφθοῦν τὴν ὕπαρξη διαφορετικῶν μορφῶν θρησκευτικῆς ἔκφρασης καὶ νὰ μάθουν νὰ ἐπικοινωνοῦν μὲ τὸ διαφορετικό»[41].
Εἶναι σωστὸ παιδαγωγικὰ νὰ ἐξουθενώνονται τὰ παιδιὰ μὲ τὴν ταυτόχρονη ἐκμάθηση τόσο διαφορετικῶν θρησκευτικῶν γνώσεων καὶ ὀνομάτων, προκειμένου νὰ μάθουν ὅτι κάποιοι ἄλλοι λαοὶ πιστεύουν σὲ διαφορετικὲς θεότητες ἀπὸ αὐτὰ καὶ ὅτι αὐτὸ δὲν ἐμποδίζει τὴν ἐπικοινωνία τους μὲ αὐτοὺς τοὺς λαούς;
Δὲν μπόρεσαν οἱ «ἐμπειρογνώμονες» νὰ βροῦν πιὸ εὔκολο, πιὸ εὔπεμπτο καὶ πιὸ εὐχάριστο τρόπο γιὰ νὰ προσφερθεῖ αὐτὸ τὸ πρότυπο στὸ μικρὸ μαθητὴ τῆς Γ΄Δημοτικοῦ;
β. Στὴν Δ΄ Δημοτικοῦ, ἐπίσης, τίθενται μεταξὺ ἄλλων ὡς μαθησιακοὶ στόχοι γιὰ τοὺς μαθητὲς ἀπίθανες καὶ ἀνερμήνευτες προσδοκίες: Νὰ μποροῦν, δηλαδή, «νὰ διερευνήσουν τὴ στενὴ σχέση τῆς θρησκείας μὲ τὸ χῶρο καὶ τὸ χρόνο»[42] ἢ τοποθετεῖται μεταξὺ τῶν προσδοκώμενων ἐπαρκειῶν ἡ δυνατότητα νὰ μποροῦν νὰ «ἀνιχνεύουν τὴν ἐπιρροὴ ἱερῶν κειμένων ἄλλων θρησκειῶν στὴ ζωὴ καὶ στὸν πολιτισμὸ ἄλλων χωρῶν» ἤ νὰ «περιγράφουν ὁμοιότητες ποὺ ὑπάρχουν στὶς θρησκεῖες»[43].
Ὅλα αὐτά, μάλιστα, χωρὶς φυσικὰ νὰ ἔχουν διδαχτεῖ τὰ παιδιὰ (οὔτε βέβαια θὰ μποροῦσαν σ’ αὐτὴν τὴν ἡλικία νὰ διδαχτοῦν) ὁλοκληρωμένα καὶ ἐπαρκῶς τὶς θρησκεῖες ἢ τοὺς πολιτισμοὺς τῶν ἄλλων λαῶν καὶ θρησκειῶν ἀλλὰ καὶ χωρὶς νὰ ἔχουν τὴν κριτικὴ ἱκανότητα νὰ πραγματοποιήσουν τέτοιου ὑψηλοῦ ἐπιπέδου κριτικὲς καὶ ἐννοιολογικὲς διεργασίες.
Πρόκειται γιὰ ἀκατανόητα, πολύπλοκα, ἀκατάλληλα καὶ δύσκολα θέματα, γιὰ τὰ ὁποῖα τὰ παιδιὰ δὲν ἔχουν καμιὰ προηγούμενη ἐμπειρία ἢ γνωστικὴ δομή, θέματα ἀνεπαρκῆ ἀπὸ ἐπιστημονικῆς καὶ παιδαγωγικῆς πλευρᾶς, ποὺ πνίγουν τὸ μαθησιακὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὸν ἐνθουσιασμὸ τῆς μαθήσεως, ποὺ δὲν δημιουργοῦν προϋποθέσεις βιωματικῆς ἐνσυναίσθησης, ἐνῶ προξενοῦν ἀτελείωτες ἀπορίες καὶ ἀμφιβολίες καθὼς καὶ θρησκευτικὴ ἀπέχθεια στὰ παιδιά.
Ἐκτὸς τῶν ἄλλων, οὔτε οἱ περισσότεροι δάσκαλοι δὲν ἔχουν ἀπὸ τὶς πανεπιστημιακὲς σπουδὲς τους τὶς ἐπιστημονικὲς - θεολογικὲς προϋποθέσεις νὰ διδάξουν ἐπαρκῶς τέτοια ποικιλότροπου περιεχομένου πολυθρησκειακῆ θεματολογία.
γ. Στὴν Ε΄ Δημοτικοῦ τίθεται ὡς στόχος τοῦ ΜτΘ «νὰ προσεγγίσουν τὴν προσωπικότητα τοῦ Ἰησοῦ ὡς διδασκάλου»[44] καὶ ἀναφέρει ὅτι «οἱ μαθητὲς ἀναγνωρίζουν καὶ ἀξιολογοῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς δάσκαλο», χωρὶς νὰ γίνεται οὔτε μία νύξη γιὰ τὸν Χριστό, ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Λυτρωτή, ἐνῶ δίπλα του, στὴν ἴδια ἑνότητα, τοποθετοῦνται ἰσότιμα καὶ ἰσάξια «οἱ μεγάλοι δάσκαλοι θρησκειῶν τοῦ κόσμου: Μωάμεθ, Βούδας, Κομφούκιος»[45].
δ. Στὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ, ἐπίσης, ἀναφέρεται στὰ προσδοκώμενα μαθησιακὰ ἀποτελέσματα ὅτι τὰ παιδιὰ «ἀξιολογοῦν τὴ σημασία τῆς καθιέρωσης τῆς ἀνεξιθρησκείας καὶ ἐκφράζουν τὶς ἰδέες τους γιὰ τὴ σημασία της στὴν ἐποχή μας»[46]!
Τέτοιοι στόχοι χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἀστοχία, διότι ἁπλῶς δὲν εἶναι
προσαρμοσμένοι στὶς προσληπτικὲς ἱκανότητες τῶν παιδιῶν αὐτῆς τῆς ἡλικίας καθὼς καὶ στὸ πλαίσιο τῶν γνωστικῶν τους δομῶν.
Δὲν κατανοεῖται ἀκόμη ἡ σκοπιμότητα θεμάτων στὴν ΣΤ΄ τάξη ὅπως: «Ἡ κοινὴ δράση τῶν Χριστιανῶν στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»[47]!
Ἀνερμήνευτα ἐπίσης εἶναι καὶ τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα ὁρίστηκε ὡς προσδοκώμενο μαθησιακὸ ἀποτέλεσμα στὴν ἴδια τάξη νὰ μποροῦν οἱ μαθητὲς «νὰ ἀναγνωρίζουν ἀποτυπώσεις τῆς θρησκευτικῆς πίστης στὰ μνημεῖα – τοπικὰ καὶ παγκόσμια»[48]!
Ἀκατανόητο ἐπίσης, ἂν μὴ τί ἄλλο, εἶναι νὰ δίδεται δραστηριότητα σὲ παιδιὰ (11) ἐτῶν μὲ θέμα: «Διαβούλευση γιὰ τὴν κατάρτιση ἡμερήσιας διάταξης γιὰ τὴν προετοιμασία μίας πανορθόδοξης διάσκεψης»[49]!
ε. Ἡ ἀπύθμενη ἀντιπαιδαγωγικότητα συνεχίζεται καὶ στὸ Γυμνάσιο. Ζητεῖται ἀπὸ παιδιὰ τῆς Α΄ Γυμνασίου ὡς μαθησιακὸ ἀποτέλεσμα:
-Νὰ «ἀναγνωρίζουν βασικὲς ἰδέες τῶν θρησκειῶν στὴν τέχνη»[50]!
-Νὰ μποροῦν νὰ «ἐντοπίζουν τὰ ἰουδαϊκὰ καὶ τὰ ἰσλαμικὰ στοιχεῖα ποὺ ἔχουν ἐνσωματωθεῖ στὸν ἑλληνικὸ καὶ εὐρωπαϊκὸ πολιτισμό»!
-«Νὰ ἀναπτύσσουν κριτικὴ στάση ἀπέναντι στὴ δική τους θρησκευτικὴ ἰδιοπροσωπεία»!
-«Νὰ καλλιεργοῦν διερευνητικὴ σκέψη καὶ στοχαστικοκριτικὲς ἱκανότητες»[51].
-Νὰ μποροῦν νὰ «ἐξετάζουν τὰ θρησκευτικὰ δεδομένα καὶ γεγονότα μέσα
στὸ ἑκάστοτε κοινωνικὸ καὶ ἱστορικὸ γίγνεσθαι».
-Νὰ «ἐπεξεργάζονται μὲ ἑρμηνευτικὰ κριτήρια τὰ χριστιανικὰ κείμενα καθὼς καὶ κείμενα ἄλλων θρησκευτικῶν παραδόσεων»[52].
Ἐπίσης, προβλέπεται ὡς δραστηριότητα στὴν Α’ τάξη Γυμνασίου ἕνα “Debate” μὲ θέμα: «Ἐφόσον ἡ πίστη εἶναι ἐλεύθερη κανένας δὲ χρειάζεται τὰ δόγματα! Ἐπικαιροποίηση: Ποιὰ θέματα θὰ ἀπασχολοῦσαν μία Οἰκουμενικὴ σύνοδο σήμερα;»[53]!
Ἐρωτᾶται:
Ποιὸς παιδοψυχολόγος θὰ συμφωνοῦσε μὲ τὴν ἄποψη ὅτι τὰ παιδιὰ τῆς Α΄ Γυμνασίου βρίσκονται σὲ μία νοητικὴ καὶ ψυχοκινητικὴ ἱκανότητα καὶ δυνατότητα τέτοια, ποὺ νὰ μποροῦν νὰ πραγματοποιοῦν τέτοιου ἐπιπέδου νοητικές, ἐννοιολογικές, κριτικὲς καὶ γνωστικὲς λειτουργίες, ὅπως αὐτὲς πού τούς ζητοῦνται ἀπὸ τὸ ΠΣ στὰ Θρησκευτικά;
στ. Κατὰ τὸν ἴδιο ἀντιπαιδαγωγικὸ τρόπο ἀντιμετωπίζονται καὶ οἱ μαθητὲς τῆς Β΄ Γυμνασίου:
-Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ δίδεται σὲ παιδιὰ (13) καὶ (14) ἐτῶν ὡς διαθεματική δραστηριότητα, τὸ θέμα: «Ὁ διάλογος τῆς θεολογίας μὲ τὴ σύγχρονη βιολογία καὶ τὴ θεωρία τῆς ἐξέλιξης. Τὰ πορίσματα τῶν διοργανώσεων τοῦ διεθνοῦς Συμποσίου θρησκείας, Ἐπιστήμης καὶ Περιβάλλοντος»[54].
-Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ζητοῦνται ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τῆς Β΄ Τάξης Γυμνασίου, μεταξὺ τῶν ἄλλων στόχων, «νὰ διαπιστώσουν τὶς θεολογικὲς προϋποθέσεις καὶ τοὺς παράγοντες τῶν κρίσεων καὶ τῶν συγκρούσεων καὶ νὰ ἀξιολογήσουν τὶς λύσεις - συνθέσεις ποὺ ἐπιτεύχθηκαν καὶ τὶς ἀντιθέσεις ἢ τοὺς προβληματισμοὺς πού παραμένουν». «Νὰ ἀντιληφθοῦν τὴ διάδραση ἀνάμεσα στὶς θρησκευτικὲς πεποιθήσεις - ἀξίες καὶ τὶς κοινωνικὲς ἰδέες - στάσεις - συμπεριφορές». «Νὰ ἐρευνήσουν τὶς θέσεις ἄλλων θρησκειῶν πάνω στὰ ἀντίστοιχα ζητήματα (εἰκονισμὸς τοῦ Θεοῦ, σεβασμὸς τοῦ “ἄλλου”, ἐσωτερικὲς διασπάσεις)»[55].
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐπισημαίνεται ὅτι γιὰ νὰ γίνει κρίση, σύγκριση καὶ ἀξιολόγηση τῶν θρησκειῶν ἀπαιτεῖται ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη τῆς Θρησκειολογίας οὐσιαστικὴ προσέγγιση κάθε θρησκείας ξεχωριστά, ποὺ σημαίνει ἀφενὸς γνώση καὶ ἐμπειρία τῆς διδασκαλίας, τῆς λατρευτικῆς ζωῆς καὶ ἀφετέρου ἔνταξη στὴ θρησκευτικὴ κοινότητα καὶ ἀποδοχὴ τοῦ τρόπου ζωῆς. Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει κριτικὴ ἀξιολόγηση τῶν θρησκειῶν, χωρὶς νὰ ὑπάρχουν ὅλες αὐτὲς οἱ θεμελιακὲς προϋποθέσεις.
-Δὲν μπορεῖ νὰ μὴν κατανοοῦν οἱ συντάκτες τοῦ ΠΣ ὅτι μὲ μία ἢ δυὸ ὧρες
διδασκαλίας ἀποσπασματικῶν στοιχείων ἀπὸ (8) διαφορετικὲς θρησκεῖες, τὰ παιδιὰ δὲν μποροῦν νὰ νοηματοδοτήσουν καὶ νὰ ἐπεξεργαστοῦν πολύπλοκα καὶ δύσκολα γιὰ τὸ πνευματικὸ τους ἐπίπεδο θέματα θρησκειῶν, λόγῳ ἐλλείψεως προηγούμενων γνωστικῶν δομῶν γι΄ αὐτές, ἀλλὰ καὶ καθότι βρίσκονται ἀποκομμένες ἀπὸ τὸ «ὅλον» τοῦ θρησκευτικοῦ τους πλαισίου.
-Δὲν εἶναι δυνατό, νὰ μὴν γίνεται κατανοητό, πὼς δὲν μποροῦμε νὰ ἀπευθυνόμαστε σὲ μικρὰ παιδιὰ χρησιμοποιώντας πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου λεξιλόγιο, ἔννοιες καὶ θέματα μὲ τόση ἐπιπολαιότητα, γνωρίζοντας μάλιστα τὶς ἐλλείψεις τῶν παιδιῶν στὸ πλαίσιο τῆς γνωστικῆς καὶ βιωματικῆς δομολειτουργίας, ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὶς θρησκεῖες.
Τὰ παιδιὰ τῆς Β΄ Γυμνασίου δὲν μποροῦν νὰ ἐμπλακοῦν σὲ ἕνα θέμα, χωρὶς νὰ ἔχουν σχηματίσει κάποια εἰκόνα γι’ αὐτό. Αὐτὸ συμβαίνει, γιὰ παράδειγμα, σὲ προσδοκώμενα μαθησιακὰ ἀποτελέσματα, γιὰ θέματα ποὺ δὲν ἔχουν ἰδέα, ὅπως: «νὰ ἀξιολογοῦν μὲ ἀνθρωπολογικὰ καὶ κοινωνιολογικὰ κριτήρια τὶς ἀρνητικὲς συνέπειες τῶν γεγονότων»[56] ἢ «νὰ ἐντοπίζουν καὶ ἑρμηνεύουν τὴν ἔκφραση τοῦ κακοῦ σὲ ἔργα τέχνης», «νὰ διαπιστώνουν καὶ νὰ ἀξιολογοῦν τὴ θεώρηση τοῦ κακοῦ σὲ ἄλλες θρησκεῖες» ἢ νὰ κάνουν ἔρευνα στὸ θέμα: «πὼς νοεῖται ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου στὸν Χριστιανισμὸ καὶ στὶς ἀπωανατολικὲς παραδόσεις τοῦ Ἰνδουϊσμοῦ καί τοῦ Βουδισμοῦ»[57].
-Δὲν κατανοεῖται ἐπίσης ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο τὰ παιδιὰ τῆς Β΄ Τάξης Γυμνασίου (ὅπως φυσικὰ καὶ τῆς Α΄ Τάξης Γυμνασίου) θὰ πρέπει νὰ μποροῦν, τελειώνοντας τὰ Θρησκευτικὰ τῶν δυὸ Τάξεων, «νὰ ἀναπτύσσουν κριτικὴ στάση ἀπέναντι στὴ δική τους θρησκευτικὴ ἰδιοπροσωπεία»[58]!
Καὶ γιατί μόνο στὴ δική τους;
Στὴ Β΄ Γυμνασίου, ἐπίσης, συνεχίζεται ἡ μέθοδος τῆς μὴ ἀναλογικῆς παιδαγωγικῆς προσέγγισης τῶν παιδιῶν: Σὲ ἑνότητα μὲ τίτλο: «Διάσπαση καὶ ἀντιπαλότητα στὶς θρησκεῖες», ἀναφέρεται, μεταξὺ τῶν προσδοκώμενων μαθησιακῶν ἀποτελεσμάτων, νὰ μποροῦν οἱ μαθητὲς «νὰ ἐξηγοῦν τοὺς λόγους πού ἀπομάκρυναν σταδιακὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς ἀπὸ τὴ Δύση». Πέρα ἀπὸ τὸ ὑψηλὸ καὶ ἀπλησίαστο ἐπίπεδο τῶν προσφερομένων μαθησιακῶν ἀγαθῶν, τίθεται ἐδῶ καὶ τεράστιας σημασίας θεολογικὸ ζήτημα, ὅταν παρουσιάζεται ἐπίσημα ὡς θέση τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας, ποὺ διδάσκεται στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο ὅτι ἡ Ἀνατολὴ ἀποκόπηκε καὶ ἀποσπάστηκε ἀπὸ τὴ Δύση καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο.
Στὴν ἴδια ἑνότητα ἀναφέρονται τόσο δαιδαλώδη καὶ ἀλλότρια μεταξύ τους θέματα πρὸς μάθηση, ποὺ εἶναι βέβαιο ὅτι θὰ δημιουργήσουν μαθησιακὰ προβλήματα στὰ παιδιά: «τὸ Σχίσμα, οἱ Σταυροφορίες, ἡ Μεταρρύθμιση, οἱ θρησκευτικοὶ πόλεμοι στὴν Εὐρώπη καὶ ἡ διάσπαση σὲ διάφορες θρησκεῖες: Βία καὶ καταλλαγή: Κοράνιο, Βέδες, βουδιστικὴ τρυπιτάκα, ἡ ἰνδικὴ – τζαϊνιστικὴ ἀρχὴ τῆς ἀχμίζα, τῆς μὴ βίας πρὸς ὅλα τὰ ζωντανὰ ὄντα καί τοῦ σεβασμοῦ τῆς ζωῆς. Ἀντιπαλότητα καὶ διαμάχες: Γιλγαμές, Ἰλιάδα, Ὀδύσσεια, Μαχαμπάρατα, Ραμάγιανα κλπ».
Τέλος, δίδεται στὰ παιδιὰ project μὲ θέμα: «Ἡ θρησκεία ὡς ἐργαλεῖο
πρόκλησης διχασμῶν ἢ συμφιλίωσης: Ἡ ἐκμετάλλευση τῆς θρησκείας ἀπὸ πολιτικὰ καὶ οἰκονομικά συμφέροντα»[59]. Τί θὰ μπορέσει νὰ καταλάβει ὁ μαθητὴς ἀπὸ ὅλο αὐτὸ τὸ ἀνούσιο πολτοκομφούζιο;
ζ. Στὴν Γ΄ Γυμνασίου παρατηρεῖται τὸ ἴδιο σκηνικὸ ἀναντιστοιχίας μεταξὺ προσληπτικῆς ἱκανότητας τῶν παιδιῶν καὶ παροχῆς γνώσεων, ἀλλὰ καὶ πρωτοφανοῦς συγκρητισμοῦ θρησκευτικῶν στοιχείων καὶ ἐννοιῶν, μὲ ἐμφανῆ στόχο τὴν ἀπόλυτη σύγχυση καί, συνακόλουθα, τὸ θρησκευτικὸ μηδενισμὸ στὴ συνείδηση τῶν μαθητῶν:
Σὲ ἑνότητα μὲ τίτλο: «Τὸ ζήτημα τῆς θρησκείας στὴ σύγχρονη Εὐρώπη» δίδονται ὡς βασικὰ θέματα τὰ παρακάτω: «Κοινὴ διακήρυξη καθολικῶν-ὀρθοδόξων (2006). Τὸ Εὐρωπαϊκὸ καὶ τὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Οἰκουμενικὴ Κίνηση. Θεολογικὸς διάλογος».
Σὲ ἄλλη ἑνότητα μὲ θέμα: «Τὸ ζήτημα τῆς θρησκείας στὴν σύγχρονη Εὐρώπη» ἀναφέρονται «θρησκεῖες, σέκτες, “νεανικές” θρησκεῖες. Ἀναζητήσεις καὶ συμπεριφορές: ἀθεϊσμὸς καὶ ἀντιχριστιανισμός. Συγκρητισμὸς καὶ ἐσωτερισμός. Φαινόμενα ἀρχαιολατρείας. Ἀντισημιτισμὸς ἰσλαμοφοβία. Ἀξίες θρησκειῶν τοῦ κόσμου Ἰουδαϊσμός, Ἰσλάμ, Ἰνδουϊσμός, Βουδισμός, Κομφουκιανισμός».
Τελικά, ἀπ’ ὅλα τὰ παραπάνω, τὸ ΠΣ φαίνεται νὰ καταλήγει καὶ νὰ ἐπικεντρώνει τὸ ἐνδιαφέρον του σὲ ἕνα διαθεματικὸ project μὲ θέμα: «Ἀναζητώντας τὶς χριστιανικὲς ρίζες τῆς Εὐρώπης. Ἡ συνάντηση τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν στὴν Εὐρώπη. Ἐργαστήρι ἰδεῶν: Σὲ ὁμάδες συζητεῖται τὸ θέμα: «Γιατί εἶναι σημαντικὸς ὁ διαθρησκευτικὸς διάλογος: παρουσίαση θέσεων. project (τριμηνιαίας διάρκειας): Ὁ ἀντισημιτισμὸς στὴν Εὐρώπη ἀπὸ τὸν Μεσαίωνα ὡς σήμερα»[60].
-Μὲ ποιὰ λογικὴ ἀκόμη προτείνεται ἄλλη δραστηριότητα μὲ θέμα: «Τοποθέτηση ἀπέναντι σὲ κείμενο (π.χ. τοῦ Θ. Παπαθανασίου) γιὰ τὴν ἱεραποστολή»[61]. Εἶναι ἀπορίας ἄξιο πῶς ἄραγε δεκάδες μνημειώδη σχετικὰ κείμενα Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας παραμερίζονται ἐπιδεικτικὰ καὶ δὲν ἐπιλέγονται γιὰ νὰ τὰ μελετήσουν τὰ παιδιά, ἀλλὰ κρίνεται ὡς πλέον ἀξιόλογο καὶ προβάλλεται τὸ παραπάνω κείμενο γιὰ τὸ ΠΣ.
η. Σὲ ἑνότητα, ἐπίσης, μὲ τίτλο: «Μαρτυρία καὶ προσφορὰ τῆς πίστης στὸ σύγχρονο κόσμο», ὡσὰν νὰ μὴν προσέφεραν ποτὲ μὲ τὴν πίστη τους στὸν κόσμο σύγχρονοι πνευματικοὶ ἄνθρωποι καὶ ἅγιοι τῆς ὀρθοδοξίας, προβάλλονται τὰ παρακάτω πρόσωπα:
-«Γέροντας Πορφύριος. Τὸ χάρισμα τῆς πνευματικῆς πατρότητας.
-Ν. Νησιώτης. Ὁ ὁραματιστὴς τῆς ἑνότητας.
-Κάλλιστος Γουέαρ. Μία ὀρθόδοξη φωνὴ στὴ σύγχρονη Δύση.
-Μητέρα Τερέζα, ἡ “ἁγία τῶν φτωχῶν”.
-Ντ. Μονχέφερ. Ὁ μαρτυρικὸς ἀγώνας κατὰ τοῦ ναζισμοῦ.
-Μ. Ντ. Τούτου. Ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς ἰσότητας καὶ τῶν ἀνθρωπίνων
δικαιωμάτων, μέριμνα γιὰ τοὺς πάσχοντες ἀπὸ AIDS.
-Μ. Γκάντι. Ὁ κήρυκας καὶ μάρτυρας τῆς εἰρηνικῆς ἀντίστασης.
-Δαλάι Λάμα. Ἕνας θρησκευτικὸς ἡγέτης χωρὶς πατρίδα»[62]62.
Ἐρωτᾶται:
Αὐτὰ ἄραγε εἶναι τὰ ἀντιπροσωπευτικότερα παραδείγματα, στὰ ὁποῖα στεγάζεται ἡ μαρτυρία καὶ ἡ προσφορὰ τῆς πίστης στὸ σύγχρονο κόσμο;
θ. Σὲ ἄλλη ἑνότητα μὲ θέμα: «Ἐλπίδα καὶ ἀγώνας γιὰ τὴ μεταμόρφωσή τοῦ κόσμου», δίδεται ὡς δραστηριότητα γιὰ τοὺς μαθητὲς τῆς Γ΄ Γυμνασίου «νὰ βροῦν στοιχεῖα γιὰ τὶς ὄψεις τῆς σύγχρονης θεολογίας:
-Θεολογία τῆς Ἀπελευθέρωσης - Φεμινιστικὴ Θεολογία»[63]!
Ἐρωτᾶται:
Εἶναι θεολογικὰ καὶ ἐπιστημονικὰ δυνατὸν νὰ διδάσκεται ἐπίσημα σὲ σχολεῖα καὶ δὴ σὲ μαθητὲς (14) ἐτῶν ὅτι ἡ σύγχρονη θεολογία συναποτελεῖται ἀπό τή Θεολογία τῆς Ἀπελευθέρωσης καὶ ἀπὸ τὴ Φεμινιστικὴ Θεολογία;
Τί ρόλο παίζουν τελικά, ἢ ὁραματίζονται ὁρισμένοι νὰ παίξουν στὸ μέλλον, αὐτὲς οἱ σκόπιμες θεολογικὲς κακοποιήσεις, μὲ τὴν εἰσαγωγή τους στὰ σχολεῖα τῆς χώρας;
8. Οἱ προϋποθέσεις τῶν διδασκόντων τὸ ΜτΘ
Ἀξίζει, στὸ σημεῖο αὐτό, μία ἐνδεικτικὴ ἀναφορὰ στὶς προϋποθέσεις ποὺ θέτει ὁ ΟΕ στὸ πρόσωπο τῶν διδασκόντων: Ἀποκαλυπτικὸ στοιχεῖο τῆς θρησκευτικῆς οὐδετερότητας καὶ τῆς ἀποορθοδοξοποίησης ποὺ ἐπιχειρεῖται μέσῳ τοῦ ΟΕ ἀποτελοῦν τὰ ἑξῆς, ἐνδεικτικὰ καὶ χαρακτηριστικά: «Δὲν ὑφίσταται καμιὰ ἰδιαίτερη θρησκευτικοῦ χαρακτήρα προϋπόθεση γιὰ νὰ διδάξει ἕνας δάσκαλος τὸ ΜτΘ. Μᾶλλον ἀπευκταῖες θὰ πρέπει νὰ θεωροῦνται τέτοιες προδιαθέσεις. Ἕνας ἄθρησκος ἢ ἀγνωστικιστὴς ἢ ἀδιάφορος μπορεῖ νὰ διδάξει μὲ ἐπιτυχία τὸ ΜτΘ, ὅπως καὶ ἕνας θρησκευόμενος. Ἀντίθετα, ἕνας ζηλωτὴς θρησκευόμενος ἔχει μᾶλλον ἐξασφαλισμένη τὴν ἀποτυχία»[64].
Ἀναφέρεται ἀκόμη ὅτι «οἱ δάσκαλοι στὰ σχολεῖα τῆς σύγχρονης Πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας εἶναι σημαντικό, κατὰ τὴν ἐκπαιδευτικὴ διαδικασία, νὰ ἀποστασιοποιοῦνται κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὴ θρησκεία στὴν ὁποία ἐνδεχομένως ἀνήκουν εἴτε πατροπαράδοτα εἴτε ἀπὸ ἐπιλογή»[65], ὅταν εἶναι εὐρέως γνωστὸ καὶ ἀποδεκτὸ στὴν παιδαγωγικὴ ἐπιστήμη ὅτι σὲ καμιά περίπτωση δὲν εἶναι ἀποδεκτὴ ἡ ἀποστασιοποίηση καὶ οὐδετερότητά τοῦ δασκάλου ἀπὸ τὸ ἀντικείμενο ποὺ διδάσκει, ὁποιοδήποτε κι ἂν εἶναι αὐτό.
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἰδιαίτερη ἐντύπωση προκαλεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι, τόσο ὁ τρόπος σύστασης τῆς Ἐπιτροπῆς «ἐμπειρογνωμόνων» - μὲ ἐμπειροτέχνες στὴν πλειοψηφία της-, ὅσο καὶ οἱ ἀπαράδεκτες - καὶ ἀπὸ παιδαγωγικῆς καὶ ἀπὸ θεολογικῆς πλευρᾶς - ἀλλαγὲς καὶ ἀνατροπές, ποὺ ἐπιφέρει τὸ νέο ΠΣ στὸν ὀρθόδοξο χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ, πραγματοποιήθηκαν κρυφίως, ἀφοῦ μόνο μία ὀλιγομελὴς ὁμάδα αὐθαίρετα ἐπιλεγμένων θεολόγων γνώριζε καὶ συμμετεῖχε σ΄ αὐτὸ τὸ ἔργο, χωρὶς νὰ ἐνημερωθεῖ ἢ νὰ ἐρωτηθεῖ κανείς: οὔτε οἱ γονεῖς τῶν μαθητῶν (ὀρθόδοξοι καὶ μή, οὔτε οἱ Θεολογικὲς Σχολές, οὔτε οἱ θεολογικὲς Ἑνώσεις καὶ οἱ Σύνδεσμοι θεολόγων, οὔτε φυσικὰ οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Κρήτης.
Ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μάλιστα, μετὰ ἀπὸ τὶς εὔλογες ἀντιδράσεις καὶ διαμαρτυρίες ποὺ ἔλαβαν χώρα, ζήτησε μόλις τὸν περασμένο Μάϊο 2012, ἀνεπίσημα, νὰ συναντήσει τὴν ἐπιτροπὴ τῶν «ἐμπειρογνωμόνων» καὶ τοὺς σχολικοὺς Συμβούλους, προκειμένου νὰ ἐνημερωθεῖ, ὅταν τὸ ΠΔ εἶχε ἤδη ἐγκριθεῖ ἀπὸ τὸν Αὔγουστο 2011 καὶ ἡ ἐφαρμογὴ του εἶχε ξεκινήσει πιλοτικὰ ἀπὸ τὸ Σεπτέμβριο 2011.
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλα παιδαγωγικά, θεολογικὰ καὶ σὲ μεγάλο βαθμὸ πολιτικὰ ἐρωτήματα γιὰ τοὺς λεγόμενους «ἐμπειρογνώμονες»:
-Γιατί τὸ ΠΣ δὲν ἐφαρμόζεται καὶ στὰ μειονοτικὰ σχολεῖα τῆς Θράκης, ὅπου φοιτοῦν οἱ ἕλληνες μουσουλμάνοι μαθητές, ἀφοῦ, μάλιστα, ρητὰ καὶ κατηγορηματικὰ ἀναφέρει ὅτι «ἀπευθύνεται ὄχι μόνο στοὺς Ἕλληνες ἢ στοὺς ὀρθόδοξους μαθητές, ἀλλὰ σὲ ὅλους, ἀνεξαιρέτως ἐθνικῆς καταγωγῆς ἢ θρησκευτικῆς καὶ ὁμολογιακῆς ταυτότητας»[66];
-Γιατί τὰ παιδιὰ αὐτὰ συνεχίζουν καὶ θὰ συνεχίσουν νὰ διδάσκονται μόνο τὴ θρησκεία τους, τὸ Ἰσλάμ, ἐνῶ ἐπιβάλλεται στὰ παιδιὰ ποὺ ζοῦν στὴν ὑπόλοιπη χώρα, χριστιανοὺς καὶ μή, νὰ διδάσκονται (8) διαφορετικὲς θρησκευτικότητες;
Εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ ἕλληνες μουσουλμάνοι τῆς Θράκης δὲν ἐπιθυμοῦν μετατροπὲς καὶ ἀλλοιώσεις στὴν πίστη τους καὶ ὅτι κανεὶς δὲν τολμᾶ νὰ πεῖ λέξη γιὰ ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ τοῦ ΜτΘ στοὺς ἕλληνες μουσουλμάνους μαθητές τῆς Θράκης, χωρὶς τὴ συνεννόηση καὶ τὴν ἔγκριση τοῦ Μουφτῆ τὴν ὁποία, εἶναι προφανὲς ὅτι δὲν θὰ παρεῖχε, υἱοθετώντας τὴν ταυτόχρονη διδασκαλία τοῦ Ἰσλὰμ μὲ ἄλλες θρησκεῖες.
Ἐρωτᾶται:
Μόνον ἡ ὀρθόδοξη πίστη θὰ μένει ἀνυπεράσπιστη στὶς κάθε μορφῆς παρεμβάσεις καὶ ἐκμεταλλεύσεις καὶ μόνον αὐτὴ θὰ γίνεται μονίμως στόχος τῆς ἑκάστοτε πολιτικῆς ἐξουσίας καὶ τῶν αὐλιζομένων σ΄ αὐτήν;
Τελικά, μήπως μόνον ἡ ὀρθόδοξη πίστη μπαίνει στὸ στόχαστρο τῆς ἀποδόμησης; μήπως μόνον αὐτὴ δημιουργεῖ πρόβλημα στὸ σχέδιο τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων καὶ τῆς Παγκοσμιοποίησης, τέκνα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ πολυπολιτισμικότητα καὶ ἡ πολυθρησκευτικότητα, ποὺ τόσο ἐμφατικὰ χρησιμοποιοῦνται στὸ νέο ΠΣ τοῦ ΜτΘ;
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐν ὄψει τῶν παραπάνω, θεωροῦμε ὅτι τὸ θέμα τῆς μετατροπῆς τοῦ χαρακτήρα τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν νέων μας ἀπὸ ὀρθόδοξο σὲ πολυθρησκειακό, ὅπως ἐπιχειρεῖται μέσα ἀπὸ τὸ νέο πιλοτικὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν καὶ τὸν Ὁδηγὸ τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ, εἶναι πολὺ σοβαρό: κάθε χρόνο πρόκειται νὰ λαμβάνουν θρησκευτικὴ ἀγωγή, μὲ βάση αὐτὸ τὸ Πρόγραμμα, περίπου 900.000 παιδιὰ Δημοτικοῦ καὶ Γυμνασίου.
Γι’ αὐτό, ἀπευθύνω προσωπικὴ παράκληση καὶ πρόταση στὸν Μακαριώτατο, προκειμένου νὰ καλέσει σὲ σύσκεψη ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς, μαζὶ μὲ ὅλους τούς ἐκπροσώπους τοῦ θεολογικοῦ κόσμου, νὰ συζητήσουν, χωρὶς χρονικοὺς περιορισμούς, τὸ σοβαρὸ αὐτὸ θέμα, ποὺ μέχρι τώρα διαχειρίστηκε καταχρηστικὰ μόνο μία μικρὴ ὁμάδα θεολόγων, κάτω ἀπὸ καθεστὼς κρυψίνοιας καὶ μυστικότητας.
Τὸ νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν δὲν συνιστᾶ, σὲ καμία περίπτωση, ὀρθὴ μέθοδο θρησκευτικῆς ἀγωγῆς καὶ πρέπει νὰ ἀποσυρθεῖ, ἐνῶ στὴ συνέχεια πρέπει νὰ ξαναγραφτεῖ ἐξαρχῆς ἀπὸ ἄλλη ἐπιστημονικὴ ὁμάδα εἰδικῶν στὴ συγγραφὴ Ἀναλυτικῶν Προγραμμάτων ἢ Προγραμμάτων Σπουδῶν, ποὺ θὰ λάβει ὑπόψη, τόσο τὶς πραγματικὲς θρησκευτικὲς καὶ πολιτισμικὲς συνθῆκες τῆς χώρας μας, ὅσο καὶ τὶς ἐπιταγὲς τῆς παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης.
Μὲ ἀγάπη Χριστοῦ, ἀσπάζομαι τὴ σεβάσμια δεξιά σας,
Ἡρακλῆς Ρεράκης
Καθηγητής__
[1] Ν. Βερνίκος, Σ. Δασκαλοπούλου, Πολυπολιτισμικότητα: Οἱ διαστάσεις τῆς πολιτισμικῆς
ταυτότητας, ἔκδ. Κριτική, Ἀθήνα 2002, σ. 37.
[2] Τὸ μοντέλο τῆς “πολυπολιτισμικότητας” ἐμφανίστηκε στὶς ΗΠΑ τὴ δεκαετία τοῦ ΄70, σὲ μία χώρα, ποὺ ὄντως ὑπῆρχαν καὶ ὑπάρχουν πολλὲς διαφορετικὲς ἐθνοτικὲς ὁμάδες, μὲ ἔντονη τὴν πολιτισμική τους παρουσία σὲ ὅλους τούς τομεῖς τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Στόχος τῆς δημιουργίας αὐτοῦ τοῦ μοντέλου ἦταν νὰ ἀντικαταστήσει τὸ μοντέλο τοῦ «χωνευτηρίου» ἢ τῆς ἀφομοίωσης τῶν μεταναστῶν. Ἤδη, ὡστόσο, ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ΄90 τὸ μοντέλο αὐτὸ παραμερίστηκε, ἐπειδὴ πυροδοτοῦσε ρατσιστικὲς ἀντιδράσεις.
[3] Τὰ τελευταῖα χρόνια τὸ μοντέλο τῆς “πολυπολιτισμικότητας” υἱοθετήθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη. Ὡστόσο, μετὰ τὶς παρενέργειες ποὺ δημιουργήθηκαν (ἔξαρση ρατσισμοῦ, ἐγκληματικότητα, ἄνοδος τῆς ἄκρας δεξιᾶς) ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη οἱ εὐρωπαϊκὲς χῶρες (Βρετανία, Δανία, Γαλλία, Ὀλλανδία, Γερμανία, Λετονία κ.ἅ.) ἐπιστρέφουν στὸ μοντέλο τῆς ἔνταξης ἢ τῆς ἀφομοίωσης.
[4] ΠΣ, σ. 11.
[5] ΠΣ, σ. 10.
[6] ΠΣ, σ. 11.
[7]Δὲν ἀναφέρεται βέβαια ἀπὸ ποιοὺς «ἀναγνωρίζεται», ἂν δηλαδὴ ὑπάρχουν ἐπιστημονικές, θεολογικὲς ἢ ἐκκλησιαστικὲς ἔρευνες ποὺ τὸ «ἀναγνωρίζουν», διότι διαφορετικὰ συμπεραίνει κανεὶς ὅτι οἱ ἰσχυρισμοὶ τῶν συντακτῶν ἀποτελοῦν γενικόλογες καὶ ἀτεκμηρίωτες διαπιστώσεις.
[8] ΠΣ, σ. 11-12
[9]Ἀπὸ ποῦ προκύπτει ὅτι «χρειάζεται»; Ποιὸς καὶ μὲ ποιὰ κριτήρια ἀποφάσισε ὅτι «χρειάζεται»;
[10] ΠΣ, σ. 12.
[11] ΠΣ, σ. 16.
[12] ΠΣ, σ. 12
[13] ΠΣ, σ. 12.
[14] ΠΣ, σ. 13
[15]Ἐρευνώντας περαιτέρω τὸ θέμα διαπίστωσα ὅτι τῆς μετατροπῆς τοῦ ΜτΘ σὲ πολυθρησκειακὸ καὶ πολυπολιτισμικὸ μάθημα προηγήθηκε, τὰ τελευταῖα χρόνια, ἐκτενὴς προεργασία. Σὲ ἄρθρο τοῦ συντονιστῆ τῆς Ἐπιτροπῆς τῶν λεγομένων «ἐμπειρογνωμόνων» γιὰ τὴν κατάρτιση τοῦ ΠΣ, πού εἶχε δημοσιευθεῖ στὴν Ἱστοσελίδα τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου, μὲ τίτλο «Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στὴ δημόσια ἐκπαίδευση», γίνεται λόγος γιὰ «τεταμένες σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας ἀπὸ τὴ μεταπολίτευση ὡς τὶς μέρες μας», γιὰ «προοπτική τοῦ χωρισμοῦ (Ἐκκλησίας- Πολιτείας), ἀργή ἀλλὰ σταθερή, ὡς ἱστορικὴ μοίρα τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ». Στὸ ἴδιο ἄρθρο ἰσχυρίζεται ὅτι «μία τέτοια ἐξέλιξη θὰ σημάνει καὶ τὸ τέλος τῶν ἱστορικῶν προνομίων τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν Ἑλλάδα καὶ σαφῶς τὸ κλείσιμο τοῦ ἱστορικοῦ κύκλου τῶν Θρησκευτικῶν ὡς ὁμολογιακοῦ μαθήματος». (Στ. Γιαγκάζογλου, «Τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στὴ δημόσια ἐκπαίδευση», στὸ Ἀνάλεκτα, ΠΙ, σ. 3 καὶ 5). Σὲ δεύτερο ἄρθρο του, δημοσιευμένο ἐπίσης στὴν παραπάνω Ἱστοσελίδα, μὲ τίτλο: «Ἡ φυσιογνωμία καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος. Ἡ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ στὶς σύγχρονες πολυπολιτισμικὲς κοινωνίες», γίνεται πιὸ συγκεκριμένος ὡς πρὸς τὸ σχέδιο ἀποδόμησης καὶ ἀποορθοδοξοποίησης ποὺ σχεδίαζε νὰ πραγματοποιήσει: Τὸ πρόβλημά τοῦ μαθήματος, γράφει, εἶναι «ὁ ὁμολογιακὸς χαρακτήρας του. Τὸ μάθημα ἔχει κατηχητικὸ χαρακτήρα, εἶναι μονοφωνικὸ ὡς ἐκ τῆς φύσεώς του καὶ συνεπῶς δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν ἀνάγκη μίας ἐλεύθερης πλουραλιστικῆς κοινωνίας. Τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο ἀποτελεῖ ἀκραία περίπτωση θρησκευτικοῦ κατηχητισμοῦ. Σ΄ ἕνα πλουραλιστικὸ καὶ δημοκρατικὸ σχολεῖο, ποὺ σέβεται τὴ θρησκευτικὴ ἑτερότητα καὶ μάλιστα στὸ πλαίσιο τῆς σύγχρονης συνείδησης τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτιστικῆς πραγματικότητας, ἡ λύση δὲν εἶναι παρὰ ἡ κατάργηση τοῦ ὁμολογιακοῦ μαθήματος καὶ ἡ μετάβαση σὲ ἕνα οὐδετερόθρησκο σχολεῖο. Πέραν τῆς πλήρους κατάργησης τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος ποὺ ὑποστηρίζεται ἀπὸ ἐλάχιστους κύκλους, ὡς ἐναλλακτικὴ πρόταση προβάλλεται συνήθως ἡ ἀντικατάσταση τοῦ ὁμολογιακοῦ ἀπὸ τὸ θρησκειολογικὸ μοντέλο». (Στ. Γιαγκάζογλου, «Ἡ φυσιογνωμία καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος, Ἡ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ στὶς σύγχρονες πολυπολιτισμικὲς κοινωνίες», στὸ Ἀνάλεκτα, ΠΙ, σ. 6-7). Πρωταρχικὴ παρατήρησή μας εἶναι ὅτι ὅλα τὰ παραπάνω ἀποτελοῦν ἐχθρικὴ καὶ συκοφαντικὴ ἐπίθεση ἐναντίον τοῦ ΜτΘ καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ὑποτιθέμενο ἁρμόδιο γιὰ νὰ στηρίζει τὸ ΜτΘ. Ἡ δεύτερη παρατήρηση ἀφορᾶ στὸν ἀντιφατικὸ χαρακτήρα τῶν γραφομένων του, διότι τὸ ἐρώτημα ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὰ ὅσα γράφει εἶναι: Γιατί τόσα χρόνια πού βρίσκεται στήν ὑπεύθυνη θέση τοῦ Συμβούλου στό Παιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο σχεδίαζε καὶ ἐνέκρινε, τὴ συγγραφὴ ὅλων αὐτῶν τῶν Προγραμμάτων καὶ τῶν Βιβλίων τῶν Θρησκευτικῶν, πού, ὅπως ἰσχυρίζεται τώρα, ἦταν ὁμολογιακά; Τώρα εἶναι ὁμολογιακά; Τότε δὲν ἦταν; Στὸ ἴδιο ἄρθρο του προτείνει «νὰ διαλεχτεῖ ἡ χριστιανικὴ θεολογία δημιουργικὰ μὲ τὴν πολιτισμικὴ καὶ θρησκευτικὴ ποικιλομορφία, νὰ προσπεράσει τὴ μισαλλοδοξία καὶ τὸ φανατισμό, νὰ μὴν προσκολλᾶται στὸ ἔνδοξο παρελθόν, οὔτε νὰ κλείνεται σὲ ἕνα εἶδος ἰδιοκτησιακῆς ἀντίληψης γιὰ τὴν κατοχὴ τῆς ἀλήθειας» (Στ. Γιαγκάζογλου, «Ἡ φυσιογνωμία..», ὅ.π., σ.12 καὶ 14). Μέσα ἀπὸ ποιὲς ἐπιστημονικὲς μελέτες ἔχουν διαπιστωθεῖ ὅσα ἀβάσιμα ἰσχυρίζεται γιὰ φαινόμενα μισαλλοδοξίας καὶ φανατισμοῦ στὴ θεολογία δὲν μᾶς λέει. Ἰσχυρίζεται ἀκόμη ὅτι «χρειάζεται μία νέα προσέγγιση τῶν σημερινῶν κοινωνικῶν καὶ πολιτισμικῶν πραγματικοτήτων τοῦ κόσμου μας μέσα ἀπὸ μία θεολογία τῆς πολυπολιτισμικότητας. Εἶναι ὄντως ἀνάγκη τὸ ΜτΘ νὰ ἀλλάξει φυσιογνωμία καὶ χαρακτήρα. Εἶναι ἀνάγκη ἡ θεολογία τῆς πολυπολιτισμικότητας, ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸ ἀγγίξει, ἀλλὰ νὰ τὸ διαπεράσει, κομίζοντας μία ἄλλη μαρτυρία γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναπλαισιωθεῖ ὁ θεολογικὸς καὶ παιδαγωγικός του χαρακτήρας σὲ νέες βάσεις καὶ ἀρχές» (Στ. Γιαγκάζογλου, «Ἡ φυσιογνωμία..», ὅ.π., σ. 14-15). Ἡ χρήση τοῦ ὅρου «θεολογία τῆς πολυπολιτισμικότητας» στὴν ὀρθόδοξη θεολογία, ἀποτελεῖ νέα ἐφεύρεση καὶ ἡ πρωτοτυπία ἀνήκει στὸ συγγραφέα τοῦ παρόντος ἄρθρου. Εἶναι ἐμφανὲς ἀπὸ τὰ παραπάνω ὅτι προετοιμαζόταν πολὺ νωρίτερα τὸ κλίμα τῆς ἀποορθοδοξοποίησης τοῦ ΜτΘ καὶ τὸ 2011 συστήνεται, μὲ ἄγνωστα κριτήρια μία ὁμάδα, ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν μελῶν τῆς ὁποίας εἶναι «ἐμπειροτέχνες» καὶ ὄχι «ἐμπειρογνώμονες», ὅπως βαπτίστηκαν ἀπὸ τὸ Παιδαγωγικὸ Ἰνστιτοῦτο καὶ ἀπὸ τὴ γνωστὴ γιὰ τὰ «προοδευτικά» της «προτερήματα» Ὑπουργό.
[16] Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, «Ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου», Ὁμιλία εἰς τὸ Πανεπιστήμιον τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας, στὸ περ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ἀρ. 9, Ὀκτώβριος 2005, σ. 725-726: «Σᾶς εἶναι γνωστὸν ὅτι κατὰ τοὺς τελευταίους χρόνους ὀξεία διεξάγεται συζήτησις περὶ τῆς χρησιμότητος τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς εἰς τὴν δημοσίαν ἐκπαίδευσιν. Οἱ μέν, ἐπικαλούμενοι τὴν παράδοσιν τοῦ Γένους ἡμῶν καὶ τὴν εἰσφορὰν τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν διατήρησιν τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητος ἡμῶν, ὡς καὶ πολλὰ ἄλλα ἐπιχειρήματα, φρονοῦν ὅτι ἡ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι λίαν ἀπαραίτητος καὶ χρήσιμος διὰ τοὺς νέους καὶ τὸ κράτος. Οἱ δέ, ἐπικαλούμενοι κυρίως τὴν θρησκευτικὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν λεγομένην οὐδετερότητα τοῦ κράτους ἔναντι τῶν θρησκειῶν, προτείνουν νὰ καταργηθῆ τελείως ἡ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ ἀπὸ τὴν δημοσίαν ἐκπαίδευσιν ἢ τουλάχιστον νὰ μετατραπῆ εἰς θρησκειολογικὴν ἐγκυκλοπαιδικὴν γνῶσιν. Κρίνοντες μὲ κριτήρια τελείως ἀντικειμενικά, χωρὶς οὐδεμίαν προκατάληψιν προερχομένην ἐκ τῆς ἐν τῇ Χριστιανικῇ Ἐκκλησίᾳ ἡγετικῆς θέσεως ἡμῶν, ἔχομεν πεισθῆ ὅτι ἡ χριστιανικὴ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι χρησιμώτατον καὶ πολυτιμότατον στοιχεῖον τῆς καθόλου ἀγωγῆς τοῦ νέου. Κατ' ἀρχήν, αἱ διεθνεῖς συμβάσεις τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν ἀναγνωρίζουν εἰς τοὺς γονεῖς τὸ δικαίωμα νὰ δίδουν εἰς τὰ τέκνα των τὴν προτιμωμένην ἀπὸ αὐτοὺς θρησκευτικὴν καὶ φιλοσοφικὴν ἀγωγήν. Ἡ χριστιανικὴ θρησκευτικὴ ἀγωγὴ συντελεῖ εἰς τὸ νὰ ἀποκτήση ὁ νέος ἠθικάς ἀρχὰς συμπεριφορᾶς. Βεβαίως πολλαὶ πηγαὶ ἠθικῆς προτείνονται, ἀλλὰ ἐκείνη ἡ ὁποία ἀσκεῖ τὴν ἐντονωτέραν ἐπίδρασιν εἰς τὴν ψυχήν τοῦ παιδὸς καὶ τοῦ νέου εἶναι ἡ ἔχουσα ὡς ἀναφορὰν της τὴν πίστιν εἰς τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης, τὸν πάνσοφον καὶ πατρικόν, ὁ ὁποῖος δίδει ὁδηγίας συμπεριφορᾶς ἀκριβῶς διὰ τὸ καλόν τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι ὡς ἐκδήλωσιν μίας αὐθαιρέτου ἰσχυρᾶς θελήσεως. Αἱ ἐγκληματολογικαὶ στατιστικαὶ καὶ αἱ κοινωνιολογικαὶ ἔρευναι παρέχουν πλῆθος στοιχείων πειθόντων καὶ τοὺς πλέον δυσπίστους ὅτι οἱ στερούμενοι ὑγιοῦς χριστιανικῆς θρησκευτικῆς πίστεως καὶ ἀγωγῆς εἶναι ἐπιρρεπεῖς εἰς τάς παραβάσεις καὶ τὴν ἀντικοινωνικὴν συμπεριφοράν, τὴν χρῆσιν ἐξαρτησιογόνων οὐσιῶν καὶ τὴν ἀποφυγὴν τῆς παραγωγικῆς ἐργασίας. Ἑπομένως, καὶ ἂν ἀκόμη προσωπικῶς δὲν μετέχομεν τῆς Χριστιανικῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, θὰ πρέπει νὰ ἐπικροτήσωμεν τὴν διδασκαλίαν αὐτῆς εἰς τὰ δημόσια σχολεῖα, ἰδίᾳ κατὰ τὸ ἠθικὸν μέρος αὐτῆς, διότι ἐξ αὐτῆς θὰ προέλθουν μεγάλα κοινωνικὰ ὀφέλη, ὡς ἡ μείωσις τῆς παραβατικότητος καὶ τῆς ἐν γένει ἀντικοινωνικῆς συμπεριφορᾶς. Ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία, ἐφ'ὅσον εἶναι ἀνόθευτος ἀπὸ ἀνθρωπίνας παρανοήσεις, περιέχει ὡς βασικὰ στοιχεῖα αὐτῆς τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν γνῶσιν ἀφ' ἑνός, τὴν ἀγάπην καὶ τὴν καταλλαγὴν ἀφ' ἑτέρου καὶ τὴν ἐργασίαν καὶ τὴν αὐτοσυγκράτησιν ἐκ τρίτου».
[17] ΠΣ, σ. 13.
[18] ΟΕ, σ. 15
[19] ΟΕ, σ. 15.
[20] ΟΕ, σ. 28-29.
[21] ΟΕ, σ. 92.
[22] ΟΕ, σ. 97.
[23] ΠΣ, σ. 12.
[24] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 57.
[25] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 41.
[26] ΠΣ, σ. 22
[27] ΠΣ, σ. 23.
[28] ΠΣ, σ. 24. Ἀπορίας ἄξιο εἶναι ὅτι τὸ ΠΣ ἀναφέρει σὲ σχέση καὶ ὄχι σὲ ἀντιπαράθεση μέ τή σύγχρονη νεωτερικότητα, δηλαδὴ τὸ σύγχρονο διαφωτισμό. Καὶ διερωτᾶται κανείς, δὲν γνώριζαν ἄραγε οἱ συντάκτες, ὅταν ἔγραφαν τὰ παραπάνω, τὶς θέσεις καὶ τὶς ἐχθρικὲς διαθέσεις τῆς ὀρθολογικῆς νεωτερικότητας ἀλλὰ καὶ τῆς μετανεωτερικότητας ἔναντι τοῦ Χριστιανισμοῦ; Δὲν γνώριζαν ὅτι ὁ διαφωτισμὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μετέτρεψε τὸν Θεὸ ἀπὸ πρόσωπο σὲ ἔννοια καὶ τὴν ἀποκαλυπτικὴ πίστη σὲ ἀνθρωποκεντρικὸ καὶ ἀνθρωποπλαστικὸ δημιούργημα τοῦ ὀρθοῦ λόγου, δηλαδὴ σὲ μεταφυσική; (Ἠρ. Ρεράκης, Θρησκευτικὰ καὶ πολιτισμικὰ πρότυπα στὸ ἔργο τοῦ Δ. Σολωμοῦ, ἔκδ. Γρηγόρης, Ἀθήνα 2003, σ.270-284).
[29] ΠΣ, σ. 24-25.
[30] ΠΣ, σ. 21.
[31] ΠΣ, σ. 21.
[32] ΠΣ, σ. 18.
[33] Γαλ. 5,6.
[34] ΠΣ, σ. 17-18.
[35] Ἠρ. Ρεράκης, Ὁ «ἄλλος» στό ἑλληνικό σχολεῖο. Ὀρθόδοξη χριστιανοπαιδαγωγική θεώρηση, ἐκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2006.
[36] D. Grace, Κοινωνιολογία τῆς Θρησκείας, μτφρ. Εὐαγγελία Λίλιου-Νίκη Παπαγεωργίου, ἐκδ. Κριτική, Ἀθήνα 2010, σ. 94.
[37] Στ. Πορτελάνος, Θέματα Θρησκειοπαιδαγωγικῆς, ἐκδ. Ἔννοια, Ἀθήνα 2010, σ. 14.
[38] Κ. Δεληκωνσταντής, «Ἡ Εὐρωπαϊκή Διάσταση τῆς Σχολικῆς Θρησκευτικῆς Ἀγωγῆς», στό:
Βουλή τῶν Ἑλλήνων-Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ὀρθοδοξίας, Τά θρησκευτικά ὡς μάθημα ταυτότητας καί πολιτισμοῦ, Βόλος 15-17 Μαΐου 2004, Ἀθήνα 2005, σ. 52-53.
[39] Ε. J. Sharpe, Συγκριτική θρησκειολογία, μτφρ. Στ. Παπαλεξανδρόπουλος, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 2008, σ. 33.
[40] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 31.
[41] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 29.
[42] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 38.
[43] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 38
[44] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 47.
[45] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 48.
[46] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 56.
[47] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 58.
[48] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 62
[49] ΠΣ - (Δημοτικού), σ. 50.
[50] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 34.
[51] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 36.
[52] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 37.
[53] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 33
[54] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 41.
[55] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 38.
[56] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 53.
[57] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 55
[58] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 47
[59] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 44.
[60] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 52.
[61] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 51.
[62] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 54.
[63] ΠΣ - (Γυμνασίου), σ. 57.
[64] ΟΕ, σ. 268-269.
[65] ΟΕ, σ. 267.
[66] ΠΣ - (Δημοτικού και Γυμνασίου), σ. 16
1.6. "Ριζικές μεταρρυθμίσεις στή θρησκευτική ἀγωγή ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας"
Εἰσήγησις Ἑλένης Βασσάλου, καθηγήτριας Θεολόγου.
1. Τό θέμα τῶν ριζικῶν μεταρρυθμίσεων στή θρησκευτική ἀγωγή γεννήθηκε καί ἀναπτύχθηκε μέσα σ’ ἕνα ἰδεολογικό πλαίσιο ἀπό τή Μεταπολίτευση καί μετά, τό ὁποῖο τά τελευταία χρόνια ἐπιδιώκει νά κάνει ἰδιαιτέρως αἰσθητή τήν αὐτοδικαίωσή του, πού ἀφορᾶ τήν ἀνθρώπινη αὐτοθέωση.
(Ἡ ἱστορική φράση «θά χωρίσουμε τά τσανάκια μας», πού περιελάμβανε τό χωρισμό τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Κράτος καί τήν ἀπομόνωσή της στά τοῦ οἴκου της, ἔρχεται κατά καιρούς στήν ἐπιφάνεια ἐξ ἀφορμῆς διαφόρων θεμάτων ὄπως ὁ πολιτικός γάμος, ὁ θρησκευτικός ὅρκος, ἡ πολιτική κηδεία, ἡ ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν, ἡ κατάργηση τῆς προσευχῆς καί τοῦ ἐκκλησιασμοῦ στά σχολεῖα, ἡ κατάργηση τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἤ ἡ μετατροπή του σέ θρησκειολογία. Τελευταία, τέτοια θέματα μπῆκαν στό πρόγραμμα πολιτικῶν κομμάτων, λές καί αὐτά εἶναι τά προβλήματα τῆς Ἑλλάδος). Στάση καθόλου τυχαία, ὄπως θά δείξουμε στή συνέχεια τοῦ θέματός μας.
2. Τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν στά Θρησκευτικά Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου, τό ὁποῖο σχεδίασε τό Παιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο, ἐξέδωσε τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί ἐφαρμόζεται πιλοτικά σέ 99 Δημοτικά καί 68 Γυμνάσια τῆς Ἑλλάδος δέν προέκυψε ὦς κεραυνός ἐν αἰθρίᾳ. Προετοιμάστηκε μεθοδικά ἀπό καιρό:
Οἱ 3 ἐγκύκλιοι Στυλιανίδη προκάλεσαν σκόπιμα ἀσάφεια καί ταλαιπωρία, ὥστε ν’ ἀναζητηθεῖ ἡ σωτήρια λύση, ἡ ὁποία ὅμως ἤδη εἶχε μεθοδικά σχεδιαστεῖ. Πρόκειται γιά τή γνωστή μέθοδο ἐπιβολῆς τῆς θέλησης τῶν ἰσχυρῶν της γῆς. Δημιουργοῦν τό πρόβλημα καί κατόπιν, ὄπως σχεδιάζουν, τό ἐπιλύουν ὦς δῆθεν σωτῆρες.
Ἐδῶ καί δέκα περίπου χρόνια ἐπιλεγμένοι ὁμιλητές καλλιεργοῦσαν συστηματικά στά θεολογικά συνέδρια τίς ἰδέες τοῦ Προγράμματος. Τελευταῖο ἐκβιαστικό ψευδοεπιχείρημά τους ἦταν “νά εἶναι τό μάθημα ὑποχρεωτικό γιά ὅλους τους μαθητές, ἀκόμη κι ἄν γίνει θρησκειολογικό, γιά νά μή φύγει ἀπό τήν Ἐκπαίδευση”.
Ἀντιλαμβάνονταν ὅμως, ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά συμφωνήσει οἱ Ὀρθόδοξοι μαθητές νά διδάσκονται θρησκειολογία, γι’ αὐτό τόνιζαν: «Ἡ ὑπόθεση τοῦ μαθήματος εἶναι μία ὑπόθεση καθαρά ἐκπαιδευτική, ἄρα ἁρμόδιο εἶναι μόνο τό ὑπουργεῖο Παιδείας καί κακῶς ἐμπλέκεται ἡ Ἐκκλησία. Ἐμεῖς εἴμαστε ὑπάλληλοί του Ὑπουργείου.
Ἡ Ἐκκλησία νά κάνει τήν κατήχηση στό ναό». Αὐτή ἡ θέση, ἐκτός τοῦ ὅτι συμπορεύεται μέ τήν ἐπιδίωξη χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καί Κράτους, πρακτικά συντείνει στό διχασμό τῆς συνειδήσεως καί ἐν τέλει στήν πνευματική ἅλωση τῶν Θεολόγων καί τῶν Ὀρθόδοξων μαθητῶν, ἐφόσον ἡ πίστη τούς ὦς μέλη τῆς Ἐκκλησίας θά διαφέρει ἀπό τή θρησκευτική τάση τῆς σχολικῆς κοινότητας.
Ἡ δέ Ἐκκλησία ἀπομένει στή γωνία νά μαζεύει τίς στάχτες καί τά ἐρείπια τῆς μπερδεμένης ζωῆς τῶν παιδιῶν της, ἐκείνων πού βάπτισε μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτήν τήν κατάσταση θά ἔχουν βάλει τό λιθαράκι τούς οἱ Θεολόγοι. Ὅμως στή λογική τῶν μεταρρυθμιστῶν αὐτός ὁ διχασμός δέν εἶναι πρόβλημα, ἀφοῦ εἶναι μέρος τοῦ ὅλου σχεδίου.
Ἔτσι κατασυκοφαντήθηκε τό ὑπάρχον μάθημα ὦς ὁμολογιακό – κατηχητικό, καθώς καί ὁ Ν.1566/1985.
Προκύπτουν, ὅμως, τά ἑξῆς πολύ ἁπλά ἐρωτήματα:
1. Ἐφόσον οἱ συντάχτες τοῦ Π.Σ. ὁμολογοῦν ὅτι μέ τίς δικές τους ἐνέργειες καθάρθηκε τό μάθημα ἀπό τόν κατηχητισμό, πῶς ἔρχονται ν’ ἀναιρέσουν τήν κάθαρση ποῦ οἱ ἴδιοι ἔπραξαν;
2. Ἄλλωστε ὁ νόμος 1566/1985 προβλέπει τό σεβασμό τοῦ προσώπου τοῦ ἄλλου χωρίς διακρίσεις, τό ἀπαραβίαστό της ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης, τή δημιουργική καί κριτική σκέψη, τήν ἀντίληψη συλλογικῆς προσπάθειας καί συνεργασίας, ὥστε οἱ μαθητές ν’ ἀναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, καί μέ τήν ὑπεύθυνη συμμετοχή τους, νά συντελοῦν ἀποφασιστικά στήν πρόοδο τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου, νά σέβονται τίς ἀνθρώπινες ἀξίες, νά διαφυλάσσουν καί νά προάγουν τόν πολιτισμό, ν’ ἀναπτύσσουν πνεῦμα φιλίας καί συνεργασίας μ’ ὅλους τους λαούς τῆς γῆς, προσβλέποντας σ’ ἕναν κόσμο καλύτερο, δίκαιο καί εἰρηνικό.
Οἱ ἴδιες ἰδέες, μέ διαφορετική διατύπωση, ὑποστηρίζονται ἐπίσης, στό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν.
Ἑπομένως, τί εἶναι αὐτό ποῦ ἐνόχλησε τούς μεταρρυθμιστές;
Ἀπαντοῦν οἱ ἴδιοι στόν «Ὁδηγό Ἐκπαιδευτικοῦ σ. 22-23 ὅτι στό ἄρθρο 6 $ 2 (τοῦ ἐν λόγῳ νόμου) πού ἀφορᾶ τό λύκειο, ὁρίζεται οἱ μαθητές «Νά συνειδητοποιοῦν τή βαθύτερη σημασία τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ ἤθους καί τῆς σταθερῆς προσήλωσης στίς πανανθρώπινες ἀξίες…». Αὐτή ἡ διατύπωση θεωρήθηκε ὅτι νομιμοποιεῖ τόν ὁμολογιακό χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ, καί εὐνοεῖ τήν περιχαράκωσή του ἐντός τῆς Ὀρθοδοξίας, «ἐπιτρέποντας» τή διολίσθηση τῆς διδασκαλίας στήν κατήχηση. Θεωρήθηκε, ἐπίσης, ὅτι ἀντιφάσκει πρός τόν προβλεπόμενο στόχο τῆς «διάπλασης ἐλεύθερων, ὑπεύθυνων καί δημοκρατικῶν πολιτῶν».
Προσωπικά ἀδυνατῶ νά ἐννοήσω τή λογική, ὅτι ἄν τό ΜτΘ βοηθήσει τούς Ὀρθόδοξους μαθητές νά «συνειδητοποιοῦν τή βαθύτερη σημασία τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ ἤθους καί τῆς σταθερῆς προσήλωσης στίς πανανθρώπινες ἀξίες…» τότε διολισθαίνει στήν κατήχηση, ἡ ὁποία τάχα δέ συνάδει πρός τή «διάπλαση ἐλεύθερων, ὑπεύθυνων καί δημοκρατικῶν πολιτῶν»!!! Δηλαδῆ, οἱ Ὀρθόδοξοι μαθητές δέν πρέπει νά διδάσκονται Ὀρθόδοξο χριστιανικό ἦθος, μήπως αὐτό εἶναι κατήχηση καί ἑπομένως δέ γίνουν ἐλεύθεροι, ὑπεύθυνοι καί δημοκρατικοί πολίτες; Προφανῶς πρόκειται γιά σόφισμα καί παραχάραξη τῆς ἀλήθειας, πάνω στήν ὁποία χτίστηκε ὁ μύθος τῆς πολυπολιτισμικότητας.
Ὅμως ὁ νομοθέτης ἀκριβῶς αὐτό ζητᾶ στό 1ο ἄρθρο:
- Νά γίνονται ἐλεύθεροι, ὑπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, νά ὑπερασπίζονται τήν ἐθνική ἀνεξαρτησία, τήν ἐδαφική ἀκεραιότητα τῆς χώρας καί τή δημοκρατία, νά ἐμπνέονται ἀπό ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο, τή ζωή καί τή φύση καί νά διακατέχονται ἀπό πίστη πρός τήν πατρίδα καί τά γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης. Ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς τους συνείδησης εἶναι ἀπαραβίαστη.
- Τά ζητούμενα εἶναι τό ἕνα πλάι στό ἄλλο, ἀκριβῶς, ἐπειδή δέ συγκρούονται μεταξύ τους, ἀλλά συμπληρώνουν τήν ἐπιδιωκόμενη μόρφωση τοῦ μαθητῆ. Ἄλλωστε, ἐπειδή ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης εἶναι ἀπαραβίαστη, οἱ μή Ὀρθόδοξοι ἀπαλλάσσονται νομίμως.
- Εἶναι πασιφανές, ὅτι ἡ προαναφερθεῖσα θεώρηση τήν ὁποία ἀποδέχτηκαν οἱ συντάκτες τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν καί τό Ὑπουργεῖο Παιδείας νομιμοποιεῖ μία προσχηματική δίοδο, ὥστε ὁ Ὀρθόδοξος μαθητής νά ὁδηγηθεῖ σέ ἄλλους προσανατολισμούς, τάχα γιά λόγους ἐλευθερίας, ὑπευθυνότητας καί δημοκρατίας. Αὐτήν τήν προσχηματική δίοδο υἱοθέτησαν, ἐπίσης, οἱ δυό πρῶτες ἐγκύκλιοι Στυλιανίδη.
Εἶναι ὁρατό ὅτι ἐνδιαφέρει τούς μεταρρυθμιστές, νά μήν ὑπάρχει στούς Ὀρθόδοξους μαθητές ὦς σημεῖο ἀναφορᾶς ὁ ξεκάθαρος προσανατολισμός τοῦ Χριστιανικοῦ ἤθους, ἀλλά νά συμφύρεται μέ ποικιλία ἀπόψεων κάθε προελεύσεως.
Γιατί μή γελιόμαστε. Ἀπόλυτα ἐλεύθεροι ἐπηρεασμῶν δέν ὑπάρχουν σέ κανένα πολιτισμό. Στήν ψυχή κάθε ἀνθρώπου εἶναι συνυφασμένες οἱ μνῆμες ἀπό τό περιβάλλον πού γεννήθηκε καί τήν κοινωνία πού ζεῖ. Ὑποστηρίζεται, μάλιστα, ὅτι αὐτές οἱ μνῆμες ἄρχονται ἀπό τήν περίοδο τῆς κυήσεώς του.
Ὁ συμφυρμός ὅμως ἀπόψεων καί προσανατολισμῶν, οἱ ὁποῖοι ἀλλάζουν κατά τά συμφέροντα, δημιουργεῖ πνευματική σύγχυση. Ἔτσι ἀνθίζουν τά πάθη, ἀμβλύνονται οἱ προσωπικές ἀντιστάσεις, χάνεται ἡ διάκριση τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἀξίας μίας ἐπιλογῆς, ὅποτε ἐπικρατοῦν χαοτικές συνθῆκες στήν καθημερινή συνεννόηση καί προοπτική. Αὐτό ἤδη τό ζοῦμε στήν κοινωνία. Ἀπλῶς ὁ συμφυρμός θά γίνεται πλέον ἐπίσημα ἀπό τό σχολεῖο καί ἰδιαίτερα ἀπό τό ΜτΘ, μέ τό προσωπεῖο τῆς ἀπελευθέρωσης, τοῦ πλουραλισμοῦ, τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἰδιαιτερότητας τῶν προσώπων μίας πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας...
3. Θέτουμε εὐθέως τό ζήτημα: Οἱ ὁραματιστές τῶν μεταρρυθμίσεων ποιόν ρώτησαν; Ἀπό ποιόν «πῆραν εὐχή» - ὄπως ταιριάζει σέ Ὀρθόδοξους Θεολόγους - ἔγκριση γιά ριζικές μεταρρυθμίσεις; Μήπως ἀπό τόν Ὀρθόδοξο ἑλληνικό λαό, ὁ ὁποῖος ἔχει τό κατοχυρωμένο δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, καθώς καί τό δικαίωμα νά ἐξασφαλίζει τή μόρφωση - διαπαιδαγώγηση καί ἐκπαίδευση τῶν τέκνων τοῦ σύμφωνα μέ τίς θρησκευτικές καί φιλοσοφικές του πεποιθήσεις;
Ἄν τό κριτήριο τῶν μεταρρυθμίσεων, ὄπως ὁμολογοῦν, εἶναι οἱ διεθνεῖς ἐξελίξεις, εἶναι πασιφανές ὅτι τό ΜτΘ παύει πλέον νά στοχεύει στήν ἀναγνωρισμένη καί νομικά κατοχυρωμένη ἀποστολή του - νά ἐξασφαλίζει τή μόρφωση καί ἐκπαίδευση πού ἐπιθυμοῦν καί δικαιοῦνται οἱ Ἕλληνες πολίτες, σύμφωνα μέ τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις - ἀλλά θά ἄγεται καί θά φέρεται ἀπό τίς ἑκάστοτε διεθνεῖς ἐξελίξεις, ὅποτε ὁ λαός θά πατρονάρεται νά ἀποδέχεται τήν κάθε ἀλλαγή.
Ἐπισημαίνουμε ὅτι ἀκριβῶς αὐτός ὁ συνδυασμός συμφυρμού καί πατροναρίσματος διευκολύνει τά μέγιστα τόν ἀπόλυτο πνευματικό ἔλεγχο τῶν προσωπικῶν πεποιθήσεων καί ἐπιλογῶν τῶν λαῶν ἀπό τήν ἐπιδιωκόμενη «Νέα Τάξη Πραγμάτων» γιά τόν 21ο αἰώνα.
4. Ἅς ἔρθουμε τώρα στά πιό σοβαρά μεθοδολογικά - παιδαγωγικά προβλήματα πού δημιουργεῖ τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν στά θρησκευτικά Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου, σύμφωνα μέ τίς ἐκτιμήσεις διδασκόντων στό πιλοτικό πρόγραμμα.
Συνήθως, κάτω ἀπό τήν κεντρική ἰδέα τῶν θεματικῶν ἑνοτήτων φιλοξενοῦνται πολλά καί ἑτερόκλητα ζητήματα, τά ὁποῖα πρέπει νά συνδεθοῦν ἔτσι ὥστε ν’ ἀνταποκρίνονται στήν κεντρική ἰδέα. Αὐτό ἀποτελεῖ βασική δυσκολία τοῦ διδάσκοντος.
Τά θέματα ἀντιμετωπίζονται ἀπό τό Πρόγραμμα ἐπιφανειακά, ὦς ἀφορμήσεις γιά νά μεταφερθεῖ ὁ μαθητής σέ δικές του παραστάσεις, σέ κοινούς τόπους ὄπως ἡ ἀγάπη, ὁ σεβασμός στόν ξένο, τόν διαφορετικό, χωρίς νά διακρίνει τό περιεχόμενο καί τούς στόχους τοῦ θρησκευτικοῦ χώρου τους.
«Οἱ μαθητές εἶναι ἀνώριμοι ν’ ἀκούσουν τά θέματα καί νά τά δουλέψουν». Εἶναι φυσικό. Πρόκειται γιά μαθητές Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου πού καλοῦνται νά ἐπεξεργαστοῦν ὕλη τῆς Β΄ Λυκείου σέ μεγαλύτερη ἔκταση.
Τά πολλά κι ἀσύνδετα ζητήματα κάθε θεματικής ἑνότητας συνοδεύονται ἀπό δεκάδες φωτοτυπίες, διότι δέν ὑπάρχει ἕνα βιβλίο. Οἱ μαθητές χάνονται, ἐπειδή ἀδυνατοῦν νά ἐντοπίσουν τί νά μελετήσουν.
Ἀναφορικά μέ τίς προτεινόμενες δραστηριότητες, οἱ μαθητές μένουν κυρίως στή διαδικασία τοῦ παιχνιδιοῦ καί λιγότερο στίς ἰδέες τῶν θεμάτων. Οἱ προσωπικές ἐντυπώσεις τούς συνήθως εἶναι συγκεχυμένες, ἐνῶ κατά τήν πλοήγηση στό διαδίκτυο συναντοῦν πληροφορίες συχνά συκοφαντικές ἤ παραθρησκευτικές, πού τούς ἐπιτείνουν τή σύγχυση. Αὐτό ἀπό μόνο τοῦ εἶναι ἐξαιρετικά σοβαρό καί ἐπικίνδυνο. Πιθανόν νά ὁδηγηθοῦν σέ παραθρησκευτικά ἀδιέξοδα, ἄν δέ μπλέξουν μέ ἀκατάλληλες γιά τήν ἡλικία τούς πληροφορίες.
Σύμφωνα μέ τό σύστημα διδασκαλίας ὁ διδάσκων μόνο συντονίζει τήν ὅλη διαδικασία, χωρίς νά ἐκφράζει κρίσεις ἄν ἡ πληροφορία πού παρουσιάζει ὁ μαθητής εἶναι ἐσφαλμένη. Δέν λέει «αὐτό εἶναι σωστό κι ἐκεῖνο εἶναι λάθος», ἀλλ’ ἀφήνει τούς μαθητές ν’ ἀξιολογήσουν, ἐνῶ δέ διαθέτουν τίς προϋποθέσεις τῶν εἰδικῶν γνώσεων καί βιωμάτων. Ὅλες οἱ ἀπόψεις ἀδιακρίτως γίνονται ἀποδεκτές μέ τό ζητούμενο, ὅτι ἔτσι γνωρίζουν τή διαφορετικότητα.
“Τό Π.Σ. ἐνδιαφέρεται κυρίως γιά τή διαδικασία, οἱ μαθητές νά ψάξουν, νά σκεφτοῦν, νά αἰσθανθοῦν. Δέν ἐνδιαφέρεται ἐάν ἀποκομίσουν ἀντικειμενικές γνώσεις ἤ λανθασμένες ἐντυπώσεις. Ἡ φιλοσοφία τοῦ μαθήματος εἶναι «πές στά παιδιά 10 πράγματα καί ἄφησε τά». Στήν πράξη δέν ἀποκομίζουν κάτι ἰδιαίτερο”.
Ἕνας ἀπό τούς διδάσκοντες σέ πιλοτικό σχολεῖο μου ἀνέφερε ὅτι «νιώθει σά νά τόν ἔχουν καλέσει σέ ἕνα τραπέζι ὅπου ὑπάρχουν 100 φαγητά γιά νά τά δοκιμάσει καί στό τέλος φεύγει χωρίς νά ἔχει τή γεύση κανενός». Ἄν αὐτό συμβαίνει μέ τόν διδάσκοντα, τί μποροῦμε νά ποῦμε γιά τό μαθητή.
Ἔτσι ἡ ἀνάλυση τοῦ Προγράμματος περί «χειραφετήσεως τῶν μαθητῶν καί σχηματισμοῦ μίας πραγματικά ἀκριβοδίκαιης εἰκόνας στά προτεινόμενα θέματα τῶν ἑνοτήτων» ἀποδεικνύεται ἐξωπραγματική. Ἡ δέ ἀντίληψη ὅτι μέ τό νέο Πρόγραμμα «τίποτε δέν θεωρεῖται δεδομένο, καμιά ἐξουσία δέν εἶναι ὑπεράνω κριτικῆς, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς αὐθεντίας τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ», ἀποδεικνύεται τόσο ἐπιπόλαιη (σ.21), ἐνῶ ἑδραιώνει τό μαθητή σέ ἐλλιπεῖς καί ψεύτικες ἐντυπώσεις καί ἐν τέλει στήν οἴηση πού δέν ὠφελεῖ σέ καμιά ἡλικία, πόσο μᾶλλον σέ μικρά παιδιά. Ὑπό τίς προηγούμενες συνθῆκες, ἡ προβαλλόμενη χειραφέτηση ταυτίζεται μέ τήν προμελετημένη παγίδευση.
5. Σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη θεολογία, ὑπάρχουν πολύ σοβαρά θεολογικά ζητήματα στό Π.Σ. τά ὁποία «συμπτωματικά» τά συναντᾶμε στίς ἰδέες τῆς Θεοσοφίας, τῆς Μασονίας, τῆς Ν. Ἀκρόπολης κ.ἅ. νεοεποχήτικων παραθρησκευτικῶν ὁμάδων στόν Τόπο μας.
Θά ξεκινήσω ἀπό τή μαρτυρία μίας δασκάλας, ἡ ὁποία μου ἀπάντησε περιχαρής: «Τώρα δέ διδάσκουμε τό Χριστιανισμό, ἀλλά τίς θρησκεῖες. Ἀφήνουμε τά δογματικά κι αὐτό μας δίνει μεγάλη ἐλευθερία νά βγάλουμε συμπεράσματα».
Ὅταν τή ρώτησα «πώς διαχειρίζεται τά ἀντίθετα στοιχεῖα πού ὑπάρχουν μεταξύ τῶν θρησκειῶν π.χ. ἡ γυναίκα στό Ἰσλάμ ἀντιμετωπίζεται μέ σκληρότητα καί ἀπαξίωση, ἐνῶ στό Χριστιανισμό…», πρίν προλάβω νά τελειώσω τή φράση ἀπάντησε: «Ναί, ἀλλά στό Χριστιανισμό οἱ γυναῖκες δέν μπαίνουν στό ἱερό». Πῆγα νά διορθώσω τό συνειρμό της. Πρίν προλάβω, ἁπαντά πάλι: «Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη νά πιστεύουμε κάπου. Αὐτό πρέπει νά φανεῖ. Καμιά θρησκεία δέν προάγει τά μίση. Ὑπάρχουν συμβολισμοί σέ κάθε θρησκεία. Αὐτό πού ἔχει σημασία εἶναι νά δημιουργήσουμε σκεπτόμενους ἀνθρώπους».
Ἡ δασκάλα, βεβαίως, δέν εἶχε θεολογικές γνώσεις, ὅποτε εἶναι σ’ ἕνα βαθμό ἀναμενόμενα αὐτά πού εἶπε. Ὅμως, ἐπιβεβαιώθηκαν τά θεολογικά προβλήματα πού ἐντοπίζονται στό ἐν λόγῳ Πρόγραμμα. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε:
Ἀπουσιάζει ἡ σημαντικότερη γνώση ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτήν τήν Ἀποκάλυψη ὁ Χριστός ἔστειλε τοῦ Μαθητές τοῦ «εἰς πάντα τὰ ἔθνη» (Μάτθ. 28, 19) κι ἐμεῖς δέ θά τή λέμε οὔτε στόν Τόπο μας... Γιά τό Πρόγραμμα ὁ Χριστός εἶναι Θεός, ὄπως θεοί ὑπάρχουν σέ κάθε θρησκεία. Εἶναι δάσκαλος, ὄπως ὑπάρχουν οἱ μεγάλοι δάσκαλοι τῶν θρησκειῶν Μωάμεθ, Κομφούκιος καί Βούδας.
Ἡ ἀναφορά στήν Κυριακή, στή σημασία τῆς καμπάνας, τοῦ ναοῦ, τῶν κεριῶν, τῶν εἰκόνων, τοῦ Σταυροῦ γίνεται ἡ ἀφορμή γιά νά γνωρίσουν οἱ μαθητές τό Σάββατο τῶν Ἑβραίων τή συναγωγή, τήν Παρασκευή τῶν Μουσουλμάνων, τό τζαμί, τόν ἰμάμη καί ὅλα τά σχετικά μέ τήν προσευχή στό Ἰσλάμ, καί τά Σύμβολα τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου.
Στή «χαρά τῆς γιορτῆς. Τά Χριστούγεννα» τό εἰδικό βάρος τοῦ θέματος δέν πέφτει στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου, ὄπως θά ἀναμέναμε, ἀλλά στήν ἔννοια «γιορτάζω ἐγώ ὁ ἄνθρωπος, ὅποιος κι ἄν εἶμαι, ὅ,τι κι ἄν πιστεύω». Κέντρο ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός παρουσιάζεται ὦς δῶρο στόν ἄνθρωπο. Τό πρόσωπό του ἀποκόπτεται ἀπό τό ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτὴρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος» (Λούκ.2,11) για ὅλο τόν κόσμο.
Γι’ αὐτό προτείνεται ἀπό τό Πρόγραμμα, ὦς πρώτη δραστηριότητα, ἡ γιορτή γενεθλίων ἑνός μαθητῆ στήν τάξη… ἀντί νά προταθεῖ γιορτή μέ τά νοήματα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Παράλληλα παρουσιάζονται οἱ σημαντικές γιορτές τῶν Ἑβραίων, τῶν Μουσουλμάνων καί τῶν Ἰνδουιστῶν, ἐνῶ ἐμπεδώνονται μέ ἀντίστοιχες δραστηριότητες. Π.χ. οἱ μαθητές μποροῦν νά τοποθετήσουν πάνω σέ ἕνα μεγάλο χαρτόνι φωτογραφίες ἀπό ὅλα τά προηγούμενα θέματα καί νά γράψουν τά δικά τους συμπεράσματα. Μέ ποιές εἰδικές γνώσεις;
Προσεγγίζοντας προσεκτικά τό πνεῦμα τοῦ Προγράμματος ἀντιλαμβανόμαστε, τί ἐννοοῦνε ὅταν ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ ἀφορμήσεις τοῦ γίνονται ἀπό τό Χριστιανισμό. Οὐσιαστικά ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖται ἀπλῶς ὦς πέρασμα γιά τήν ἀνάδειξη τῶν προσωπικῶν θρησκευτικῶν καί πολιτιστικῶν ἀντιλήψεων τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό κέντρο, ὄχι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ.
Στό ἴδιο μοτίβο κινοῦνται, στή συντριπτική τους πλειοψηφία, οἱ θεματικές ἑνότητες: Σ’ ὅλες τίς θρησκεῖες οἱ ἄνθρωποι προσεύχονται, ἔχουν ἱερούς τόπους, ἱερά βιβλία, μεγάλους δασκάλους - ἀνάμεσά τους εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Μωάμεθ, ὁ Κομφούκιος καί ὁ Βούδας – νηστεύουν ἀσκοῦνται, ἔχουν σύμβολα. Ὅλες ἔχουν ἁγίους ὄπως τούς «Βούδα, Κομφούκιο, Μωάμεθ, Βισνού (Κρίσνα), Δαλάι Λάμα, Γκάντι καί πολλά ἄλλα πρόσωπα, ἱστορικά ἤ μυθικά».
Συνεξετάζονται δήλ. ὦς «ἅγιοι ἄνθρωποι» ἱστορικά καί μυθικά πρόσωπα τῶν θρησκειῶν ἰσότιμα, ἀνεξαρτήτως ἄν μετέχουν στήν ἀλήθεια καί τή ζωή τοῦ Θεοῦ ἤ βρίσκονται στό χῶρο τῆς φαντασίας τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐπινοήσεων. Ὁ Γέροντας Πορφύριος ὑπάρχει στήν ἴδια κατηγορία μέ κοινωνικούς ἐργάτες καί μέ τό λειτουργό της βουδιστικῆς μαγείας Δαλάι Λάμα.
Στά πλαίσια τῆς διδασκαλίας τῶν ἑορτῶν τά γενέθλια του Μωάμεθ, ἡ γιορτή σωτηρίας τῶν Ἑβραίων, τό φεστιβάλ τῶν φώτων τῶν Ἰνδουιστῶν, ἑορτῶν τοῦ Βουδισμοῦ, ὄπως ὁ χορός τοῦ δράκου στήν Κίνα, οἱ μαθητές θά μελετήσουν, ἐπίσης, τήν ἱστορία τῆς Ρούθ τῆς Π.Δ. καί τήν παραβολή τοῦ σπλαχνικοῦ Σαμαρείτη τῆς Κ.Δ. Μεταξύ δέ τῶν δραστηριοτήτων θά κατασκευάσουν κολλάζ – ψηφιδωτό, χρησιμοποιώντας γνώσεις ἀπό τό χῶρο τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῶν ὁμολογιῶν του, καθώς καί τῶν θρησκειῶν.
Ὄπως ἀναφέρει ὁ σχετικός πίνακας θά περιλαμβάνονται «φωτογραφίες ναῶν, ὀνόματα κοινοτήτων, σύμβολα καί χρώματα θρησκειῶν, ἀγάλματα, εἰκόνες κ.ἅ.», ἐνῶ στό κέντρο οἱ μαθητές θά γράψουν «ἕνα σύνθημα / τόν τίτλο τῆς ἑνότητας» πού μόνοι τους θά συναποφασίσουν. Στό Πρόγραμμα δέν ὑπάρχει θρησκευτικό στοιχεῖο πού νά μήν τό ἐπιστρατεύσουν. Ὅλος αὐτός ὁ συμφυρμός τί καί ποιόν ἐξυπηρετεῖ;
Ἄν τό Πρόγραμμα δέ στόχευε στό θρησκευτικό συγκρητισμό, θά μποροῦσε κάλλιστα νά διδάξει τά στοιχεῖα τῶν θρησκειῶν, χωρίς νά τά συνδέσει μέ ἀφηγήσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ὁ Χριστός ὦς καλός Σαμαρείτης ἔρχεται ν’ ἀπελευθερώσει τόν ἄνθρωπο πού πέφτει στούς ληστές (τήν πολύμορφη ἁμαρτία) καί νά τόν ὁδηγήσει στή ἴαση μέσα ἀπό τή θεραπεία πού τοῦ προσφέρει ἡ μυστηριακή ζωή στήν Ἐκκλησία. Δέν προσέφερε κανένα πολύχρωμο συνονθύλευμα ἀνθρώπινων ἐπινοήσεων.
Αὐτή ἡ τακτική, νά βρίσκομε ἐρείσματα στό λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς προκειμένου νά πετύχομε τή σύγκλιση τῶν θρησκευτικῶν ἀξιῶν πού θά στηρίξουν τή «δημιουργία μίας σύγχρονης πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας» σύμφωνα μέ τίς διεθνεῖς ἐξελίξεις τοῦ 21ου αἰώνα - δέν ἀπέχει ἀπό τούς στόχους τῆς Alice Ann Bailey (1880-1949), ὄπως τούς ὁραματίζεται στό βιβλίο τῆς «Τά προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητος, κέφ. Στ΄, Τό πρόβλημα τῶν Ἐκκλησιῶν», σ. 183- 239.
Η Bailey προτείνει στούς Θεοσοφιστές ν’ ἀπομονώσουν τίς ἀλήθειες πού εἶναι οὐσιώδεις γιά τήν πρόοδο καί τή φώτιση τοῦ ἀνθρώπου καί νά ἀπορρίψουν ἐκεῖνες τίς ἀλήθειες πού εἶναι ἐπιδεκτικές ἀμφισβητήσεως. Νά καθορίσουν τό δρόμο τῆς σωτηρίας πού πρέπει ν’ ἀκολουθήσουν οἱ Ἐκκλησίες. Τό κλειδί τῆς ἀλήθειας βρίσκεται στήν ἑνοποιητική δύναμη τῆς Συγκριτικῆς Θρησκείας.
Μόνο οἱ ἀρχές καί οἱ ἀλήθειες πού εἶναι παγκοσμίως ἀναγνωρισμένες νά ἔχουν τή θέση τους στήν κάθε θρησκεία.
Ὅλες οἱ θρησκεῖες νά θεωροῦνται ὅτι προέρχονται ἀπό μία μεγάλη πνευματική πηγή, ἀπό τήν ὁποία εἶναι ἀναπόφευκτο νά προβάλλει ἡ καθολική παγκόσμια θρησκεία. Δέν θά ὑπάρχουν τότε οὔτε χριστιανοί οὔτε εἰδωλολάτρες, οὔτε Ἰουδαῖοι οὔτε ἐθνικοί, ἀλλ’ ἀπλῶς καί μόνον ἕνα μεγάλο σῶμα πιστῶν, πού θά προέρχονται ἀπ’ ὅλες τίς τρέχουσες θρησκεῖες.
Αὐτοί θ’ ἀποδέχονται τίς ἴδιες ἀλήθειες, ὄχι ὦς θεολογικές ἀντιλήψεις, ἀλλ’ ὦς οὐσιώδεις γιά τήν πνευματική ζωή καί θά στέκουν ἑνωμένοι πάνω στό βάθρο τῆς ἀδελφότητας καί τῶν ἀνθρώπινων σχέσεων. Μία τέτοια Παγκόσμια Θρησκεία δέν ἀποτελεῖ νωχελή ὀνειροπόληση, ἀλλά κάτι τό ὁποῖο σήμερα προσλαμβάνει σαφῆ μορφή».
Συμπληρώνει: «στόν κόσμο τοῦ μέλλοντος οἱ ἄνθρωποι παντοῦ καί οἱ ὀπαδοί κάθε θρησκείας, νά τηροῦν τίς ἴδιες ἅγιες ἡμέρες καί νά ἑνώνονται γιά νά τιμοῦν τίς ἴδιες γιορτές.
Αὐτές οἱ ἀρχές τῆς Θεοσοφίας πού εἶναι ἐπίσης, ἀρχές τῆς Μασονίας, τῆς Νέας Ἀκρόπολης καί τόσων ἄλλων παραθρησκευτικῶν ὁμάδων κοινῆς κοσμοθεωρίας, περνᾶνε μέσα ἀπό τή δίοδο τῆς ἐπικοινωνίας τῶν λαῶν, τή συγκριτική μελέτη τῶν πολιτισμῶν, τή φιλοσοφία τῶν θρησκειῶν, μέσα ἀπό τήν ἀναζήτηση δυνάμεων αὐτοθεραπείας καί μεταμόρφωσης κ.ἅ. Γιά τίς ὁμάδες αὐτές ὁ Χριστός δέν εἶναι ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ἀλλά ἕνας μύστης, ἕνας δάσκαλος. Κατ’ αὐτούς, ὄψεις τῆς ἀλήθειας ὑπάρχουν σ’ ὅλες τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου.
Μέ τέτοιες θέσεις, ἀντιλαμβάνεστε ὅτι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός «ἔκανε λάθος» πού ἔγινε ἄνθρωπος, δέ χρειαζόταν νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση μας. Κατ’ αὐτούς, εἶναι στή δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου να προσλάβει τήν ὑπάρχουσα ἀλήθεια καί νά ἀναδείξει τή «χριστική τοῦ συνείδηση», τή συνείδηση τοῦ φωτισμένου, πού γνωρίζει ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Πατέρα/ Μητέρα Θεοῦ τῆς Δημιουργίας ὑποτίθεται, ὑπάρχει μέσα του, γι’ αὐτό μπορεῖ νά ἑνώνεται μαζί της. Εἶναι ὁ ἴδιος Θεός. (Στόν ὄρο Πατέρα/ Μητέρα Θεοῦ τῆς Δημιουργίας φιλοξενοῦνται οἱ πιό ὀνομαστές ἀρσενικές καί θηλυκές θεότητες τῶν θρησκειῶν).
Τελειώνοντας αὐτή τή συνοπτική προσέγγιση, ἐκτιμῶ ὅτι, γιά τίς ἀπόψεις καί ἐπιδιώξεις τῆς Θεοσοφίας καί τῶν ὁμάδων της, τό νέο Π.Σ. τοῦ ΜτΘ, ἄν δέν εἶναι δάκτυλός τους, ἀποτελεῖ τό καλύτερο δῶρο πού θά μπορούσαμε νά τούς προσφέρουμε. Διότι μέσα στίς πρωταρχικές τους ἐπιδιώξεις εἶναι νά διδάσκονται πλέον οἱ φιλοσοφίες καί οἱ πρακτικές τους στά σχολεῖα, π.χ. μέσα ἀπ’ τά προγράμματα ἀγωγῆς ὑγείας καί ἄλλους συναφεῖς τρόπους.
Σᾶς θυμίζω ὅτι τό Σεπτέμβριο τοῦ 2009 προγραμματίσθηκαν ἀπό Σχολικό Σύμβουλο Φυσικῆς Ἀγωγῆς σεμινάρια γιά ὅλους τους ἐκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας καί Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης μέ θέμα «Ἡ Γιόγκα στήν Ἐκπαίδευση», μέσα ἀπό τά ὁποία ἡ ὀργάνωση τοῦ Σατυανάντα σκόπευε νά περάσει τό διαλογισμό τῆς Νίντρα Γιόγκα στήν ἐκπαίδευση.
Τά σεμινάρια ἔπειτα ἀπό διαμαρτυρίες ματαιώθηκαν. Ὑποψιάζομαι ὅτι ἐκεῖνο πού δέν ἔχουν μέχρι τώρα καταφέρει οἱ παραθρησκευτικές ὀργανώσεις, νά εἰσχωρήσουν δηλαδή στήν ἐκπαίδευση, τούς τό προσφέρει ἔμμεσα, χωρίς περίσκεψη τό ἐν λόγῳ Πρόγραμμα.
Είναι καταφανές ὅτι οἱ μαθητές μας, ὦς ἀθωράκιστοι καί ἀνυποψίαστοι - ἐπειδή οἱ συμφυρμένες γνώσεις θά προσφέρονται ἀπό τό σχολεῖο - πού εἶναι ὁ χῶρος ἐμπιστοσύνης τους καί ἑπομένως ἀποτελεῖ ἐγγύηση γι’ αὐτούς - θά γίνουν εὔκολη λεία, χάνοντας σταδιακά καί ἀνεπαίσθητα τίς Ὀρθόδοξες ἀντιστάσεις τους. Μή γένοιτο.
Τελικά, ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός στόχος τοῦ ΜτΘ; Γιατί τό Π.Σ. συγχέει τόν ἀναντίρρητα ὀφειλόμενο σεβασμό πρός τήν ἑτερότητα μέ τή μή διάκριση τῆς ἀλήθειας;
Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μαθαίνουμε νά ζοῦμε καί νά πορευόμαστε μέ τό Χριστό, ἐπειδή “ χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν” (Ἰω. 15, 5). Ἀπ’ Αὐτόν θωρακίζεται ἡ ζωή, ἐμπνέεται ἡ σκέψη, τό κοινωνικό ἔργο, διασώζονται οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις, καταργοῦνται οἱ κοινωνικοί ἀποκλεισμοί, γιά τούς ὁποίους ἐνδιαφέρεται τό Π.Σ.
Τό πρόσωπο καί ἡ ζωή τοῦ ἀποκτᾶ ἀξία, ὄχι ἐπειδή θά βασιλεύσει, γενικά καί ἀπροσδιόριστα, ἡ ἀγάπη, ὁ σεβασμός τῆς ἑτερότητας, ἡ εἰρήνη, ἡ δικαιοσύνη, ἀλλά ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος, ἐν Χριστῷ, ἔχει τή δυνατότητα νά μετέχει αἰώνια στή δόξα τῆς ἑτερότητας Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος, ἐνῶ εἶναι ἀλλότριος ὦς πρός τή φύση, γίνεται οἰκεῖος στόν ἄνθρωπο ὦς πρός τή δόξα, μέ τίς ἐνέργειές Του.
Αὐτή λοιπόν ἡ μέγιστη δυνατότητα τῆς κατά Χάριν καί ἐν Χριστῷ θέωσης εἶναι τό ἀληθινό ζητούμενο, πού ὑψώνει πάνω ἀπό κάθε φθορά τίς ἀνθρώπινες σχέσεις καί τίς ἀνάγει στή σφαίρα τῆς κοινωνίας μέ τόν ἀπόλυτα Ἅγιο Θεό.1.7. «Ποιά ἡ προσωπικότητα τοῦ μαχίμου Θεολόγου καθηγητοῦ στήν ἐκπαίδευση»
Εἰσήγησις Ἀρχιμανδρίτου Σαράντη Σαράντου, Φιλολόγου - Θεολόγου.
Χριστός Ἀνέστη!
Ἀγαπητοί ἀδελφοί.
Εἶναι πιά ἀναμφισβήτητη πραγματικότητα, ὅτι ἡ χώρα μας βρίσκεται κάτω ἀπό τήν τυραννικότερη κυριαρχία πού θά μποροῦσε ποτέ νά εὑρεθεῖ. Συμπολίτευση καί ἀντιπολίτευση συνεργαζόμενες μέ τίς ξένες ἀνθελληνικές καί ἀντορθόδοξες δυνάμεις σφυροκοποῦν ἀλύπητα τόν ἑλληνικό λαό στερώντας του στέγη, τροφή καί χρήματα γιά νά τόν ἐξαναγκάσουν νά παραδώσει καί νά προδώσει ὅλους τούς θησαυρούς του, φυσικούς, ὑλικούς καί πνευματικούς στούς ἀφέντες τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Ὁ ρόλος λοιπόν τοῦ ὀρθοδόξου μαχίμου θεολόγου στά σχολεῖα τῆς δευτεροβάθμιας καθίσταται σπουδαιότερος καί λίαν ἀπαραίτητος, εἴπερ ποτέ καί ἄλλοτε. «Εἷς ἄνθρωπος θείῳ ζήλῳ πεπυρωμένος ὅλον δῆμον δύναται ἀνακαινίσαι» λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ ὄντως θείῳ ζήλῳ πεπυρωμένος. Τώρα πού ἡ ἀλλοτρίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ὑφέρπει στήν ἐκπαίδευσή μας μέσῳ τοῦ μαθήματος τῆς πανθρησκειακῆς προπαγάνδας, χρειαζόμαστε θεολόγους, ἄνδρες καί γυναῖκες μέ φρόνημα ὀρθόδοξο καί ζωή ὀρθόδοξη, δηλαδή χριστοποιούμενες προσωπικότητες ὁλοκληρωμένες καί ὄχι συρόμενες στό φαντασμαγορικό ἅρμα τῆς πανθρησκείας.
Ἄς ζωγραφίσουμε, ἄς φιλοτεχνήσουμε τήν εἰκόνα τοῦ μαχίμου θεολόγου σέ μιά περίοδο οἰκονομικῆς κρίσεως, κρίσεως ἀξιῶν, ἐκπαιδευτικῶν προγραμμάτων, ἰδεολογιῶν, κομματικῶν συμπεριφορῶν καί ἀδιεξόδου πολιτικῶν ἐπιλογῶν.
Ἄς τονίσουμε κάποια χαρακτηριστικά του:
- Ὁ ὀρθόδοξος θεολόγος, μάχιμος καθηγητής, δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἕτοιμες ἀπαντήσεις ἐπί παντός θέματος. Δέν εἶναι ἕνα κομπιοῦτερ, μέσα ἀπό τό ὁποῖο αὐτομάτως ἀνιχνεύονται ὅλες οἱ θεολογικές γνώσεις. Κατά τόν ἅγιο Ἱερόθεο ἡ Θεολογία εἶναι διπλῆ: «Ἡ μέν μία εἶναι μυστική, τελετουργική, ἀπόρρητη, ἄρρητη, ἡ ὁποία δρᾷ καί νομοθετεῖ γιά τό Θεό μέ τίς ἀδίδακτες μυσταγωγίες, ἡ δέ ἄλλη εἶναι φανερή, φιλοσοφική καί ἀποδεικτική, ἡ ὁποία πείθει καί χρειάζεται τή βοήθεια τοῦ λόγου τῶν θεολόγων» (Β΄πρός Βαρλαάμ ΕΠΕ 1,538). Ὁ θεολόγος ἔχει βαθειά συναίσθηση τῆς ἀνθρωπίνης μικρότητος μπροστά στήν ἐν Τριάδι ἄκτιστη θεία μεγαλειότητα. Εἶναι ὁ πρῶτος κατ' ἐξοχήν ἀποφατικός - καί κατόπιν καταφατικός - ἐπιστήμων, ἐφ' ὅσον διαχειρίζεται θεῖα καί ἀνθρώπινα πράγματα, πού ὑπερβαίνουν κάθε ἀπορία καί κάθε ἀνθρώπινο περί Θεοῦ ἐρώτημα, καλοπροαίρετο ἤ μή, πού σχετίζεται ἤ ἀνάγεται στόν Θεάνθρωπο καί τελικά ἀπαντᾶται ἐν τῷ ἐνανθρωπίσαντι Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ. Ὁ Χριστός τελικά δίνει τήν ἀπάντηση μέ τήν κατάλληλη λύση. Ὁ θεολόγος ἀνοίγει τόν δρόμο γιά νά προσεγγίσει ὁ Χριστός τήν ἁμαρτωλότητά μας. Ἀκόμα καί ὁ πλήρης θείου φωτισμοῦ καί θεοϋψίστου διακρίσεως καί διοράσεως π. Πορφύριος ἔλεγε, ὅτι πολλά βλέπω, ἀλλά δέν μπορῶ ὅλα αὐτά νά τά ἀνακοινώνω, νά τά κάνω κοινά. Δέν ἔχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τή δύναμη, τήν ἱκανότητα καί τό χάρισμα νά διαχειρισθοῦν τά δικά τους ψυχολογικά, ὑπαρξιακά, πνευματικά ἤ καί ἁπλούστερα θέματα. Χρειάζεται χριστοηυξημένη χριστοδιακριτικότητα ἐκ μέρους τοῦ θεολόγου καθηγητοῦ, γιά νά μήν ἀπαντήσει ἤ νά ἀπαντήσει, νά προβληματίσει, νά διαπραγματευθεῖ μαζί μέ τούς νέους, τούς μαθητές, τά θέματα πού ἄμεσα τούς ἀφοροῦν καί στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς τους ζητοῦν ἱκανοποιητικές λύσεις.
- Ἄν ὡς θεολόγοι καί ἐμεῖς οἱ κληρικοί μαζί, κρατᾶμε διά βίου αὐτή τή βάση στή διδασκαλία μας, τήν πτωχεία τοῦ πνεύματος, τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας, τήν πενία τῶν γνώσεων, τήν ἐλλειμματική ἐμπειρία τοῦ παραδείσου, τότε ἄδειοι ἀπό τήν προδοτική ὑψηλοφροσύνη, καθήμενοι παρά τούς πόδας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καταβρέχοντες καί ἐκμάσσοντες μέ καυτά ταπεινά δάκρυα, αὐτούς τούς πόδας Του, θά γινόμαστε δι' Αὐτοῦ ἄξιοι νά ποῦμε ἕνα λόγο πόνου, πού βγαίνει ἀπό πολύπαθη καρδία, ἕνα λόγο ἐποικοδομητικό, ἕνα λόγο χριστοπαρηγορίας γέννημα τῆς αὐτομεμψίας μας.
- Ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριό μας, στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, μᾶς δίδεται αὐτή ἡ διαβεβαίωση: «Ποταμοί ἐκ κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος», πνευματική πραγματικότητα πού κατ' ἐξοχήν ἰσχύει στή ζωή τοῦ θεολόγου. Ὅταν ὑπάρχουν οἱ δύο προηγούμενες τοποθετήσεις, στάσεις μυστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τότε παρέχεται τό χάρισμα τῆς ἀστείρευτης θεανθρώπινης διδασκαλίας. Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέγει καί ἐκ τῆς ἐμπειρίας του προφανῶς: «Εἰ προσεύχῃ ἀληθῶς, θεολόγος εἶ καί εἰ θεολόγος εἶ προσεύχῃ ἀληθῶς». Ἡ ἀληθινή ταπεινή σχέση μέ τό Χριστό, δημιουργεῖ ἀληθινό χριστιανό, ἀληθινό δάσκαλο θεολόγο, ἀφοῦ μέ τήν ἀληθινή προσευχή ἔχει γνωρίσει καλά τήν ἄβυσσο τῆς βαθείας καρδίας του καί ταυτοχρόνως τόν ὠκεανό τοῦ θείου ἐλέους. Γιαυτό μπορεῖ νά κατέβει στήν κατάσταση τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου καί δή τοῦ νεαροῦ μαθητοῦ του ἤ τῆς μαθήτριάς του, ἀφοῦ οἱ νέοι ὡς ἄπειροι ἀκόμη ἀπό τήν πολλή κοσμική, μεταπτωτική ὑποκρισία, δέν μποροῦν νά κρυφθοῦν, ἀλλά μυστικῷ τῷ τρόπῳ ζητοῦν χεῖρα βοηθείας στά ὁσημέραι ὀγκούμενα προβλήματά τους.
- Ὁ ὀρθόδοξος θεολόγος εἶναι συνδεδεμένος σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις. Ὅσο ἀδύνατος καί ἁμαρτωλός κι ἄν αἰσθάνεται, ἔχει τήν ἐν Χριστῷ ἐμπειρία ὅτι εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δέν ἀνήκει καί κάπου ἀλλοῦ. Τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καί ἡ οἰκογένειά του ἀνήκουν στό Χριστό καί ἔχουν τήν ἐμπειρία δεσμοῦ μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι μέλη Του ἀγωνιζόμενα τόν καλόν ἀγῶνα τῆς εἰς Χριστόν πίστεως.
Ὁ οὕτως ζῶν καί πολιτευόμενος θεολόγος ἐκτός ἀπό τήν ἐξατομικευμένη ἐν Χριστῷ ἀγωγή πού προσφέρει σέ κάθε μαθητή του ἀποκτᾷ καί μεταδίδει τήν ἐμπειρία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ζώντας μέσα στήν ὀμάδα, μέσα στήν τάξη, διδάσκοντας ἀτομικά ἀλλά καί συνολικά.
Βέβαια οἱ συνθῆκες διδασκαλίας μέσα στά Γυμνάσια καί στά Λύκεια δέν εἶναι ἰδανικές, δέν εἶναι καθόλου εὔκολες. Ὁ θεολόγος ἔχει νά ἀντιμετωπίσει μικρά καί μεγάλα θηριάκια. Τά παιδιά ἐκτός ἀπό τήν προσωπική κρίση τῆς μεταπτωτικῆς ἐφηβικῆς ἡλικίας πού διέρχονται, ταλαιπωροῦνται καί ἀπό τά ἐπίκτητα ἤ κληροδοτούμενα πάθη, ἐλαττώματα, ἐγωιστικές ἰδιοτροπίες ἡμῶν τῶν μεγάλων. Ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα τοῦ κοινωνικοῦ βίου μολύνει τήν ἀθῳότητα – παρθενικότητα τῶν νέων. Αὐτήν τήν πραγματικότητα ἐκμεταλλεύεται καί ὁ πειράζων διάβολος. Αὐξάνει, πληθύνει, ἐπεκτείνει καί συσσωρεύει πολλά προβλήματα μέσα στίς αἴθουσες διδασκαλίας καί ὄχι μόνο, τόσο στό συγκεκριμένο μάθημα, ὅσο καί στά ἄλλα κατ' ἀναλογίαν γιά νά δυσχεράνει παντοιοτρόπως τό ἔργο τῆς διδασκαλίας, τῆς ἀφομοιώσεως καί μορφώσεως τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ μέσα στίς ψυχές τῶν μαθητῶν.
Καλεῖται λοιπόν ὁ θεολόγος νά μετέλθει πολλά εἴδη προσωπικῶν ἐν Χριστῷ πνευματικῶν ἀσκήσεων. Ἰδιαίτερα καλεῖται νά ὑπερβεῖ τόν ἀτομισμό του, τό ἴδιον μεταπτωτικό θέλημα, νά ζητήσει ἐμπόνως τή βοήθεια τοῦ Πρώτου Τελείου Διδασκάλου, τοῦ Χριστοῦ, τίς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μητέρας, τῶν ἁγίων οἰκουμενικῶν διδασκάλων καί Ἱεραρχῶν καί τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, γιά νά καταφέρει νά διαπεράσει τό σκληρότατο φλοιό τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ τῶν σημερινῶν μαθητῶν καί νά ἐξεύρει κώδικα ἐν Χριστῷ ἐπικοινωνίας πάσῃ θυσία. Ὁ πονετικός καί σταυρούμενος σημερινός καθηγητής τῆς δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης, καί δή ὁ ἐν Χριστῷ ἀγωνιζόμενος θεολόγος εἶναι ἀδύνατο νά μήν ἀποκρυπτογραφήσει, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, τρόπο, κώδικα ἐπικοινωνίας μέ τούς μαθητές. Ἔτσι θά ἀνεβαίνει στίς συνειδήσεις τῶν μαθητῶν του· ὅσο αὐτός ὁ θεολόγος θά ταπεινώνεται καί θά νίπτει τίς ψυχές τῶν μαθητῶν του ἀπό τό ρύπο τῆς ἀπιστίας καί τῆς ἀνιαρῆς κοσμικότητας, ὅπως ὁ Κύριος ἔνιψε τούς πόδας τῶν μαθητῶν Του, τόσο περισσότερο θά εἰσπράττει τιμή ἐκ μέρους τῶν μαθητῶν του καί ἀποδοχή τῆς ἐν Κυρίῳ διδαχῆς του.
Ἀλλά καί οἱ μαθητές ἀντιστοίχως, ὅσο καί ἄν ἔχουν διαφθαρεῖ μέ τήν τροφοδοσία τῶν ὑποπροϊόντων τῆς Νέας Ἐποχῆς, λόγῳ τῶν χαρισμάτων τοῦ ἀληθινοῦ μυστηρίου τοῦ ὀρθοδόξου Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, ἔχουν τήν εὐαισθησία νά ἀντιλαμβάνονται τήν ἀγάπη, τόν πόνο, τήν ἐν Χριστῷ μόρφωση τοῦ θεολόγου καθηγητοῦ τους. Ἀνοίγουν τίς καρδιές τους καί δειλά – δειλά ἀπορροφοῦν τό ἄδολο γάλα τῆς ἐν Χριστῷ πίστεως.
Κρατοῦν σ' ἕνα μυστικό στόμαχο τήν αὐθεντική χριστιανική διδασκαλία γιά νά τή μυρηκάσουν σέ ἥσυχες, σπάνιες ὧρες καί στιγμές πού ἡ θεία Χάρη θά τούς φωτίσει καί θά τούς ὑπομνήσει νά ἀξιοποιήσουν.
Οἱ ἐν Χριστῷ γνώσεις τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί ἐμπειρίας τοῦ θεολόγου καθηγητοῦ πού θά μεταγγισθοῦν πρός τούς ἀδιάφορους ἤ μή μαθητές, ἐπειδή ἀποτελοῦν χρυσάφια καί διαμάντια, πλοῦτο ἀνέκλειπτο, κληρονομιά τοῦ Ἰδίου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πρός ἅπαν τό ἀνθρώπινο γένος, καί πρός τούς μαθητές μας, δέν εἶναι δυνατόν κάποτε νά μήν ἐκτιμηθοῦν. Σέ ὁριακές στιγμές τῆς ζωῆς τους καί κατά τό παρόν ἤ κατά τό ἐγγύς ἤ ἀπώτερο μέλλον, θά ἀναπηδήσουν ἀπό τό πιεσμένο ὑποσυνείδητο, ἀπό τή βαθιά λήθη, ἀπό τά ἔγκατα τῆς ὑπάρξεώς τους, καί χωρίς νά τό μάθει ὁ θεολόγος καθηγητής, θά ἀποτελέσουν τό ἰαματικό ἔμπλαστρο, τό ἰσχυρότερο ἀντιβιωτικό, τίς ἀπαραίτητες βιταμίνες, τά ὄντως θεραπευτικά φάρμακα πού θά ἀρχίσουν τήν ἀληθινή θεραπεία τόσο γιά τό ὑπόλοιπο διάβα τῆς παρούσης ζωῆς ἐντός τῆς στρατευομένης μας ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅσο καί γιά τήν εἴσοδο στήν αἰώνια μετά τοῦ Κυρίου μας ζωή, στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τῶν ἐν οὐρανοῖς πρωτοτόκων.
5. Τώρα δέν ἐπιθυμῶ νά στεναχωρήσω κανένα. Ὅμως θά πρέπει νά εἴμαστε ἀπόλυτα σαφεῖς καί ἀληθινοί. Ὅλα τά παραπάνω γνωρίσματα τοῦ θεολόγου ἐπιβεβαιώνουν, ὅτι ὡς ἠλεημένος παρά Χριστοῦ, ὡς κεκλημένος ὑπό τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι δυνατόν νά διακατέχεται ἀπό κανένα κόμπλεξ καί ἀπό κανένα παραπλήσιο σύνδρομο. «Κατέχει» ἕνα θησαυρό γνώσεων εἴκοσι αἰώνων, γνώσεων κτιστῶν καί ἀκτίστων, μεθεκτῶν καί ἀμεθέκτων. Ἐκτός καί ἔχει ἐγκλωβισθεῖ στό νεωτερισμό τῆς «μεταπατερικῆς θεολογίας». Οἱ μεταπατερικοί κομματιάζουν τό χῶρο τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων σέ πάλαι πατερικούς, ἀρχαιοτέρους ἤ νεοτέρους, συγχρονισμένους καί μή, παροπλισμένους λόγῳ τῆς παλαιότητάς τους καί σέ τωρινούς εὐαισθητότερους στά σύγχρονα προβλήματα τῶν συγχρόνων νεομεταπατερικῶν ἀνθρώπων. Θύματα τῆς Νέας Ἐποχῆς αὐτοί οἱ θεολόγοι, σέρνουν καί τούς νεομεταπατερικούς ὀπαδούς τους, σέ ἄγνωστους, ἀπάτητους, δύσβατους, ἀνήλιαγους, ἀδιέξοδους δρόμους, ἀσθμαίνοντες σέ νεομεταπατερικές ἐφευρέσεις, μέ τό ἀζημίωτο ἤ μέ τίς ἀποζημιώσεις τῶν προγραμμάτων τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅπως θαυμάσια μᾶς τόν παρουσίασε ὁ π. Λάμπρος Φωτόπουλος, δέν ὑπέφερε ἀπό παλαιοπατερικά ἤ μεταπατερικά διλήμματα Ἑνωμένος ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μέ ὅλους τούς Ἁγίους Πατέρες διαχρονικά – μή νεοπατερικά – πότισε καί ἔθρεψε μέ τίς διδαχές τῆς ἐν Χριστῷ θεανθρώπινης ἐλευθερίας τούς νέους καί γέρους, ὥστε νά εἶναι σέ θέση νά διαχειριστοῦν τήν ἐπίγεια ἐλευθερία τους.
Τό αὐτό ζέον πατερικό, διαχρονικό καί ὑπερχρονικό πνεῦμα ἐνέπνεε τόν ἅγιο τοῦ αἰῶνα μας, τόν ἅγιο Νεκτάριο, τόν ἅγιο Νικόλαο Πλανᾶ, τόν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, καί τούς πολύ κοντινούς μας π. Πορφύριο, π. Παΐσιο, π. Ἰάκωβο. Ζοῦσαν καί λαμπρῶς ἀκτινοβολοῦσαν σέ χιλιάδες συχρόνους τους τό λόγο τοῦ Θεοῦ ἀκαινοτόμητο μέ τόν ἐν Χριστῷ πατερικό βίο τους καί μέ τόν ἐν Χριστῷ πατερικό λόγο τους.
Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ συνάδελφοι θεολόγοι,
Ὁ Κύριός μας λίγο πρίν ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς ἔδωσε καίρια ἐντολή στούς μαθητές του: «Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» Ἀκριβῶς αὐτήν τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου ἐπαναδιδάσκει ὁ θεολόγος καθηγητής στούς ἤδη βαπτισμένους μαθητές, ἀλλά καί στούς μή βαπτισμένους καί δι' αὐτῶν στούς γονεῖς τους καί τούς φίλους τους. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «οὐ δέδεται». Τρέχει καί μεταδίδεται καί διαδίδεται ἀπό τό στόμα τοῦ θεολόγου σ' ὁλόκληρη τή μαθητική κοινότητα καί στήν κοινότητα τῶν συναδέλφων σέ ὅλη τήν κοινωνία, καί σέ ὅλη τήν παγκόσμια κοινότητα μέσῳ τῶν συγχρόνων μέσων ἐπικοινωνίας. Ὁ Κύριός μας δέν εἶπε στούς μαθητές του μή μαθητεύετε, μή βαπτίζετε πάντα τά ἔθνη, ρωτῆστε τους ἄν θέλουν. Μή, μή τούς πιέσετε... Μά ποῦ νά ξέρουν οἱ ἄνθρωποι... ἀφοῦ εἶναι ἀφώτιστοι ὡς ἀβάπτιστοι; Ἐμεῖς ὡς φωτισθέντες, βαπτισμένοι, μυρωμένοι, κοινωνημένοι ἔχουμε ὑποχρέωση νά ἀκούσουμε καί νά ὑπακούσουμε στήν ἐντολή τοῦ διδάξαντος, θαυματουργήσαντος, μαρτυρήσαντος, σταυρωθέντος, θανόντος καί Ἀναστάντος Κυρίου μας.
Ἡ ἐντολή αὐτή τοῦ Κυρίου «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» ἔτυχε θερμοτάτης ἀποδοχῆς ἀπό τούς μαθητές Του, πού ἁπλώθηκαν σ' ὅλον τό γνωστό τότε κόσμο καί ἔγιναν Ἀπόστολοί Του εἰς πάντα τά ἔθνη. Αὐτή ἡ ἐντολή ἰσχύει πρωτίστως γιά τά νεαρά βλαστάρια μας, πού ἀπό πολύ μικρᾶς ἡλικίας ἡ Ἐκκλησία μας τούς ἐμπιστεύεται τά τρία ἱερά Της μυστήρια, Βάπτισμα, Χρῖσμα καί θεία Κοινωνία, ἐπειδή πιστεύει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ βγαλμένη ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ. Τό Ἑλληνικό Σύνταγμα καί οἱ νόμοι μας μέχρι τώρα ζητοῦν ὀρθόδοξη νά εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν θρησκευτικῶν στά παιδιά μας, ἀφοῦ τόσο πλούσια καί ἀνεξάντλητη εἶναι ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καί ζωή.
Ἄν τά παιδιά μας, ἡ νέα γενιά, γαλουχηθεῖ μέ τή χριστοδοκιμασμένη ὀρθόδοξη διδαχή, θά ἀποκτήσει ἰσχυρά ἐν Χριστῷ πνευματικά ἀντισώματα γιά νά ἀνθίσταται στόν καταιγισμό τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἀλλά καί γιά νά ζεῖ μέ ἰσορροπία πνευματική, ψυχολογική, μορφωτική, κοινωνική, διανοητική, συναισθηματική, σωματική, πού χαρίζει ἡ ὄντως ὀρθόδοξη διδαχή. Μέ ὁπλισμό καί μέ περιουσία αὐτή τήν ὀρθόδοξη διδαχή θά μπορεῖ νά στέκεται μέ σεβασμό ἀληθινό καί ἀγάπη ἀληθινή μπροστά σέ κάθε ἑτερόδοξο ἤ ἀλλόθρησκο, ἀφοῦ εἶναι ἐγνωσμένη ἡ ἐν Χριστῷ φιλαδελφία τῶν ὀρθοδόξων, πού ἀπορρέει ἀπό τήν ταπεινή ἐν Χριστῷ Τριαδική φιλοθεΐα.
Ἔτσι θά ἐπαληθευθεῖ καί ὁ Ἅγιος τοῦ αἰῶνα μας, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, πού προφητικά καί θεοφώτιστα στήν ἐποχή του εἶχε πεῖ ὅτι τό Ἑλληνικό Ἔθνος εἶναι προορισμένο νά εἶναι ὀφθαλμός καί δάσκαλος τῆς οἰκουμένης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Θεολογία πότε εἶναι ἐπικίνδυνη.
Δέν εἶναι λοιπόν ἀκίνδυνο νά μιλοῦν γιά τόν Θεό ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν γνωρίζουν νά συναναστρέφωνται μέ τόν Θεό καί νά κρίνουν γιά τό ἄϋλο φῶς ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν γνωρίσει τό αἰσθητό φῶς πού εἶναι πάνω ἀπό αὐτό, οὔτε ἔχουν ἁγιασθῇ κατά τό νοερό τῆς ψυχῆς μέ τό νοερό καί ἀληθινό φῶς καί βρῆκαν πράγματι «τήν εἰς τόν Χριστόν κρυμμένην ζωήν» καί ἀναστήθηκαν στήν πρώτη ἀνάστασι. Ὅσοι εἶχαν αὐτή τήν εὐτυχία, ἔχουν τήν καρδιά τους σάν λυδία λίθο, γνησιωτάτη καί κριτικωτάτη ἀπό αὐτούς δέν θά μποροῦσες νά διαφύγεις καί ἄν ἀκόμη τούς προσφέρεις χαλκό στολισμένο μέ λειωμένα ἄνθη χρυσοῦ. Τά αἰσθητήριά τους εἶναι γιμνασμένα στήν διάκρισι καλοῦ καί κακοῦ, καί δέν θά μποροῦσες νά γοητεύσῃς τήν ἀκοή, οὔτε νά ὑποκλέψῃς οὔτε νά πείσῃς, ἀκόμη καί ἄν συγκεντρώσῃς καί ταξινομήσης μέ τρόπο πολύ σαγηνευτικό μέ πολλή τάξι καί πειστικότητα τίς λέξεις. Διότι εἶναι ἱκανοί καί διά μέσου αὐτῶν νά ἰδοῦν τό ἀηδές καί ἄπρεπο καί φευκτό τῆς ἐσωτερικῆς ἀπάτης, αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά μποροῦσαν νά ποῦν ὅτι σωστά καλῶς ἐναρμονίσθηκε ἐκεῖ ἡ ἕνωσις μέ τούς ἀόμματους οἱ ὁποῖοι ὑποκρίνονται ἐκείνους πού βλέπουν. Διότι χωρίς νά τό ἀντιληφθοῦν οἱ ἴδιοι φανέρωσαν τήν ἀπάτη τους.
(Α΄ πρός Βαρλαάμ, ΕΠΕ 1,492).
Τρόπος ἀποκτήσεως.
Ὅπως ἄν σκέπτεσαι γιά μία πόλι τήν ὁποία δέν εἶδες ἀκόμη μέ τό νά τήν σκέπτεσαι δέν ἀπέκτησες πεῖρα γι' αὐτήν, ἔτσι καί, σχετικά μέ τόν Θεό καί τά θεῖα δέν ἀποκτᾷς πεῖρα αὐτῶν μέ τό νά σκέπτεσαι καί νά θεολογῆς γι' αὐτά. Καί ὅπως τόν χρυσό, ἐάν δέν τόν ἀποκτήσης αἰσθητά καί ἄν ἔχης στήν διάνοιά σου μύριες φορές τήν ἔννοια τοῦ χρυσοῦ, καθόλου δέν κατέχεις ἤ βλέπεις ἤ ἔχεις ἀποκτήσει χρυσό, ἔτσι καί ἄν μύριες φορές φέρεις στή διάνοιά σου τούς θείους θησαυρούς ἀλλά δέν πάθης τά θεῖα καί δέν δῆς μέ τούς νοερούς καί πάνω ἀπό τήν διάνοια ὀφθαλμούς οὕτε βλέπεις οὔτε ἔχεις ἀποκτήσει κάτι ἀπό τά θεῖα ἀληθινά. Εἶπα μέ νοερούς ὀφθαλμούς, διότι παρέχεται σ' αὐτούς ἡ δύναμις τοῦ Πνεύματος, μέ τήν ὁποία βλέπονται αὐτά, ἐπειδή τό πανίερο ἐκεῖνο θέαμα τοῦ θειοτάτου καί ὑπερφυσικοῦ φωτός βρίσκεται πάνω ἀπό τούς νοερούς ὀφθαλμούς.
(Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἠσυχαζόντων, λόγος 1,3 ΕΠΕ 2,186)
Μέ τήν ἀποφατική θεολογία γνωρίζουμε καλλίτερα τόν Θεό.
Ἀλλ' ἐμεῖς, ἔχοντας ὑψωθῆ ἐπάνω ἀπό τήν γνῶσι, ἔχομε πεισθῆ ὅτι εἶναι εὐκολότατο στόν Θεό νά φέρη στήν ὕπαρξι μυρίους κόσμους, ὄχι μόνον ὅμοίους, ἀλλά καί διαφόρους, καί ἀποφάσκομε τό θεῖον ἀπό ὅλους γενικά, καί ἀπό ἐκεῖνα πού δέν μᾶς εἶναι γνωστά γνωρίζομε τήν ἀπειροδύναμη δύναμι. Ἔτσι λέγει ὁ Παῦλος, ὅτι ὁ Χριστός κάθησε πάνω ἀπό κάθε ὄνομα, ὄχι μόνον ἀπό αὐτά πού ὀνομάζονται, δηλαδή πού εἶναι γνωστά στόν παρόντα αἰῶνα, ἀλλά καί θά γίνουν γνωστά στόν μέλλοντα (Ἐφ. 20,21), καί ἐγκωμιάζοντας τήν μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ ἀπό ἐκεῖνα πού δέν εἶναι γνωστά σ' αὐτόν σέ ἄλλο σημεῖο τῶν ἐπιστολῶν, ἀφοῦ εἶπε «ποιός θά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ;» (Ρωμ. 8,35-39) καί ἀπαρίθμησε ὅλα τά αἰσθητά καί νοητά τά παρόντα καί τά μέλλοντα, προσθέτει· «οὔτε κανένα ἄλλο κτίσμα θά μπορέσῃ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ», κατανοῶντας τά μή ὄντα ἀπό τά ὄντα καί διατυπώνοντας τήν γνώμη του γι' αὐτά ὡς ὄντα κατ' ἀναλογία ἐκείνων. Ἐμεῖς λοιπόν πού κατανοοῦμε ἀπό τό ἕνα κτίσμα μυρίους κόσμους καί ἀπό τό πεπερασμένο τήν ἄπειρη δύναμι, πῶς ἀπό τά ἐπί μέρους σχετικά μέ αὐτόν δέν θά γνωρίσουμε τά πάντα, ὅπως γνωρίζομε, σύμφωνα μέ τό λεγόμενο, ἀπό τά νύχια τό λιοντάρι καί ἀπό τό ἄκρο τό ὕφασμα, ὡστε ἔτσι νά ἀναγνωρίσωμε τόν Θεό ὡς αἴτιο ὅλων καί νά ἀφαιρέσωμε αὐτόν ἀπό ὅλα αὐτά καί νά προσθέσωμε μέ τήν πίστι μας αὐτό πού ὑπερβαίνει τήν θεογνωσία μέσῳ τῶν ὅντων, ὅτι ὅλα ἦρθαν στήν ὕπαρξι ἀπό μή ὑπάρχοντα μέ μόνο τό λόγο του;
(Ὑπέρ τῶν Ἱερῶς ἡσυχαζόντων, λόγος 2,3 ΕΠΕ 2,452-454)
Ἀποφατική θεολογία. Γνωρίζουμε τόν Θεό ἀπό ἐκεῖνα πού τόν ἀγνοοῦμε.
Πῶς λοιπόν γνωρίζουμε τόν Θεό ἀπό τά κτίσματα καί ὄχι ἀπό ὅσα τόν ἀγνοοῦμε, ἀλλά ἀπό ὅσα τόν γνωρίζουμε; Ἄραγε ἄν κάποιος δέν δοκιμάση γάμο, δέν γνωρίζει τήν συνάφεια τοῦ Θεοῦ πρός τήν Ἐκκλησία, ἐπειδή δέν μπορεῖ νά κατανοήση ἀπό αὐτόν τήν ἀναλογία, καί ἑπομένως θά συμβουλεύσης ὅλους νά ἀποφεύγουν τήν παρθενία γιά νά βροῦν τήν δική σου θεογνωσία; Ἄλλά θά ἐλεγχθῆς ἀπό τόν Παῦλο ὁ ὁποῖος, ὄντας ἄγαμος φώναζε πρῶτος «τό μυστήριο τοῦτο μέγα ἐστι... ἀλλ' εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5,32).
(Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων λόγος 2,3 ΕΠΕ 2,458)
Ἀνεβαίνει πάνω ἀπό τόν ἑαυτό του ὄχι μόνο ὁ νοῦς τῶν ἀγγέλων, ἀλλά καί τῶν ἀνθρώπων, ὅταν γίνῃ μέ τήν ἀπάθεια ἀγγελόμορφος· ἔτσι λοιπόν καί τό φῶς ἐκεῖνο θά ἐπιτύχῃ καί θεοφάνεια ὑπερφυσική θά ἀξιωθῇ μή βλέποντας βέβαια τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά βλέποντας τόν Θεό μέ μιά θεοπρεπῆ ἐκφαντορία ἀνάλογη πρός τόν ἑαυτό του (Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου PG 3.180C...) Καί αὐτό συμβαίνει ὄχι κατά ἀπόφασι (γιατί βλέπει κάτι), ἀλλά κατά τρόπο ἀνώτερο τοῦ κατά ἀπόφαση, διότι ὁ Θεός δέν βρίσκεται μόνο πάνω ἀπό τήν γνῶσι, ἀλλ' εἶναι καί ὑπεράγνωστος καί ἔχει κρυφή καί τήν φανέρωσι ἀκόμη, πρᾶγμα πού εἶναι τό πιό θεῖο καί πιό παράδοξο ἀπό ὅλα, ἐπειδή καί οἱ θεοειδεῖς ὁράσεις, ἀκόμη καί ὅταν εἶναι συμβολικές ἔχουν κατά τρόπο ὑπεροχικό τό ἄγνωστο· γιατί οἱ ὁράσεις αὐτές διαφαίνονται μέ ἄλλο νόμο, καί ὄχι ὅπως στήν φύσι, τόσο τή θεία, ὅσο καί τήν ἀνθρωπίνη, καί ὅπως θά λέγαμε, σύμφωνα μέ τίς δικές μας δυνατότητες καί πάνω ἀπό μᾶς, ὥστε νά μήν ὑπάρχει οὔτε ὀνομασία πού νά δηλώνῃ κυριολεκτικά αὐτές. Καί αὐτό ἔδειξε ἐκεῖνος πού εἶπε στόν Μανωέ, ὅταν αὐτός ρώτησε, ποιό εἶναι τό ὄνομά σου, ὅτι καί αὐτό εἶναι θαυμαστό (Κριτ. 13,13 κ. ἐ.) ἐπειδή καί ἡ ὅρασις δέν ἦταν λιγότερο θαυμαστή καί μαζί μέ τό ἀκατάλληπτο εἶχε καί τό ἀνώνυμο.
(Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, λόγος 1,3 ΕΠΕ 2,156).
[ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΚΑΙ ΣΕ ΒΙΝΤΕΟ - ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ Microsoft Internet EXPLORER]
http://orthros.eu/index.php?option=com_content&view=article&id=374%3Al-r&catid=36%3A2010-10-04-06-19-27&Itemid=154&lang=el
1.8. Παρέμβαση: Φάσεις τῆς πολεμικῆς πού ἀσκήθηκε σέ βάρος τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος τά τελευταῖα χρόνια.
Παρέμβαση Ἀναστάσιου Μαρίνου, Ἀντιπροέδρου τοῦ ΣτΈ ἔ.τ.
Σημαντική παρέμβαση ἔκανε ὁ Ἀναστάσιος Μαρίνος, Ἀντιπρόεδρος τοῦ ΣτΈ ἔ.τ. Ὁ κ. Ἄν. Μαρίνος ἀναφέρθηκε στίς φάσεις τῆς πολεμικῆς πού ἀσκήθηκε σέ βάρος τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος τά τελευταῖα χρόνια.
Ἀρχικά ἀναφέρθηκε στίς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΈ τήν ἐποχή πού ὁ ἴδιος ἦταν Ἀντιπρόεδρος καί εἶπε:
«Ἦρθε τό ζήτημα τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στό ΣτΈ ... Πλέον εἶχα γίνει Ἀντιπρόεδρος (ἔνν. τοῦ ΣτΈ). Καί ἐδικάσθηκε. Εἶπε λοιπόν τό ΣτΈ ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πρέπει νά διδάσκεται ὑποχρεωτικά κατά τό ὀρθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Δεύτερον, πρέπει νά διδάσκεται ἐπί ἱκανόν ἀριθμόν ὠρῶν διδασκαλίας ἐβδομαδιαίως. Πρέπει νά τηροῦνται ὅλα τά ἄλλα θρησκευτικά στοιχεῖα, προσευχή, ἁγιασμός κλπ. καί ὅποιοι δέν εἶναι χριστιανοί ὀρθόδοξοι θά τό δηλώνουν καί θά ἀπαλλάσσονται ἀζημιώτως τοῦ μαθήματος».
Ἀκολούθως ἀναφέρθηκε στήν πολεμική πού βασίστηκε στή μείωση τῶν ὠρῶν διδασκαλίας τοῦ μαθήματος καί τόνισε: «Γιά νά ἀποφύγουν αὐτά πού ἔλεγε τό ΣτΈ ἔκαναν νόμο πού ἔλεγε ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν θά διδάσκεται μία ὥρα τήν ἑβδομάδα». Ἔγινε σχετική προσφυγή. «Δικάστηκε ἡ ὑπόθεση καί εἶπε τό ΣτΈ ὅτι ἡ μία ὥρα τήν ἑβδομάδα δέν εἶναι ἱκανός ἀριθμός ὠρῶν διδασκαλίας».
Τέλος ἀναφέρθηκε στήν ἐπιχειρούμενη ἀλλαγή τοῦ περιεχομένου καί τοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος πού ὑπῆρξε ἡ τελευταία φάση πολεμικής ἐναντίον τοῦ μαθήματος πού βρίσκεται μάλιστα ἀκόμη σέ ἐξέλιξη. Ὁ κ. Μαρίνος τόνισε: «Εἶπαν, νά κάνουμε θρησκειολογική διδασκαλία. Διάφοροι φερέλπιδες ἐπιστήμονες καί νέοι, καί κάποιος Γιαγκάζογλου ἀνεφέρθη. Ἀναγκάστηκα νά ἀρθρογραφήσω τότε μέσω τῆς ἐφημερίδος ΕΣΤΙΑ καί νά πῶ ὅτι αὐτό εἶναι ἀντίθετο μέ τήν ἀπόφαση τοῦ ΣτΈ, μέ τίς δυό ἀποφάσεις. Παραβιάζετε τίς ἀποφάσεις ἄρα παραβιάζετε τό Σύνταγμα. Τά μαζέψανε... Μετά εἴπανε νά κάνουμε πλουραλιστική διδασκαλία Ὅλα αὐτά εἶναι σαφῶς ἀντίθετα πρός τίς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΈ, δηλαδῆ εἶναι ἀντισυνταγματικά.
Δέν μπορεῖ ὁ νομοθέτης νά λέει πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀντίθετα μέ ὅ,τι εἶπε τό Ἀνώτατο δικαστήριο. Γι' αὐτό καί σέ πρόσφατη ἐπιφυλλιδογραφία μου στήν ΕΣΤΙΑ εἶπα ὅτι πρέπει νά ἀναθεωρηθεῖ τό Σύνταγμα καί μία ἀπό τίς ἀναθεωρήσεις πού πρέπει νά γίνουνε εἶναι ὅτι ἐάν ὁποιοσδήποτε Ὑπουργός π.χ. ἡ κυρία Διαμαντοπούλου ἤ δέν ξέρω ποιά ἄλλη κυρία, λέγει ἤ κάνει τά ἀντίθετα ἀπό ὅτι εἶπε τό ΣτΈ τότε διαπράττει συνεχές κακούργημα τό ὁποῖο διώκεται αὐτεπαγγέλτως καί παραγράφεται κατά τίς πάγιες διατάξεις καί πρέπει νά ἀναθεωρηθοῦν οἱ διατάξεις περί ἀσυλίας βουλευτῶν καί ὑπουργῶν».
Κατέληξε μάλιστα λέγοντας ὅτι «Ὅλα αὐτά πού θέλουν νά κάνουνε τώρα, τά πολυπολιτισμικά, εἶναι ἀντισυνταγματικά, εἶναι ἀντίθετα πρός τίς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΈ. Αὐτό νά τό καταλάβουν».
Κλείνοντας τή σύντομη παρέμβασή του ὁ Ἀναστάσιος Μαρίνος ἔκανε μία ἀναφορά στήν ἐπικαιρότητα καί εἶπε: «Αὐτή τήν ἐποχή γίνεται ἕνας πόλεμος στόν τόπο μας. Ἐάν οἱ ἐκλογές τοῦ 1920, πού ἔγιναν γιά νά χαθοῦνε, ὁδήγησαν στή Μικρασιατική καταστροφή, οἱ ἐκλογές τῆς 6ης Μαΐου, πού δέν ἔπρεπε νά γίνουν, θά ὁδηγήσουν σέ μεγαλύτερη καταστροφή. Ὁ Θεός νά βάλει τό χέρι Του».
ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου