ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ: 07/03/2014
Γράφει Εὐάγγελος ὁ Σάμιος
Σχόλιο ΠΑΖΛ : Η Πρώτη Κυριακή των νηστειών της Σαρακοστής, ονομάζεται Κυριακή της Ορθοδοξίας. Αυτήν την ημέρα γιορτάζουμε την αναστύλωση των αγίων και σεμνών εικόνων από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα το 843 μ.Χ. της οποίας το σεπτό της σκήνωμα μεταφέρθηκε το 1456 στην Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται ακέραιο. Η μνήμη της τιμάται στις 11 Φεβρουαρίου.
Η προσκύνηση των εικόνων κατέχει μία πολύ σημαντική θέση σ’ αυτή τη διατηρηθείσα παράδοση κι αυτό διότι η εικόνα δεν είναι μια απλή απεικόνιση ούτε μια διακόσμηση, ούτε ακόμα μία εικονογράφηση της αγίας Γραφής. Είναι κάτι περισσότερο: Ισότιμη του ευαγγελικού μηνύματος, είναι ένα λατρευτικό σκεύος που συμμετέχει ολόκληρο στην λειτουργική ζωή.
«Ου γαρ ζωγράφων εφεύρεσις η των εικόνων ποίησις, αλλά της Καθολικής Εκκλησίας έγκριτος θεσμοθεσία και παράδοσις» διακηρύττουν οι πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
Δεν είναι ξένη αυτή η εορτή με το πνεύμα της Τεσσαρακοστής. Αγιογραφικό εργαστήριο αναστήλωσης είναι η Εκκλησία. Η Τεσσαρακοστή είναι ένα ταξίδι επιστροφής στον Παράδεισο. Αναστηλώνοντας τις Εικόνες, ομολογούμε και δεσμευόμαστε για την αναστήλωση της δικής μας εικόνας, της εικόνας του Θεού. Η Κυριακή της Ορθοδοξίας είναι η Νίκη του Ανθρώπου, είναι ο θρίαμβος της Εκκλησίας πάνω στην φθορά και τον θάνατο, πάνω στην φιλοσοφία και την κοσμική πλάνη.
Η εικόνα και μάλιστα η θρησκευτική απεικόνιση, αποτελεί βασικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Η παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά έχει να επιδείξει ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας έργα θρησκευτικής ζωγραφικής. Τα σπουδαιότερα μνημεία – ναοί του κόσμου είναι καταστόλιστοι από εικονογραφίες άφθαστης τεχνοτροπίας.
Αυτά και άλλα πολλά θα διαβάσουμε μέσα από της ενότητες της παρούσας ανάρτησης.
Έχουμε λοιπόν τις παρακάτω ενότητες:
1. Απολυτίκιο εορτής
2. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής Α' Νηστειών Της Ορθοδοξίας (Ιωάν.
α΄ 44 - 52)
3. Κυριακή της
Ορθοδοξίας (ιστορικό εορτής)
4. Λόγος εις την
Α’ Κυριακή των Νηστειών του Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαία
5. Ομιλία στο
ευαγγέλιο της Κυριακή της Ορθοδοξίας, του π. Μελετίου Καλαμαρά
6. Το πνευματικό
κάλλος της ορθόδοξης εικόνας του πρεσβ. π. Αναστασίου Αλεξίου
7. Α΄
Κυριακή των Νηστειών: Η νίκη της Ορθοδοξίας, η αναστήλωση της Εικόνας! του π.
Πντελεήμονα Κρούσκου
8. Η σημασία της
αναστηλώσεως των ιερών εικόνων για την Εκκλησία και τον παγκόσμιο πολιτισμό του
Λάμπρου Κ. Σκόντζου
9. Κυριακή της
Ορθοδοξίας- Μεσογαίας Νικόλαος (βίντεο)
10. ¨Η Κυριακή
της Ορθοδοξίας¨ - π. Γεώργιος Μεταλληνός (βίντεο)
11. Οικ.
Πατριαρχείο ΑΙΝΟΙ & ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ - Κυριακή της Ορθοδοξίας (βίντεο)
12. Η Αγία
Θεοδώρα η Αυγούστα: Η ευσεβής και Αγία αυτοκράτειρα της Ρωμανίας (Βυζάντιο)
13. Αγία Θεοδώρα Αυγούστα II - Αντώνιος Σουέρεφ - (βίντεο)
14. Κυριακή της
Ορθοδοξίας στο Κογκό (βίντεο)
15. Χριστιανική απάντηση σε αντιχριστιανικό
συκοφαντικό άρθρο ημιμαθούς δήθεν "προοδευτικού" Δημοσιογράφου
Διευκρινίζεται ότι στο τέλος του κειμένου υπάρχει η εν λόγω ανάρτηση στο slideshare. Έτσι διευκολύνονται όσοι επιθυμούν να διαβάζουν μακροσκελείς αναρτήσεις σε μορφή βιβλίου.
1. Απολυτίκιο εορτής
Τὴν ἄχραντον Εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν Ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός· βουλήσει γὰρ ηὐδόκησας σαρκὶ ἀνελθεῖν ἐν τῷ Σταυρῷ, ἵνα ῥύσῃ οὓς ἔπλασας ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ· ὅθεν εὐχαρίστως βοῶμέν σοι· Χαρᾶς ἐπλήρωσας τὰ πάντα, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, παραγενόμενος εἰς τὸ σῶσαι τὸν Κόσμον. |
2. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής Α' Νηστειών της Ορθοδοξίας (Ιωάν. α΄ 44 - 52)
Τῷ καιρῷ εκείνῳ, ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. Ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως ᾿Ανδρέου καὶ Πέτρου. Εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωυσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. Καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. Εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. Ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει. Καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ' ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
Απόδοση στη νεοελληνική
Τὸν καιρό εκείνο, ἤθελε ὁ Ἰησοῦς νὰ μεταβῇ εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ βρίσκει τὸν Φίλιππον καὶ τοῦ λέγει· Ἀκολούθησέ με. Κατήγετο δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδά, ἀπὸ τὴν πόλιν τοῦ Ἀνδρέα καὶ τοῦ Πέτρου. Ὁ Φίλιππος εὑρίσκει τὸν Ναθαναὴλ καὶ τοῦ λέγει· Εὑρήκαμε ἐκεῖνον, διὰ τὸν ὁποῖον ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς εἰς τὸν νόμον καὶ οἱ Προφῆται, τὸν Ἰησοῦν, τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Καὶ ὁ Ναθαναὴλ τοῦ εἶπε, Εἶναι δυνατὸν ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ νὰ προέλθῃ κανένα καλό; Λέγει σε αὐτὸν ὁ Φίλιππος· Ἔλα νὰ ἰδῇς. Εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε· Νὰ ἕνας ἀληθινὸς Ἰσραηλίτης εἰς τὸν ὁποῖον δὲν ὑπάρχει δόλος. Ὁ Ναθαναὴλ τοῦ εἶπε· Ἀπὸ ποῦ μὲ γνωρίζεις; Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη· Πρὶν σὲ φωνάξῃ ὁ Φίλιππος σὲ εἶδα νὰ εἶσαι κάτω ἀπὸ τὴ συκιά. Ὁ Ναθαναὴλ τοῦ λέγει· Ραββί, σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη. Ἐπειδὴ σοῦ εἶπα ὅτι σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴ συκιά, πιστεύεις; Θὰ ἰδῇς μεγαλύτερα πράγματα ἀπὸ αὐτά. Καὶ προσέθεσε· Ἀλήθεια, ἀλήθεια, σᾶς λέγω, ἀπὸ τώρα θὰ βλέπετε τὸν οὐρανὸν ἀνοιγμένων καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν πρὸς τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?f=141&t=8150
3. Κυριακή της Ορθοδοξίας (ιστορικό εορτής)
Η Πρώτη Κυριακή των νηστειών της Σαρακοστής, ονομάζεται Κυριακή της Ορθοδοξίας. Αυτήν την ημέρα γιορτάζουμε την αναστύλωση των αγίων και σεμνών εικόνων από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα το 843 μ.Χ.
Η
εικονομαχία ξεκίνησε το 726 μ.Χ. και τελείωσε το 843 μ.Χ. Η απόδοση
τιμής προς τις ιερές εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων
έβρισκαν αντίθετους τους εικονομάχους, οι οποίοι το θεωρούσαν μορφή
ειδωλολατρίας και αποκαλούσαν όσους προσκυνούσαν τις εικόνες
εικονολάτρες. Οι εικονομάχοι ονομάζονται επίσης και εικονοκλάστες επειδή
κατέστρεφαν τις εικόνες.
Αρχικά ο Λέων Γ ο Ίσαυρος προσπάθησε να πάρει με το μέρος του τον Άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης. Του είπε ότι δε βρίσκει διαφορές ανάμεσα στις άγιες εικόνες και τα είδωλα και του ζήτησε να τις απομακρύνει, ή αν όσες εικονίζουν αγίους είναι αληθινές να κρεμαστούν ψηλά, για να μην μιαίνονται όταν τις ασπάζεται ο κόσμος με τα αμαρτωλά του χείλη και μολύνονται. Ο Πατριάρχης Γερμανός έκανε ότι μπορούσε για τον αποτρέψει αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το 726 μ.Χ. ο Λέων Γ εξέδωσε διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι εικόνες έπρεπε να τοποθετηθούν πολύ ψηλά στις εκκλησίες (ώστε να μην μπορούν να τις ασπαστούν και να τις προσκυνήσουν οι πιστοί) και ξεκίνησε τη συζήτηση για την κατάργηση των αγίων εικόνων. Θεωρούσε ότι η τίμηση των εικόνων είναι μια μορφή ειδωλολατρίας και το 730 μ.Χ. αντικατέστησε τον Πατριάρχη Γερμανό με έναν εικονομάχο και με διάταγμα απαγόρεψε την λατρεία των αγίων εικόνων.
Ο Κωνσταντίνος Ε, ο Κοπρώνυμος, αφαίρεσε τις εικόνες από τις εκκλησίες και έκανε διωγμούς ενάντια στους εικονολάτρες. Το 754 μ.Χ. συγκάλεσε αντικανονική Οικουμενική Σύνοδο, την λεγόμενη εικονομαχική, στην Ιέρεια για να επιβεβαιώσει δογματικά την εικονομαχία. Εκείνη την εποχή μεγιστοποιήθηκαν οι διωγμοί ενάντια των μοναχών (ο Κωνσταντίνος Ε τους θεωρούσε "ειδωλολάτρες και οπαδούς του σκότους"), οι καταστροφές μοναστηριών αλλά και οι καταστροφές των εικόνων. Μάλιστα όταν ένας στρατηγός του τον ενημέρωσε ότι δεν είχε μείνει κανένας μοναχός στην περιοχή της Θράκης, ο Κωνσταντίνος Ε του έγραψε ότι "Σε εσένα βρήκα έναν άνθρωπο της καρδιάς μου, κάποιον που δρα όπως θέλω". Κατά την πρώτη περίοδο της εικονομαχίας ξεχώρισε ο Ιωάννης Δαμασκηνός που με επιστολές και λόγους υποστήριξαν την προσκύνηση των εικόνων.
Ο γιος του Κοπρώνυμου, Λέων Δ, και η γυναίκα του Ειρήνη η Αθηναία σταμάτησαν τους διωγμούς και κατάργησαν τις απαγορεύσεις των προηγουμένων. Το 787 μ.Χ., μετά το θάνατο του Λέοντα Δ, η Ειρήνη η Αθηναία καλεί τη Ζ Οικουμενική Σύνοδο η οποία επανέφερε τις εικόνες. Η Σύνοδος αυτή καταδίκαζε την εικονομαχία και όριζε τις εικόνες τις προσκυνούμε τιμητικά αλλά δεν τις λατρεύουμε. Η Ειρήνη η Αθηναία έκτισε και πολλούς ναούς στην πόλη των Αθηνών, ανάμεσά τους τον ναό της Θεοτόκου Γοργοεπηκόου (τώρα είναι ναός του αγίου Ελευθερίου). Περίπου τότε κτίστηκε και ο ναός της Θεοτόκου Καπνικαρέα ή Καμουχαρέα.
Οι επόμενοι αυτοκράτορες (Λέοντας Ε΄ 813-820 και οι διάδοχοί του Μιχαήλ Β΄ Τραυλός 825-829 και Θεόφιλος 829-842) ήταν εικονομάχοι και οι διαμάχες συνεχίστηκαν μέχρι το 843 μ.Χ. Κατά τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας, ο Θεόδωρος Στουδίτης ξεχώρισε απ' τους υπερασπιστές της ορθοδοξίας. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, ως κηδεμόνας του ανήλικου υιού της Μιχαήλ Γ, προετοίμασε την επικράτηση της Ορθοδοξίας. Συγκάλεσε τοπική σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επανέφερε τις εικόνες επικυρώνοντας τις αποφάσεις της Ζ Οικουμενικής Συνόδου και τερμάτισε οριστικά την εικονομαχία.
Μολονότι ούτε η Εκκλησία, ούτε το κράτος απαγόρεψαν τις γλυπτές αναπαραστάσεις αγίων προσώπων ή ιερών σκηνών, μετά την περίοδο της εικονομαχίας εξαφανίστηκαν τέτοιες αναπαραστάσεις από την Ανατολική Εκκλησία.
Η 11 Φεβρουαρίου του 843 μ.Χ. (πρώτη Κυριακή των νηστειών της Σαρακοστής εκείνου του έτους), ορίστηκε ως η ημερομηνία που θα γινόταν η αναστύλωση των εικόνων και από τότε εορτάζεται κάθε χρόνο ως η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Παλιότερα οι ιστορικοί θεωρούσαν ως πιθανή ημερομηνία αναστύλωσης των εικόνων το 842 μ.Χ. αλλά οι νέες επιστημονικές μελέτες θέλουν το 843 μ.Χ. να είναι η σωστή ημερομηνία.
Αρχικά ο Λέων Γ ο Ίσαυρος προσπάθησε να πάρει με το μέρος του τον Άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης. Του είπε ότι δε βρίσκει διαφορές ανάμεσα στις άγιες εικόνες και τα είδωλα και του ζήτησε να τις απομακρύνει, ή αν όσες εικονίζουν αγίους είναι αληθινές να κρεμαστούν ψηλά, για να μην μιαίνονται όταν τις ασπάζεται ο κόσμος με τα αμαρτωλά του χείλη και μολύνονται. Ο Πατριάρχης Γερμανός έκανε ότι μπορούσε για τον αποτρέψει αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το 726 μ.Χ. ο Λέων Γ εξέδωσε διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι εικόνες έπρεπε να τοποθετηθούν πολύ ψηλά στις εκκλησίες (ώστε να μην μπορούν να τις ασπαστούν και να τις προσκυνήσουν οι πιστοί) και ξεκίνησε τη συζήτηση για την κατάργηση των αγίων εικόνων. Θεωρούσε ότι η τίμηση των εικόνων είναι μια μορφή ειδωλολατρίας και το 730 μ.Χ. αντικατέστησε τον Πατριάρχη Γερμανό με έναν εικονομάχο και με διάταγμα απαγόρεψε την λατρεία των αγίων εικόνων.
Ο Κωνσταντίνος Ε, ο Κοπρώνυμος, αφαίρεσε τις εικόνες από τις εκκλησίες και έκανε διωγμούς ενάντια στους εικονολάτρες. Το 754 μ.Χ. συγκάλεσε αντικανονική Οικουμενική Σύνοδο, την λεγόμενη εικονομαχική, στην Ιέρεια για να επιβεβαιώσει δογματικά την εικονομαχία. Εκείνη την εποχή μεγιστοποιήθηκαν οι διωγμοί ενάντια των μοναχών (ο Κωνσταντίνος Ε τους θεωρούσε "ειδωλολάτρες και οπαδούς του σκότους"), οι καταστροφές μοναστηριών αλλά και οι καταστροφές των εικόνων. Μάλιστα όταν ένας στρατηγός του τον ενημέρωσε ότι δεν είχε μείνει κανένας μοναχός στην περιοχή της Θράκης, ο Κωνσταντίνος Ε του έγραψε ότι "Σε εσένα βρήκα έναν άνθρωπο της καρδιάς μου, κάποιον που δρα όπως θέλω". Κατά την πρώτη περίοδο της εικονομαχίας ξεχώρισε ο Ιωάννης Δαμασκηνός που με επιστολές και λόγους υποστήριξαν την προσκύνηση των εικόνων.
Ο γιος του Κοπρώνυμου, Λέων Δ, και η γυναίκα του Ειρήνη η Αθηναία σταμάτησαν τους διωγμούς και κατάργησαν τις απαγορεύσεις των προηγουμένων. Το 787 μ.Χ., μετά το θάνατο του Λέοντα Δ, η Ειρήνη η Αθηναία καλεί τη Ζ Οικουμενική Σύνοδο η οποία επανέφερε τις εικόνες. Η Σύνοδος αυτή καταδίκαζε την εικονομαχία και όριζε τις εικόνες τις προσκυνούμε τιμητικά αλλά δεν τις λατρεύουμε. Η Ειρήνη η Αθηναία έκτισε και πολλούς ναούς στην πόλη των Αθηνών, ανάμεσά τους τον ναό της Θεοτόκου Γοργοεπηκόου (τώρα είναι ναός του αγίου Ελευθερίου). Περίπου τότε κτίστηκε και ο ναός της Θεοτόκου Καπνικαρέα ή Καμουχαρέα.
Οι επόμενοι αυτοκράτορες (Λέοντας Ε΄ 813-820 και οι διάδοχοί του Μιχαήλ Β΄ Τραυλός 825-829 και Θεόφιλος 829-842) ήταν εικονομάχοι και οι διαμάχες συνεχίστηκαν μέχρι το 843 μ.Χ. Κατά τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας, ο Θεόδωρος Στουδίτης ξεχώρισε απ' τους υπερασπιστές της ορθοδοξίας. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, ως κηδεμόνας του ανήλικου υιού της Μιχαήλ Γ, προετοίμασε την επικράτηση της Ορθοδοξίας. Συγκάλεσε τοπική σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επανέφερε τις εικόνες επικυρώνοντας τις αποφάσεις της Ζ Οικουμενικής Συνόδου και τερμάτισε οριστικά την εικονομαχία.
Μολονότι ούτε η Εκκλησία, ούτε το κράτος απαγόρεψαν τις γλυπτές αναπαραστάσεις αγίων προσώπων ή ιερών σκηνών, μετά την περίοδο της εικονομαχίας εξαφανίστηκαν τέτοιες αναπαραστάσεις από την Ανατολική Εκκλησία.
Η 11 Φεβρουαρίου του 843 μ.Χ. (πρώτη Κυριακή των νηστειών της Σαρακοστής εκείνου του έτους), ορίστηκε ως η ημερομηνία που θα γινόταν η αναστύλωση των εικόνων και από τότε εορτάζεται κάθε χρόνο ως η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Παλιότερα οι ιστορικοί θεωρούσαν ως πιθανή ημερομηνία αναστύλωσης των εικόνων το 842 μ.Χ. αλλά οι νέες επιστημονικές μελέτες θέλουν το 843 μ.Χ. να είναι η σωστή ημερομηνία.
4. Λόγος εις την Α’ Κυριακή των Νηστειών του Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας
Την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής η Αγία μας Εκκλησία πανηγυρίζει το θρίαμβο της Ορθοδοξίας,
της ορθής πίστεως, η οποία καταπάτησε όλες της αιρέσεις και στερεώθηκε
για πάντα. Γι’ αυτό η Κυριακή αυτή καλείται Κυριακή της Ορθοδοξίας. Οι
αιρέσεις φάνηκαν ήδη απαρχής του χριστιανισμού. Οι ίδιοι οι Απόστολοι
του Χριστού προειδοποιούσαν τους συγχρόνους τους, και μαζί τους και
εμάς, για τον κίνδυνο από τους ψευδοδιδασκάλους.
Ο Άγιος Απόστολος Πέτρος στη Β’
Καθολική επιστολή γράφει το εξής: «Εγένοντο δε και ψευδοπροφήται εν τω
λαώ, ως και εν υμίν έσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες παρεισάξουσιν
αιρέσεις απωλείας, και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην αρνούμενοι,
επάγοντες εαυτοίς ταχινήν απώλειαν, και πολλοί εξακολουθήσουσιν αυτών
ταις ασελγείαις, δι’ ους η οδός της αληθείας βλασφημηθήσεται» (Β’ Πετ.
2, 1-2).
Ο Άγιος Παύλος, επιστρέφοντας στην
Παλαιστίνη από την Ελλάδα, έκανε στάση στην Έφεσο. Εκεί στους
χριστιανούς κατοίκους της πόλεως έλεγε: «Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι
εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαροίς εις υμάς μη φειδόμενοι
του ποιμνίου, και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες
διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πραξ. 20, 29-30).
Πολλοί τέτοιοι ψευδοδιδάσκαλοι και
σχισματικοί υπήρχαν στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού. Μερικές
αιρέσεις τάραζαν την Εκκλησία ολόκληρους αιώνες, όπως για παράδειγμα οι
αιρέσεις του Αρείου, του Μακεδονίου, του Ευτηχούς, του Διοσκόρου, του
Νεστορίου και επίσης η αίρεση της εικονομαχίας. Οι αιρέσεις αυτές
προκάλεσαν πολλές διαταραχές στην Εκκλησία και την βασάνισαν πολύ. Υπήρχαν πολλοί ομολογητές και μάρτυρες που έχυσαν το αίμα τους υπερασπιζόμενοι την αληθινή πίστη στον αγώνα κατά των ψευδοδιδασκάλων και των αιρετικών.
Υπήρχαν επίσης και πολλοί και
μεγάλοι ιεράρχες οι οποίοι και αυτοί υπέφεραν πολλούς διωγμούς και
πολλές φορές εξορίστηκαν. Ο Άγιος Φλαβιανός, πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως, για παράδειγμα, σε μία σύνοδο υπό την προεδρία του
Διοσκόρου, η οποία καλείται «λειστρική», χτυπήθηκε τόσο άγρια που μετά
από τρεις ημέρες πέθανε.
Η τελευταία στη σειρά των αιρέσεων, η
αίρεση της εικονομαχίας, ήταν αυτή που επέφερε τα περισσότερα βάσανα
στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Η αίρεση αυτή εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα
χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο
το 717. Ανέβηκε στο θρόνο με τη βοήθεια του στρατού όπου υπήρχαν πολλοί
αντίπαλοι της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων. Επειδή ήθελε να
ευαρεστήσει το στρατό άρχισε σκληρό διωγμό κατά των εικονοφίλων.
Ο διωγμός αυτός συνεχίστηκε και στα
χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, ο οποίος διαδέχτηκε
στο θρόνο τον Λέοντα. Η κόπρος σημαίνει τα κόπρανα. Ονομάστηκε
Κοπρώνυμος διότι κατά την βάπτισή του μόλυνε την κολυμβήθρα. Οι δύο
αυτοί αυτοκράτορες για πολλά χρόνια είχαν την εξουσία στα χέρια τους και
προκάλεσαν πολλά δεινά στην Εκκλησία. Μετά από αυτούς υπήρχαν και άλλοι
αυτοκράτορες εικονομάχοι, οι οποίοι συνέχισαν το έργο των προκατόχων
τους και βασάνισαν την Εκκλησία επί ολόκληρα χρόνια.
Δεν μπορούμε να περιγράψουμε τα βάσανα
που υπέφερε η Εκκλησία στα χρόνια της εικονομαχίας και ιδιαίτερα οι
μοναχοί οι οποίοι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα των ιερών
εικόνων. Οι αυτοκράτορες εικονομάχοι έκλεισαν πολλά μοναστήρια, πολλές
εκκλησίες όπου υπήρχαν εικόνες τις έκαναν αποθήκες. Τους μοναχούς τους
βασάνιζαν άγρια: τους έβγαζαν μάτια, τους έκοβαν μύτες, έσπαζαν εικόνες
πάνω στο κεφάλι τους. Τους αγιογράφους με τα πυρακτωμένα σίδερα τους
έκαιγαν τα δάκτυλα.
Μόνο, τότε, όταν στο θρόνο του
Βυζαντίου ανέβηκε η αυτοκράτειρα Ειρήνη, σταμάτησε ο διωγμός αλλά όχι
οριστικά. Το 787 η Ειρήνη συγκάλεσε την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία
διατύπωσε την ορθόδοξη διδασκαλία περί της τιμητικής προσκύνησης των
ιερών εικόνων. Αλλά και μετά τη σύνοδο υπήρχαν αυτοκράτορες εικονομάχοι,
όπως, για παράδειγμα, ο Μιχαήλ και άλλοι. Η αίρεση αυτή συντρίφτηκε
οριστικά μόνο επί της θεοσεβέστατης Αυγούστας Θεοδώρας, όταν το 842
συγκλήθηκε η τοπική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη η οποία επικύρωσε την
ορθόδοξη διδασκαλία. Η σύνοδος αυτή αναθεμάτισε όλους αυτούς που τολμούν
να λένε ότι η προσκύνηση των ιερών εικόνων είναι ειδωλολατρία και οι
ορθόδοξοι χριστιανοί είναι ειδωλολάτρες.
Και εδώ οι αιρετικοί μας λένε ακριβώς
αυτό το πράγμα. Τολμούν να αποκαλούν τις εικόνες μας είδωλα και εμάς
ειδωλολάτρες. Και μέχρι που φτάνει το θράσος τους; Θα σας πω ένα
περιστατικό που έγινε πρόσφατα σε μία πόλη της Σιβηρίας. Την ώρα της
λειτουργίας δύο βαπτιστές μπήκαν μέσα στην εκκλησία και άρχισαν εκεί να
φωνάζουν ότι οι ορθόδοξοι είναι ειδωλολάτρες και οι εικόνες τους είδωλα.
Τι ανοησία!
Πως τολμούν αυτοί να ανοίγουν το
ακάθαρτο στόμα τους και να λένε αυτά τα λόγια που στάζουν δηλητήριο,
αποκαλώντας μας ειδωλολάτρες και τις εικόνες μας είδωλα; Αυτό δείχνει
πως δεν έχουν κατανοήσει σωστά την δεύτερη εντολή του Μωσαϊκού νόμου:
«ου ποιήσεις σ’ εαυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω
και όσα εν τη γή κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γής. Ου
προσκυνήσεις αυτοίς ουδέ μη λατρεύσεις αυτοίς» (Εξ. 20,4).
Τι σημαίνει αυτή η εντολή; Νομίζω ότι το
νόημά της είναι ξεκάθαρο. Η εντολή αυτή απαγορεύει αντί να προσκυνάμε
τον Ένα, Μοναδικό και Αληθινό Θεό να κατασκευάζουμε είδωλα και να τα
προσκυνάμε. Όπως το έκαναν οι αρχαίοι λαοί: οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι,
οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και άλλοι…
Αυτή είναι η ειδωλολατρία. Η δική μας
όμως η προσκύνηση των ιερών εικόνων μοιάζει σε τίποτα με την
ειδωλολατρία; Ασφαλώς όχι. Τα είδωλα απεικόνιζαν κάτι που δεν υπάρχει
στην πραγματικότητα, που είναι καρπός φαντασίας. Οι δικές μας εικόνες
εικονίζουν την πραγματικότητα. Πραγματικά, δεν ζούσε μεταξύ μας ο Κύριος
Ιησούς Χριστός, τον Οποίον δοξάζουμε και τις εικόνες του Οποίου
προσκυνάμε; Δεν ζούσε μεταξύ μας η Παναγία, την οποία ζωγράφισε ο Άγιος
απόστολος και ευαγγελιστής Λουκάς; Την εικόνα του αυτή την ευλόγισε η
ίδια η Θεοτόκος, λέγοντας ότι η χάρη της θα είναι πάντα μ’ αυτή την
εικόνα. Ξέρετε πόσα θαύματα γίνονται από τις εικόνες της Παναγίας.
Και οι άλλες εικόνες, δεν εικονίζονται
σ’ αυτές πραγματικά πρόσωπα των αγίων του Θεού που ζούσαν εδώ πάνω στη
γή; Οι εικόνες τους αυτές είναι τα πορτραίτα τους και με κανένα τρόπο
δεν είναι είδωλα. Μόνο ασεβές και ακάθαρτο στόμα τολμά να λέει ότι οι
εικόνες μας είναι είδωλα και εμείς είμαστε ειδωλολάτρες. Να σιωπήσουν οι
ασεβείς διότι η Οικουμενική Σύνοδος απήγγειλε το ανάθεμα εναντίον τους.
Να το ξέρετε, να το θυμάστε και να μην
συναναστρέφεστε με τους αιρετικούς. Να μην απομακρύνεστε από την
Εκκλησία, μη σχίζετε το χιτώνα του Χριστού. Να θυμάστε ότι ο Χριστός
στην αρχιερατική του προσευχή παρακαλούσε τον Πατέρα Του, λέγοντας: «ίνα
πάντες έν ώσι, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι, ίνα και αυτοί εν
ημίν έν ώσιν, ίνα ο κόσμος πιστεύσει ότι συ με απέστειλας» (Ιω. 17, 21).
Ο Κύριος θέλει ενότητα της Εκκλησίας. Οι σχισματικοί, οι οποίοι
βρίσκουν σφάλματα στη διδασκαλία της Εκκλησίας, απομακρύνονται απ’ αυτήν
και πιστεύουν ότι θα βρούν τη σωτηρία στις αιρετικές τους οργανώσεις.
Ξέρετε όμως τι έλεγαν οι μεγάλοι άγιοι
για τους ανθρώπους που σχίζουν το χίτώνα του Χριστού; Ο Άγιος Κυπριανός,
επίσκοπος Καρθαγένης, είπε ότι οι άνθρωποι οι οποίοι απομακρύνονται από
την Εκκλησία και δεν έχουν κοινωνία μαζί της και μάρτυρες να είναι,
ακόμα και με το αίμα τους, δεν καθαρίζουν την αμαρτία τους διότι η βαριά
αυτή αμαρτία της διαίρεσης της Εκκλησίας δεν καθαρίζεται ούτε με το
αίμα. Και ο άγιος ιερομάρτυρας Ιγνάτιος ο Θεοφόρος είπε ότι αυτός που
προκαλεί σχίσμα στην Εκκλησία δε θα κληρονομήσει την βασιλεία του Θεού.
Όλοι οι αιρετικοί, όμως, είναι κήρυκες
του σχίσματος. Ενώ ο απόστολος λέει: «Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, σκοπείν
τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ήν υμείς εμάθετε
ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών» (Ρωμ. 16, 17). Και στην άλλη
επιστολή του λέει το εξής: «εί τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ό παρελάβετε,
ανάθεμα έστω» (Γαλ. 1, 9). Και όλοι οι αιρετικοί ευαγγελίζουν όχι αυτό
που ευαγγελίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία η οποία μας γέννησε πνευματικά.
Θυμηθείτε και τον λόγο του Κυρίου Ιησού
Χριστού, ο Οποίος είπε στους αποστόλους και μέσω αυτών σε μας τους
διαδόχους τους: «Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς εμέ
αθετεί· ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λκ. 10, 16).Τρομερά
είναι αυτά τα λόγια του Κυρίου. Να τα θυμάστε πάντοτε. Να μην ξεχνάτε
και αυτήν την ημέρα, την ημέρα του θριάμβου της ορθοδόξου πίστεως. Η
πίστη αυτή διατυπώθηκε οριστικά στην Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο η οποία
στερέωσε την Ορθοδοξία και καταπάτησε όλες τις αιρέσεις και τα σχίσματα.
Πάνω από χίλια χρόνια πέρασαν από τότε
που έγινε η Ζ´ Οικουμενική Σύνοδος και δεν έχουν ξαναγίνει Οικουμενικές
Σύνοδοι. Γιατί; Οι λόγοι είναι πολιτικοί. Δεν υπήρχε δυνατότητα να
συγκληθούν. Αλλά να μην λυπόμαστε που δεν έγιναν άλλες και δεν γίνονται
σήμερα οι Οικουμενικές Σύνοδοι. Αυτές οι επτά που έχουμε, τακτοποίησαν
όλα τα ζητήματα και έλυσαν όλα τα προβλήματα που είχε η Εκκλησία με τις
αιρέσεις και στερέωσαν την ορθόδοξη πίστη.
Θα πείτε πως σήμερα έχουμε πολλές
καινούριες αιρέσεις και σχίσματα. Ναι, έχετε δίκαιο. Αλλά πρέπει να
ξέρουμε πως οι καινούριες αυτές αιρέσεις δεν λένε τίποτε καινούριο αλλά
επαναλαμβάνουν αυτά που ήδη έχουν πει οι παλαιοί αιρετικοί. Και όλες
αυτές οι αιρέσεις αναθεματίστηκαν από την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο. Γι’
αυτό μας αρκούν οι αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων και ιδιαίτερα
της Εβδόμης. Γι’ αυτό και χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε σήμερα το
θρίαμβο της Ορθοδοξίας τη οποία εξέφρασε και στερέωσε η Ζ’ Οικουμενική
Σύνοδος.
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ορίστηκε αυτή
την ημέρα να ψάλλεται δοξολογία ως ευχαριστία στο Θεό για την στερέωση
της Ορθοδοξίας. Και αυτή την δοξολογία θα ψάλλουμε τώρα.
_______________________
Πηγή: Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και Ομιλίες, τόμος Α´.http://www.pemptousia.gr/2012/03/%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1-%CE%BA%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BD%CE%B7%CF%83%CF%84%CE%B5%CE%B9%CF%8E%CE%BD/
5. Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακή της Ορθοδοξίας, του π. Μελετίου Καλαμαρά
Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
(Ἰω. 1, 44-52)
Μή μένετε στά βλεπόμενα
Σήμερα εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Δηλαδή πανυγηρίζομε τόν θρίαμβο
τῆς ἀληθινῆς πίστης. Θρίαμβο ἐναντίον τῶν ψεύτικων ἐντυπώσεων πού
σχηματίζει ὁ ἄνθρωπος γιά τόν Χριστό καί γιά τήν Ἐκκλησία.
Κάθε αἵρεση καί κάθε καινούργια δοξασία καί θεωρία εἶναι ἕνα λάθος
γιατί ἀποπλανᾶ ἀπό τήν ἀληθινή πίστη, ἀπό τήν μόνη ἀλήθεια, πού εἶναι
ὅτι:
Τόν κόσμο τόν δημιούργησε ὁ Θεός.
Ὅτι ὅλοι εἴμαστε πλάσματά του.
Ὅτι ὁ Θεός εἶναι πανάγαθος Πατέρας.
Καί ὅτι γιά μᾶς, γιά νά μᾶς μαζέψει κοντά του, ἔστειλε στόν κόσμο τόν
Υἱό του ὁμοούσιο καί συνάναρχο. Ἐξ’ ἴσου Θεό μέ τόν Πατέρα Θεό.
Ὀρθοδοξία εἶναι, νά πιστεύει κανείς ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ
Θεοῦ, εἶναι σωτήρας τοῦ κόσμου. Ὅτι εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Γι' αὐτό
σήμερα διαβάσαμε τό Εὐαγγέλιο πού λέγει:
Πῆγε ὁ Φίλιππος, πού γνώριζε τόν Χριστό, στό Ναθαναήλ καί τοῦ εἶπε:
-Εὑρήκαμε τόν Ἰησοῦν τόν ἀπό Ναζαρέτ. Τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ.
-Ἀπό τήν Ναζαρέτ; Βγαίνει τίποτε καλό καί μεγάλο; Δέν εἶναι δυνατόν.
Ἔτσι ἔλεγε τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου, ἡ σκέψη τοῦ ἀνθρώπου, τά φιλοσοφήματα, τά ψευτοφιλοσοφήματα τῶν ἀνθρώπων.
Τοῦ ἀπαντάει ὁ Φίλιππος:
-Ἔρχου καί ἴδε.
Τί νά ρθεῖ νά δεῖ. Ἕνα σχῆμα ἐξωτερικό. Καί τούς ἱερεῖς τούς βλέπομε.
Ἀλλά ἅμα τούς βλέπομε χωρίς τήν ἱερωσύνη, τί βλέπομε; Τίποτε.
Καί τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ τήν βλέπομε. Ἅμα ὅμως δέν βλέπομε, διά τῆς
εἰκόνας, τόν Θεό τῆς δόξης, τί τήν θέλομε καί τήν βλέπομε;
Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, κέντρο τοῦ κόσμου
Πῆγε ὁ Ναθαναήλ καί στάθηκε μπροστά στόν Χριστό. Τοῦ λέει ὁ Χριστός:
-Καλώσ’ τόν καλό Ἰσραηλίτη, πού δέν ἔχει μέσα στήν καρδιά του δόλο.
Παραξενεύτηκε ὁ Ναθαναήλ καί τόν ρώτησε:
-Πόθεν μέ γινώσκεις; Ποῦ μέ ξέρεις;
-Σέ εἶδα πρίν ἀπό λίγο πού ἤσουν κάτω ἀπό μιά συκιά. Τί σκεπτόταν; Ὁ Θεός ξέρει.
Ἀλλά ὁ Χριστός τοῦ ἔδωσε νά καταλάβει μιά ἀλήθεια: Ὅτι ὅλα ὅσα
σκεπτόταν ἐκείνη τήν στιγμή, τά ἤξερε. Τά ἤξερε καλύτερα ἀπό τόν ἴδιο.
Καί ὁμολόγησε ὁ Ναθαναήλ καί εἶπε:
-Σύ εἶσαι Κύριε, ὁ λυτρωτής τοῦ Ἰσραήλ, ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου.
Ὁ Χριστός τοῦ εἶπε τότε, τήν πιό παράξενη κουβέντα πού μπορεῖ νά φανταστεῖ κανείς:
-Καλά τό εἶπες, καί ἀπ' ἄρτι, ἀπ' αὐτή τήν ὥρα θά βλέπετε, ὄχι θά
δεῖτε κάποια στιγμή, θά βλέπετε τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί
καταβαίνοντας ἐπί τόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου.
Μέ βλέπετε ἕναν ἄνθρωπο τώρα, ἐξωτερικό περίβλημα ἁπλό, συνηθισμένο,
καταφρονεμένο. Πόσους ἀνθρώπους μπορεῖ νά ἐξολοθρεύσει μιά βόμβα; Πόσους
ἕνας πυροβολισμός; Πόσους ἕνας ἄλλος τρόπος;
Τό πιό ἐξευτελισμένο πράγμα σήμερα, παρόλα τά δικαιώματά του, κοντεύει νά καταντήσει ὁ ἄνθρωπος.
«Ἀπ' ἄρτι», εἶπε ὁ Χριστός, «ἀπ' αὐτή τήν στιγμή, θά βλέπετε τούς
ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νά ἀνεβαίνουν καί νά κατεβαίνουν γύρω ἀπό αὐτόν τόν
Υἱό τοῦ ἀνθρώπου. Θά βλέπετε, ὅτι ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι τό κέντρο
ὄχι μόνο τῆς γῆς, ἀλλά καί τῶν ἄνω. Ὅλου τοῦ κόσμου».
Θά παραξενεύεται κανείς καί θά λέει:
-Ποῦ τό εἴδαμε ἐμεῖς ποτέ, ὅτι ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί καί ὅτι οἱ ἄγγελοι
τοῦ Θεοῦ ἀνεβαίνουν καί νά κατεβαίνουν γύρω ἀπό τόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου;
Ἀδελφέ μου, σύ πού λές αὐτά τά πράγματα, πῶς περπατᾶς σ’ αὐτό τόν
κόσμο; Μέ τό κεφάλι κάτω; Στηριγμένο στή γῆ; Στό δρόμο; Στό χῶμα;
Καί πῶς θέλεις νά δεῖς «τούς οὐρανούς ἀνεωγότας»;
-Ὄχι τό σηκώνω τό κεφάλι μου!
-Τά μάτια σου σηκώνεις. Τά μάτια αὐτοῦ τοῦ σώματος τά σήκωσες γιά μιά
στιγμή πρός τά ἄνω. Ὅπως τά σηκώνουν ὅλα τά ζῶα καί τά ζωΰφια. Καί
νόμισες ὅτι σήκωσες τά μάτια σου πρός τόν οὐρανό; Γιά νά τόν ἰδεῖς ἄν
ἄνοιξε; Καί ἄν ἀρχίζουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ νά ἀνεβαίνουν καί νά
κατεβαίνουν ἐπί τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου;
Ἀλλιῶς ἀνοίγουν τά μάτια
Ἀλλιῶς ἀνοίγομε τά μάτια, ὅταν κοιτάζομε κατά τόν οὐρανό. Ἀλλιῶς
πρέπει, καί ἄλλα μάτια πρέπει νά ἀνοίξουν μέσα σου, γιά νά δεῖς «τόν
οὐρανό ἀνεωγότα καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νά ἀνεβαίνουν καί νά
κατεβαίνουν ἐπί τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου».
Πῶς γίνεται αὐτό;
Ἄς ἀκούσομε μιά ἁπλή ἀληθινή ἱστορία, ὅπως τήν περιγράφει ἕνας κληρικός.
Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος, τόν ὁποῖο ἄν ἤθελες νά τόν περιγράψεις θά τόν
ἔλεγες: «παχύδερμο» ἀπό ἐκεῖνα πού περιγράφει ὁ Ἰονέσκο.
Οὔτε σέ φιλοσοφίες ἔδινε σημασία, οὔτε σέ θρησκεῖες, οὔτε σέ πίστη,
οὔτε σέ πνευματική ζωή, οὔτε σέ τίποτε ἄλλο παρά μόνο στήν τσέπη του καί
στό σαρκίο του. Βέβαια τήν τσέπη του τήν ἤθελε γεμάτη μόνο γιά τό
σαρκίο του.
Τί ἦταν; Μόνο ἕνα κομμάτι γῆς. Ἕνα ρυπαρό κομμάτι τῆς γῆς. Μόλυσμα καί
ἑστία μολυσμοῦ. Πρόκληση γιά τούς ἄλλους γιά νά καταντήσουν σάν κι’
αὐτόν.
Καί λοιπόν τί ἔγινε; Τοῦ ἦλθε μιά ἐπίσκεψη. Ποιά ἦταν ἡ ἐπίσκεψη; Ὁ
καρκίνος. Καί ἄρχισε ἡ ἀντίστροφη μέτρηση. Τότε ἐκεῖνα πού δέν τά
ὑπολόγιζε καθόλου ὅσο ἦταν γερός, ἄρχισε νά τά ὑπολογίζει.
Καί ζήτησε, γιά πρώτη φορά, ἐπικοινωνία μέ ἱερέα. Τήν
δεύτερη φορά ζήτησε μιά εὐχή. Ἕνα σταύρωμα. Καί τήν τρίτη, ζήτησε νά
ἐξομολογηθεῖ. Ἔπειτα θέλησε νά τόν μάθουν καμιά προσευχή, τί πρέπει νά
λέει στό Θεό. Τέλος ζήτησε νά κοινωνήσει τά ἄχραντα Μυστήρια.
Ἀπό κεῖ καί πέρα ἔζησε ἕνα χρονικό διάστημα κατά τό ὁποῖο συνεχῶς προσευχόταν καί συνεχῶς ἔκλαιγε.
Ὅσο ἦταν καλά, ἡ ζωή του ἦταν ἕνας ἀγώνας νά ἀποτραβήξει τό παιδί του
ἀπό τήν πορεία πρός τόν Χριστό, καί νά τό σπρώξει νά χαρεῖ τόν κόσμο καί
τά ἀγαθά πού ἐκεῖνος εἶχε μαζέψει.
Μά στό τέλος ἔλεγε καί ἐπαναλάμβανε:
-Νά πᾶς παιδί μου, μέ ὅλη μου τήν ψυχή καί μέ τήν εὐχή μου, νά
ἀφιερωθεῖς στόν Χριστό γιά νά σωθεῖς. Νά μήν καταντήσεις ὅπως κατάντησα
ἐγώ. Πού σώζομαι μόνον χάρις εἰς τό ἀπέραντο ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καί ἄς ἔχει
δόξα πού μοῦ ἄνοιξε τά μάτια.
Ἔτσι ἀνοίγουν τά μάτια. Ἤ μᾶλλον ἔτσι ἀνοίγουν οἱ οὐρανοί. Γιατί μόνον
τότε ἀνοίγουν οἱ οὐρανοί, ὅταν ἀνοίξουν τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου καί βλέπει
ὅτι ὁ Χριστός εἶναι σωτήρας τοῦ κόσμου.
Ὅσο ὁ ἴδιος δέν αἰσθάνεται τόν Χριστό σωτήρα καί εὐεργέτη του, πηγή τῆς
ζωῆς, πηγή τοῦ ἁγιασμοῦ, αἰτία καί πρόξενο τῆς αἰώνιας ζωῆς, οἱ οὐρανοί
γι’ αὐτόν εἶναι κλειστοί. Καί οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, οὔτε «ἀναβαίνουν»,
οὔτε «καταβαίνουν ἐπί τόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου».
Βέβαια οἱ ἄγγελοι κάνουν τό ἔργο τους καί «ἀναβαίνουν καί καταβαίνουν ἐπί τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».
Καί στούς ἁγίους καί ἀγωνιστές, γιά νά τούς δοξάσουν καί νά τούς ἐνισχύσουν.
Καί στούς ἀδύνατους καί ἀμελεῖς, γιά νά τούς παρακινήσουν σέ μετάνοια
καί νά τούς δείξουν τόν δρόμο πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἐπέμβαση τῆς μάνας
Γράφει ὁ περίφημος ρῶσσος ἱερέας, π. Δημήτριος Ντοῦτκο:
Μιά ἡμέρα, ἦλθε μιά γριούλα στό σπίτι μου καί μοῦ εἶπε:
-Ἔλα πάτερ, ὁ γυιός μου πεθαίνει. Νά τόν ἐξομολογήσεις, νά κοινωνήσει. Νά μήν φύγει ἔτσι.
Ἑτοιμάστηκε καί πῆγαν.
Ἔφτασαν στό σπίτι, ἄνοιξε ἡ γριά, μπῆκαν μέσα καί τοῦ λέει:
-Ἄνοιξε αὐτή τήν πόρτα καί μπές. Εἶναι ὁ γυιός μου, κατάκοιτος. Ἑτοιμοθάνατος. Σέ περιμένει. Ἐγώ περιμένω ἀπ' ἔξω.
Ἀνοίγει ὁ παπάς τήν πόρτα, μπαίνει μέσα, ἀλλά νά· πετιέται ὅσο ἦταν
δυνατό νά πεταχθεῖ ὁ ἑτοιμοθάνατος ἐπάνω καί ρωτᾶ ἀγριεμένος:
-Ποιός εἶναι;
-Ἐγώ.
-Ποιός εἶσαι σύ;
-Ὁ παπάς εἶμαι.
-Ὁ παπάς; Τί θέλει ὁ παπάς στό σπίτι μου; Καί ἄρχισε τίς βλαστήμιες.
-Συγγνώμη, τοῦ λέει. Δέν ἦλθα μόνος μου. Μέ φώναξες.
-Ἐγώ;
-Δέν ξέρω ἄν ἐσύ. Μιά γριούλα μέ ἔφερε ἐδῶ. Ἕνας δικός σου ἄνθρωπος μ’ ἔφερε. Ποῦ τὄξερα ἐγώ;
-Ποιός ἄνθρωπος ἦταν αὐτός, πού σέ ἔφερε ἐδῶ;
Κοιτάζει ὁ παπάς, πάνω ἀπό τό προσκέφαλό του ἦταν ἡ φωτογραφία μιᾶς γυναίκα. Καί λέει:
-Νά ἐκείνη μέ φώναξε.
-Καί ποῦ εἶναι ἐκείνη;
-Ἀπ’ ἔξω. Περιμένει. Στό ἄλλο δωμάτιο.
-Τί λές; Ξέρεις τί λές;
-Πῶς δέν ξέρω. Αὐτή μέ ἔφερε.
-Αὐτή εἶναι ἡ μάνα μου. Ἔχει πεθάνει δεκαπέντε χρόνια τώρα. Καί
λέγοντας αὐτά ὁ ἄρρωστος καί βλέποντας τόν παπά νά τοῦ λέει τήν
ἀλήθεια, αἰσθάνθηκε κάτι τό ἐντελῶς διαφορετικό. Τί αἰσθάνθηκε;
-Ἐκείνη τήν στιγμή, ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί καί κατάλαβε ὅτι ἀπό τόν οὐρανό
κατέβηκε ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ἡ μητέρα του καί πῆγε νά βρεῖ τόν παπά, νά τόν
πάει κοντά του, γιά νά ἐξομολογηθῆ καί νά σωθῆ.
Καί εἶδε τόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου νά ἔχεται ἐν δόξῃ γιά νά τόν παραλάβει.
Ἐξομολογήθηκε, ζήτησε συγγνώμη, ζήτησε τήν Θεία Κοινωνία καί ἔφυγε γιά
τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πῶς καί πότε;
Ὄχι ἐπειδή τοῦ βάλαμε ἕνα κομματάκι ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ στό στόμα του, ἐνῶ ἦταν πεθαμένος σωματικά καί ψυχικά.
Ἀλλά γιατί γι' αὐτόν ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί, κατέβηκε ἄγγελος καί τόν ἔσπρωξε σέ μετάνοια.
Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία
Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Δέν εἶναι λεπτομέρειες. Δέν εἶναι τό λιβανάκι.
Δέν εἶναι τά ὄμορφα προσκυνηταράκια. Αὐτά εἶναι λεπτομέρειες τῆς
πίστεως. Ἀλλά ὄχι αὐτή ἡ πίστη.
Ἡ πίστη εἶναι ὅτι ὁ Χριστός εἶναι σωτήρας τοῦ κόσμου. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι
γιά νά θυμίζουν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ σωτήρας τοῦ κόσμου.
Καί μέ τόν Χριστό ἑνώνεται ὁ ἄνθρωπος πῶς;
Ὅταν θά δεῖ τόν οὐρανό νά ἀνοίγει γι' αὐτόν. Καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ
νά ἀνεβαίνουν καί νά κατεβαίνουν εἰς τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου. Δηλαδή στόν
καθένα μας σάν «υἱό ἀνθρώπου».
Ἑνώνομαι δηλαδή μέ τόν Χριστό, τότε πού θά δῶ, νά ἀνοίγει ὁ ποταμός τῆς
χάριτος ἀπό τόν οὐρανό καί νά ἔρχεται νά πλημμυρίζει τό σῶμα μου καί
τήν ψυχή μου.
Αὐτό εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, στόν ἀπόστολό του τόν Ναθαναήλ, γιά νά τό ἀκοῦμε ὅλοι.
Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη πίστη.
Νά μᾶς φωτίζει ὁ Θεός νά ψάχνομε γιά τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί προπαντός
γιά τόν ἀρχηγό τῆς πίστεως τόν Κύριο καί σωτήρα μας Ἰησοῦν Χριστό.
Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στίς 29/2/2004 στόν Ἅγιο Χαράλαμπο Πρεβέζης.
6. Το πνευματικό κάλλος της ορθόδοξης εικόνας του πρεσβ. π. Αναστασίου Αλεξίου |
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΑΛΛΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ
του πρεσβ. Π. Αναστασίου Αλεξίου. Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Β΄ κατανυκτικό εσπερινό στο Μητροπολητικό ναό. «Υπέρτιμον κόσμησιν η του Χριστού Εκκλησία των σεπτών απείληφε και αγίων εικόνων του Σωτήρος Χριστού και της Θεομήτορος και αγίων Πάντων φαιδροτάτην αναστήλωσιν, δι’ ης φαιδρύνεται και καταγλαΐζεται…» (Από τον εσπερινό της Α΄ Κυριακής των Νηστειών) Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί, Γνωρίζουμε ότι η ορθόδοξη Εκκλησία διατήρησε ακέραιο έναν τεράστιο πλούτο τόσο στον χώρο του λειτουργικού βίου και της πατερικής σκέψης όσο και στον χώρο της εκκλησιαστικής τέχνης. Η προσκύνηση των εικόνων κατέχει μία πολύ σημαντική θέση σ’ αυτή τη διατηρηθείσα παράδοση κι αυτό διότι η εικόνα δεν είναι μια απλή απεικόνιση ούτε μια διακόσμηση, ούτε ακόμα μία εικονογράφηση της αγίας Γραφής. Είναι κάτι περισσότερο: Ισότιμη του ευαγγελικού μηνύματος, είναι ένα λατρευτικό σκεύος που συμμετέχει ολόκληρο στην λειτουργική ζωή. Δεν είναι απλά μια «τέχνη», είναι τέχνη ιερή, Δεν είναι «ζωγραφική», είναι θεολογία. Δεν είναι «καλλιτεχνική έκφραση», είναι προσδοκία σωτηρίας. Δεν είναι «στολίδι», είναι συνάντηση με το Θεό. Δεν είναι «φωτογραφία», είναι « εις Χριστόν παιδαγωγία». Δεν είναι «υλική αξία», είναι υπέρβαση. Δεν είναι «συλλεκτικό είδος», είναι παρηγοριά, παραμυθία και ανάπαυση των πιστών κοντά στον Τριαδικό Θεό. «Αύτη γαρ εικόνος φύσις, μίμημα είναι του Αρχετύπου», θα μας πει ο Μέγας Βασίλειος. Δηλαδή η ουσία της λέξεως «εικόνα» είναι το μίμημα, η ομοίωση με το Πρωτότυπο, το Αρχέτυπο. Στην εικόνα, η Εκκλησία δεν βλέπει μόνο μια μορφή ορθόδοξης διδασκαλίας, αλλά την καθολική έκφραση της ορθοδοξίας, αυτή την ίδια την ορθοδοξία. Δε νοείται συνεπώς η εικόνα αυτόνομα και έξω από την Εκκλησία. Αυτό σημαίνει πως η έννοια και το περιεχόμενο της εικόνας πηγάζουν από την διδασκαλία που διατύπωσε η Εκκλησία στην απάντησή της προς τους εικονομάχους. «Ου γαρ ζωγράφων εφεύρεσις η των εικόνων ποίησις, αλλά της Καθολικής Εκκλησίας έγκριτος θεσμοθεσία και παράδοσις» διακηρύττουν οι πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Κι η Εκκλησία της έδωσε της εικόνας τόσο μεγάλη σημασία, ώστε, πληρώνοντας ακριβό τίμημα, -το αίμα ενός μεγάλου αριθμού μαρτύρων και ομολογητών κατά την διάρκεια της εικονομαχικής περιόδου-, να κηρύξει την αναστήλωση των εικόνων μετά τη φοβερή περιπέτεια της εικονομαχίας, ως το θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Τι έκανε δηλαδή η Εκκλησία; Υπερασπίστηκε με απαράμιλλα σοφό τρόπο τον πυρήνα της πίστης μας, δηλαδή τη Θεολογία της Σάρκωσης και την εξ αυτής δυνατότητα εικονισμού του Χριστού. Ο «απερίγραπτος» Θεός, μπαίνει κατά τη Σάρκωση μέσα στα όρια της ανθρώπινης μορφής. Και η εκκλησία έψαλλε σήμερα, την πρώτη Κυριακή των Νηστειών: «Φύσει απερίγραπτος τη θεϊκή σου υπάρχων, επ’ εσχάτων, Δέσποτα, σαρκωθείς ηξίωσας περιγράφεσθαι». Όποιος παραβλέπει την παραπάνω δυνατότητα του «περιγράφεσθαι», όπως έκαναν οι εικονομάχοι, παραβλέπει και αυτό τούτο το γεγονός ότι ο Χριστός δεν είναι μόνο Λόγος του Θεού, αλλά και εικόνα τέλεια του Θεού. «... ος εστίν εικών του Θεού του αοράτου πρωτότοκος πάσης κτίσεως», «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού». Μια τέτοια παράβλεψη θα σήμαινε ανατροπή της σωτήριας σχέσης ανάμεσα στον κτιστό κόσμο και στον άκτιστο Θεό και αναίρεση κατά συνέπεια όλου του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Είναι κρίσιμο στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τέσσερα βασικά σημεία της πίστης μας για την εικόνα, τονίζοντας πρώτον, ότι: στην εικόνα εικονίζεται η υπόσταση του Χριστού και όχι η φύση του, καθότι «περιγραπτός άρα ο Χριστός καθ’ υπόστασιν, καν τη Θεότητι απερίγραπτος» μας διδάσκει ο Θεόδωρος Στουδίτης και κατά τον όρον πίστεως της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου: « ...ο προσκυνών την εικόναν προσκυνεί εν αυτή την εγγεγραμμένην υπόστασιν» δηλαδή, κι ας το προσέξουμε αυτό παρακαλώ, τη Θεανδρικότητα του Χριστού, το Θεανθρώπινό του Πρόσωπο. Είναι επίσης αναγκαίο να θυμηθούμε ότι η εικόνα δεν ταυτίζεται με το πρωτότυπο, αλλά αποτελεί ομοίωμά του. Κι εμείς τιμώντας με ευλάβεια την εικόνα, τιμούμε το Πρωτότυπό της. Σύμφωνα με την κλασσική πλέον ρήση του Μεγάλου Βασιλείου την οποία πρώτος επικαλείται ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «η της εικόνος τιμή προς το πρωτότυπον διαβαίνει». Το τρίτο σημείο έχει να κάνει με τη δύναμη της εικόνας καθότι αγιασμένη αυτή, είναι «έμπλεως θείας Χάριτος». Αγιάζεται δηλαδή η εικόνα εξαιτίας του εικονιζόμενου προσώπου που είναι φορέας της θείας χάριτος, εξ ου και θαυματουργεί. Κι εμείς βέβαια, «προσκυνούμεν ου την ύλην (της εικόνος) αλλά τον εικονιζόμενον», και στην περίπτωση της εικόνας του Χριστού, τον της ύλης δημιουργόν, όπως μας διδάσκει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Γι αυτό και όταν χαθεί το εκτύπωμα της μορφής του εικονιζόμενου προσώπου, το ξύλο της εικόνας επανέρχεται σε αυτό που ήταν. Και τότε, γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός «...πυρί τω ξύλω δίδωμι». Κι αυτό βέβαια το τονίζει με έμφαση για να αποτρέψει τους συγχρόνους του από οποιασδήποτε μορφής ειδωλοποίηση της εικόνας. Η τέταρτη και τελευταία παρατήρηση έχει να κάνει με τη σχέση της εικόνας προς τη φυσική πραγματικότητα. Η εικόνα δεν θέλει να αποδώσει έστω και με κάποια μορφή αφαίρεσης τη φυσική πραγματικότητα. Δεν είναι δηλαδή νατουραλισμός. Κι ούτε εξπρεσιονισμός, ιμπρεσιονισμός, κυβισμός κι οποιοσδήποτε –ισμός. Εννοείται επίσης πως δεν έχει και καμιά σχέση με τη φωτογραφία. Όσο κι αν είναι αυτονόητο, το επισημαίνω για τον παρακάτω λόγο: Η Εκκλησία σοφά πράττοντας αρνούνταν και θα αρνείται να εντάξει φωτογραφίες νεότερων αγίων μέσα στον ιερό ναό. Γιατί αυτό; Για τον απλούστατο λόγο: Η φωτογραφία αποδίδει τον παρόντα κόσμο που είναι κόσμος της φθοράς, την παρούσα φθαρτή πραγματικότητα, θυμίζοντάς μας ένα συγκεκριμένο πρόσωπο σε μια ορισμένη στιγμή της ζωής του. Αντίθετα , η Εκκλησία μέσω της εικόνας απεικονίζει όχι τον κόσμο όπως είναι, τον κόσμο της φθοράς, αλλά τον μεταμορφωμένο κόσμο, τον κόσμο της Ανάστασης και των Εσχάτων. Γι αυτό και διδάσκει σταθερά ότι η εικόνα δεν είναι ούτε προσωπογραφία, ούτε θρησκευτικός πίνακας κι ούτε εικονογράφηση της Αγίας Γραφής. Ο Ορθόδοξος αγιογράφος το ξέρει πολύ καλά αυτό, όπως ξέρει επίσης πολύ καλά ότι μόνο με τη μεγάλη πίστη του και με την ευχή της Εκκλησίας θα μπορέσει να ξεδιπλώσει το χάρισμά του για να εκφράσει την πραγματικότητα και την εμπειρία του μεταμορφωμένου κόσμου. Ενός κόσμου σεμνού, κατανυκτικού όπου η ομορφιά εδώ είναι η πνευματική καθαρότητα, η εσωτερική ωραιότητα που πηγή της έχει το Άγιο Πνεύμα, δείχνει το θεωμένο άνθρωπο. Γι’ αυτό βλέπουμε στις εικόνες των αγίων οι οφθαλμοί να ζωγραφίζονται μεγάλοι, ζωηροί, εκφραστικοί ψυχικής εντάσεως, «διότι τα μεγάλα εθεάσαντο», τα αυτιά επίσης αναλογικά μεγαλύτερα «διότι διηυρήνθησαν εις το ακούειν τα εντολάς του Κυρίου», η μύτη είναι πολλές φορές πάνω από το φυσιολογικό επιμήκης και στενή, διότι δεν οσφραίνεται τα του κόσμου, αλλά «οσμής ευωδίας πνευματικής», την ευωδία της Αγίας Τριάδος, κατά τον Δίδυμο τον Τυφλό. Το στόμα σχεδιάζεται μικρό, για να φανερωθεί η ασκητική ζωή του εικονιζόμενου προσώπου, «συνεκάλυψεν εν τη νηστεία την ψυχήν του». Υπάρχει για να ψάλλει τον αίνο, την ευχαριστία και να δίνει το φίλημα της ειρήνης. Το μέτωπο πλαταίνει πλέον του φυσιολογικού με μια ελαφριά παραμόρφωση, η οποία τονίζει τη κυριαρχία της θεωρίας και του στοχασμού. Εδώ ταιριάζει να αναφερθούμε στα βασικά χαρακτηριστικά της Βυζαντινής Εικόνας, για να δούμε το πώς αυτή μπορεί να μας μυήσει στην αγιαστική εμπειρία του μεταμορφωμένου κόσμου που μας εικονίζει. Θα αρχίσω με τη γενική διαπίστωση ότι όλη η κτίση στη Βυζαντινή Εικόνα εικονίζεται ελεύθερη από τους φυσικούς νόμους: της βαρύτητας, της προοπτικής, της φωτοσκίασης και με ένα λόγο της φθοράς του κτιστού. Ας το δούμε αυτό αναλυτικά. Στη Βυζαντινή Εικόνα καταργείται το φυσικό ηλιακό φως επειδή το αντικαθιστά το άκτιστο αναστάσιμο φως. Το φως που κάνει τα πρόσωπα να λάμπουν. Τα πρόσωπα των αγίων λούζονται με το φως το ιλαρό και ανέσπερο. Κι οι φωτοστέφανοί τους δεν είναι τα διακριτικά σύμβολα της αγιότητάς τους, αλλά η ακτινοβολία του φωτός της. Λίγο τον ενδιαφέρει τον αγιογράφο επίσης εάν τα γεγονότα συμβαίνουν την ημέρα ή τη νύχτα. Γι αυτό και δεν είναι λιγότερο φωτεινός ο Μυστικός Δείπνος ή η Προσευχή στη Γεσθημανή απ’ ότι η Ανάσταση και η Πεντηκοστή. Το πρόσωπο του Κυρίου για παράδειγμα δε «λάμπει» στη Μεταμόρφωση περισσότερο απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη εικόνα του, από την εικόνα π.χ. της Σταύρωσης. Γιατί αυτό; Επειδή και όντας επάνω στο Σταυρό ο Κύριος δεν παύει να είναι ο Βασιλεύς της Δόξης. Το φως, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι το γνώρισμα της Δόξης του Κυρίου. Κι ο Χριστός πάνω στο Σταυρό είναι το φωτοειδές πρόσωπο αυτής της Δόξης. Είναι η αποκαλυπτική λάμψη του ανθρώπινου προσώπου του Θεού, της εκθαμβωτικής ανθρώπινης μορφής του τριαδικού Θεού. Δεν είναι η ημέρα που φωτίζει, ούτε η νύχτα που σκοτίζει το γεγονός της εικόνας. Όλα έχουν πάθει την οθνεία (=ξενική, αλλογενή) αλλοίωση της Μεταμορφώσεως. Παντού λάμπουν οι ανταύγειές της. Η πηγή του φωτός δε βρίσκεται ποτέ μέσα στην εικόνα. Το φως έρχεται απέξω, από μια άλλη νοητή πηγή. Πέφτει κάθετα στο κέντρο της εικόνας και φωτίζει ολόκληρο το πρόσωπο. Δεν υπάρχουν πουθενά φωτοσκιάσεις αφού βρισκόμαστε έξω από το κτιστό φως. Βρισκόμαστε στη Βασιλεία του Θεού, όπου ο Θεός είναι το φως μας και όχι ο ήλιος. Βρισκόμαστε επίσης και έξω από τον κλειστό χώρο γι αυτό και τα γεγονότα που έγιναν μέσα σε σπίτι πάντα εικονίζονται έξω για να ξεχειλίσουν τη Χάρη της σωτηρίας σε όλον τον κόσμο. Αλλοιώνεται ο χώρος υπερβαίνοντας την τοπικότητα των γεγονότων. Το μήκος, το πλάτος, το ύψος ρυθμίζονται ανάλογα με την πνευματική διάσταση των εικονιζόμενων για να αποδώσουν το υπερβατικό. (Ο Χριστός, ως το κύριο πρόσωπο στην εικόνα της μεταμορφώσεως, είναι μεγαλύτερος από τους προφήτες και τους μαθητές και όλα τα πρόσωπα υπερτερούν σε μέγεθος από τις κορυφές των βουνών) Ο τόπος χάνει πλέον τις φυσικές του διαστάσεις επειδή δε χωρούν σε αυτές τα σωτηριώδη και οικουμενικά γεγονότα της Θείας Οικονομίας. Τόποι που τους χωρίζουν αποστάσεις ενώνονται ως γειτονικοί. (Στην προσευχή στη Γεσθημανή βλέπουμε το Χριστό ταυτόχρονα να προσεύχεται και να ξυπνά του κοιμωμένους μαθητές, αλλά και στη Γέννηση όλοι θα έχουμε παρατηρήσει ότι στην ίδια εικόνα βρίσκονται ο Παναγία με το Χριστό, οι μάγοι καβαλάρηδες και οδηγούμενοι από τον αστέρα αλλά και οι βοσκοί που πληροφορούνται το γεγονός της γεννήσεως από τον άγγελο). Μεταμορφώνεται ο κοσμικός χώρος. Δεν υπάρχει η προοπτική που τοποθετεί τον άνθρωπο εξωτερικό θεατή. (Ας πάρουμε για παράδειγμα την εικόνα της Βαπτίσεως του Χριστού. Τα βουνά φαίνονται σαν να είναι κοιταγμένα από πάνω, οι κορυφές τους είναι στραμμένες προς το θεατή. Οι Άγγελοι που βρίσκονται στη δεύτερη σειρά, πίσω από την πρώτη σειρά των Αγγέλων, ζωγραφίζονται πιο πάνω, για να μην κρύβονται από τους μπροστινούς. Ο ποταμός φαίνεται σαν όρθιος, σε όλο το μήκος και όχι σαν να χάνεται στο βάθος του ορίζοντα). Ο πιστός που έρχεται να προσκυνήσει την εικόνα, γίνεται και αυτός μέρος της εικόνας, βρίσκεται μέσα της. Βλέπει όλον τον κόσμο έσωθεν. Υπερβαίνεται επίσης ο χρόνος ως προς την αλληλουχία των εικονιζόμενων γεγονότων, αλλοιώνεται, διαφοροποιείται. Γεγονότα που απέχουν χρονικά μπορεί να εμφανίζονται ως σύγχρονα. Σύμπτυξη δηλαδή της Ιστορίας, παρελθόν – παρόν – μέλλον είναι ενωμένα. (Η εικόνα της Πεντηκοστής παριστάνει το Υπερώο όπου κατήλθε το Πνεύμα το Άγιο με τη μορφή πύρινων γλωσσών επάνω στους μαθητές. Παρατηρώντας την εικόνα διαπιστώνουμε ελλείψεις αφού από το πλήθος των εκατόν είκοσι συγκεντρωμένων ανθρώπων μεταξύ των οποίων και η Παναγία μας εικονίζονται μόνο δώδεκα πρόσωπα, και την πρωτοκαθεδρία κατέχουν ο απόστολος Πέτρος και ο απόστολος Παύλος που ιστορικά δεν ήταν παρών εκείνη την ώρα.) Η εικόνα αναδεικνύει τη διαχρονικότητα του γεγονότος αφού η Πεντηκοστή δεν είναι μια χρονική στιγμή για την Εκκλησία. Είναι η ακατάπαυστη και ατελεύτητη Παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία. Τα γεγονότα της Θείας Οικονομίας δεν είναι περασμένα και κλειστά, αλλά παρόντα και ενεργά, μας αγκαλιάζουν και μας σώζουν. «Χρόνος και φύσις καινοτομούνται», κατά το απολυτίκιο του Μηνιαίου της 31ης Αυγούστου. Ο βυζαντινός αγιογράφος βιώνει το λειτουργικό χώρο και χρόνο μέσα στην Εκκλησία και τούτο τον απελευθερώνει από οποιονδήποτε χωροχρονικό περιορισμό. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Μπαίνω μέσα στο κοινό ιατρείο των ψυχών, την Εκκλησία, πνιγμένος από τους λογισμούς, σαν να βρίσκομαι μέσα σε αγκάθια. Η ομορφιά της αγιογραφίας με έλκει και με τραβάει και άθελά μου αφήνει μέσα στην ψυχή μου δοξολογία Θεού. Βλέπω την υπομονή του Μάρτυρος, την ανταμοιβή των στεφάνων και η προθυμία σαν φωτιά με ανάβει από ζήλο και πέφτω και προσκυνώ τον Θεό δια μέσου του Μάρτυρος και παίρνω τη σωτηρία μου». Ο ναός είναι ο χώρος που τελείται η Θεία Λειτουργία, «είναι» κατά τον ιερό Χρυσόστομο «επίγειος ουρανός εν ω ο επουράνιος Θεός ενοικεί και εμπεριπατεί». Ο υψωμένος τρούλλος συγκρίνεται με τους ουρανούς των ουρανών. Οι καμάρες του παριστάνουν τα τέσσερα άκρα του κόσμου και η σφαιρικότητα του τρούλλου επανενώνει όλους τους ανθρώπους σε σύναξη εν σώματι. Είναι ο χώρος όπου γινόμαστε «σύγχρονοι και σύνοικοι της Αγίας Τριάδος και πάντων των Αγίων» και σ’ αυτό συντελεί κυρίως η εικονογράφηση του ναού. Μέσα στον ορθόδοξο ναό η εικονογράφηση αναφέρεται στο βίο του Χριστού, της Θεοτόκου και των αγίων. Πολλά από τα θέματα της εικονογράφησης έχουν ιδιαίτερη δογματική σημασία όπως η θριαμβευτική μορφή του Παντοκράτορα στο τρούλλο που όπως προείπαμε παριστάνει τον ουρανό. Μεγαλοπρεπής, σοβαρός, αυστηρός και ταυτόχρονα ελεήμων και πράος. Προσβλέπει στη γη με τους μεγάλους εκφραστικούς οφθαλμούς Του. Τον Παντοκράτορα περιβάλλουν ουράνιες Δυνάμεις, Πολυόματα Χερουβίμ και εξαπτέρυγα Σεραφείμ και κάποιες φορές και η Θεοτόκος με τον Πρόδρομο δεόμενοι υπέρ της Εκκλησίας. Λίγο πιο κάτω ο χορός των προφητών που προφήτευσαν σχετικά με την έλευσή Του και προετοίμασαν τον δρόμο Του. Στα τέσσερα σφαιρικά τρίγωνα που στηρίζουν τον τρούλλο, εικονίζονται οι τέσσερις ευαγγελιστές, φανερώνοντας με τον τρόπο αυτό την πίστη της Εκκλησίας ότι έχει σταθερό θεμέλιο μόνο τον αποκεκαλυμμένο λόγο του Θεού που είναι αποθησαυρισμένος κυρίως στα ιερά Ευαγγέλια. Σε κάποιους ναούς, που το κεντρικό κλίτος έχει πολλούς κίονες, όπως και σ’ αυτόν που βρισκόμαστε, εικονίζονται και οι Απόστολοι του Χριστού, διότι αυτοί με την ιεραποστολή τους διέδωσαν και στήριξαν τη διδασκαλία του Ιησού. Η δεομένη Θεοτόκος, η Πλατυτέρα αγιογραφείται στην κόγχη του Ιερού. Η κόγχη ενώνει τον τρούλλο με το δάπεδο του ναού όπου βρίσκονται οι πιστοί. Παρίσταται λοιπόν η Θεοτόκος μεταξύ ουρανού και γης ως «κλίμαξ επουράνιος δι’ ης κατέβη ο Θεός» αλλά και «γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν». Στην κόγχη του ιερού βήματος και κάτω από την πλατυτέρα ζωγραφίζεται η παράσταση της θείας Λειτουργίας, είτε ως κοινωνία των αγίων Αποστόλων –όπως εδώ-, είτε ως Λειτουργία των Αγγέλων. Στο ιερό εικονίζονται επίσης οι μεγάλοι «λειτουργοί» Ιεράρχες και οι πρώτοι διάκονοι της εκκλησίας. Στον κυρίως ναό συναντούμε τον εορταστικό κύκλο, την εικονογράφηση δηλαδή προσώπων και θεμάτων που αναφέρονται στις μεγάλες εορτές του εκκλησιαστικού έτους. Στις πρώτες ζώνες ιστορούνται παραστάσεις από το Δωδεκάορτο καθώς και παραβολές ή θαύματα του Χριστού. Στις κατώτερες ζώνες εικονίζονται ολόσωμοι Άγιοι, άνδρες και γυναίκες, που συνήθως παρατάσσονται κατά μέτωπο ή σε ελαφριά στροφή κατά τρία τέταρτα, σε ομοιόμορφες ομάδες, στρατιωτικοί Άγιοι, Όσιοι, Μάρτυρες, Ερημίτες…. Η κατά μέτωπο στάση βυθίζει το βλέμμα στα μάτια του θεατή και δημιουργεί άμεσα ένα δεσμό κοινωνίας και αγάπης με τον προσευχόμενο. Πάνω από τη Δυτική είσοδο του Ναού ιστορείται η Κοίμηση της Θεοτόκου ή και η Δευτέρα Παρουσία με τις διάφορες σκηνές της. Η Εκκλησία, όπως ήδη είπαμε, είναι η εικόνα της ουράνιας εκκλησίας. Εικόνα της Βασιλείας το Ιερό, είναι χωρισμένο από τον κυρίως ναό με το εικονοστάσι, το τέμπλο. Στην κορυφή του τοποθετείται ο σταυρός και δείχνει την Ανατολή, απ’ όπου θα έλθει ο Χριστός μέσα στη δόξα του. Δεξιά της Ωραίας Πύλης τοποθετείται η εικόνα του Χριστού και αριστερά η εικόνα της Παναγίας ως Βρεφοκρατούσα. Δίπλα στο Χριστό τοποθετείται ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και δεξιά από τη Θεοτόκο τοποθετείται η εικόνα του Αγίου (ή της εορτής) στον οποίο είναι αφιερωμένος ο Ναός. Στις πλάγιες θύρες του ιερού τοποθετούνται οι εικόνες των Αρχαγγέλων, Μιχαήλ και Γαβριήλ. Πάνω από αυτή τη σειρά των μεγάλων εικόνων, ζωγραφίζονται οι εικόνες του Δωδεκάορτου ξανά, ώστε να υπάρχει εμφανώς μπροστά στα μάτια όλων περιγεγραμμένη η ιστορία της ενανθρωπήσεως του Χριστού, όλη η Χριστολογία, όλο το έργο της Θείας Οικονομίας. Η διάταξη αυτή των εικόνων είναι κανόνας για τις ορθόδοξες Εκκλησίες. Έτσι μέσα στην Εκκλησία, ακόμη και όταν δεν είναι ώρα ακολουθίας, αισθάνεται ο πιστός ακατάπαυστη τη ζωή, γιατί το παν είναι μέσα στην αναμονή των αγίων Μυστηρίων που τελούνται μέσα στο Ιερό. «Αυτή η αναμονή», λέει ο Ευδοκίμωφ, «αποβλέποντας στη Βασιλεία, σπινθηρίζει από παρουσίες και είναι αυτό το λειτουργικό έργο της εικόνας». Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί μου αδελφοί, Οι παραπάνω σκέψεις σκοπό είχαν να κάνουν αντιληπτό ότι «η εικόνα είναι ένα παράθυρο μέσα από το οποίο ο Λαός του Θεού, όλοι εμείς, η Εκκλησία, θεωρεί τη Βασιλεία του Θεού». Αυτός είναι και ο λόγος που και το χρώμα και η γραμμή και το κάθε χαρακτηριστικό της μορφής της εικόνας αποκτά ιδιαίτερο νόημα. «Μπαίνει κανείς στον κόσμο της εικόνας, μαθαίνει τη γλώσσα της με τη μετάνοια και την ταπεινή προσκύνηση, με τη συμμετοχή στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας και ιδίως στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, το οποίο «είναι εικόνα ολοκλήρου του μυστηρίου της θείας Οικονομίας, διότι εικονίζει και αναπαριστά όλα τα σωτήρια γεγονότα εν Χριστώ». Έτσι η εικόνα γίνεται για μας «παιδαγωγός εις Χριστόν», εφόσον βέβαια και η όλη ζωή μας εναρμονίζεται με τα μηνύματα που μας εκπέμπουν οι άγιες εικόνες. Γι’ αυτό, όπως μας λέει ο π. Βασίλειος ο Ιβηρίτης, «ας σταθούμε μπροστά στις εικόνες, ας προσκυνήσουμε. Ας πάρουμε ζωή. Ας θηλάσουμε, ας ρουφήξουμε, ας τραφούμε αχόρταγα», διότι «αυτός που τρέφεται απ’ εδώ δεν πρόκειται ποτέ να παρέλθει. Οι προσκυνούντες και τα προσκυνούμενα βρίσκονται μέσα στο κράτος και την αγιαστική Χάρη του μήτε αρξαμένου, μήτε παυσομένου Πνεύματος». Αμήν. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Παύλου Ευδοκίμωφ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1972, Kεφ. Β’ Μύηση στην Εικόνα, σελ. 291 – 313. Κόντογλου Φ., Έκφρασις της Ορθοδόξου Εικονογραφίας, 2 τόμοι, Αθήνα 1960. Βλάσσιος Ιω. Φειδάς, Περίγραμμα Βυζαντινής Ζωγραφικής, Πανεπιστημιακές Παραδόσεις, Αθήνα 1981. Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων, Λειτουργικός Τρόπος. Από την αρχαιοελληνική ανθρωπιά στη Θεανθρωπία της Θείας Λειτουργίας σελ. 8 – 22. Το Δωδεκάορτο του Θεοφάνους του Κρητός, Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, σελ. 23 – 25. Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ. Εικονογραφική έκφραση και ήθος Ορθοδόξου αγιότητος σελ. 120 – 132 Ιερά Μονή Ιβήρων 2003. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Τι ξέρεις εσύ για τις εικόνες;, εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Καρέας 2000. Λεωνίδα Ουσπένσκυ, Η ΕΙΚΟΝΑ. Λίγα λόγια για τη δογματική έννοιά της. Μετάφραση Φώτης Κόντογλου Γ’ έκδοση, Αστήρ, 1991 Ευστάθιος Κ. Γιαννής, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων, «Εικών Παιδαγωγούσα». Η παιδαγωγική διάσταση της ορθόδοξης εικονογραφίας και η αξιοποίηση της εικόνας στο μάθημα των Θρησκευτικών. Διδακτορική διατριβή, Φλώρινα 1996. Βυζαντινή Ζωγραφική: www.xanthi.ilsp.gr ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ/ www.myriobiblos.gr. Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος Θεολογίας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, «Ο βυζαντινός κόσμος και πολιτισμός μέσα από την τέχνη της εικόνας», στο: www.dide.ach.sch.gr/thriskeftika Paul Evdokimof, Η μοντέρνα τέχνη ή η ανενεργός Σοφία R. P. Boris Bobrinskoy, Σύντομη Ανασκόπηση Εικονομαχίας Olivier Clement, Η Θεολογία της Εικόνας Leonid Ouspensky, Η εικόνα στο φως της ορθόδοξης ερμηνείας Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού, Περί Ορθοδόξου Πίστεως, κεφ. Περί Εικόνων, σελ. 183 – 185 εκδ. «Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ» « ΣΥΝΑΞΗ»: τ. 8 π. Σταμάτης Σκλήρης: «Παιδαγωγικές δυνατότητες της βυζαντινής τέχνης» σελ. 127– 153, τ. 12, αφιέρωμα: « Κυρ – Μανουήλ Πανσέληνος», τ.16, αφιέρωμα στη νεοβυζαντινή τέχνη, τ.13, Μαρίνα Σκλήρη: «Συμβολή της διδακτικής της βυζαντινής εικόνας στο Λύκειο» σελ. 95 – 105, τ.52, αφιέρωμα στο Ν.Γ.Πεντζίκη, τ. 60, αφιέρωμα στη νεοβυζαντινή τέχνη. |
http://www.imalex.gr/6FD0E71D.el.aspx
7. Α΄ Κυριακή των Νηστειών: Η νίκη της Ορθοδοξίας, η αναστήλωση της Εικόνας! του π. Πντελεήμονα Κρούσκου
Hμέρα χαρμόσυνος και ευφροσύνης ανάπλεως πεφανέρωται σήμερον...
Ας είναι ευλογητός ο Θεός , αγαπητοί μου
αδελφοί, πού μας αξίωσε να βιώσουμε και πάλι τις λαμπρές και
πενθοχαρμόσυνες αυτές ημέρες της Εκκλησίας μας. Την προπασχάλια
αναστάσιμη χαρά της ορθόδοξης τεσσαρακοστής!
Από την κοιλάδα του κλαυθμώνος της Αγίας
και μεγάλης Τεσσαρακοστής αυτομάτως η αγία Εκκλησία μας μεταφέρει σε
πελώρια ύψη θεολογίας, στο θαβώρειο όρος της δόξης. Θρηνήσαμε και
κλάψαμε στο πρώτο αυτό σταθμό του σταδίου, είδαμε την πίστη των
προφητών, είδαμε την νικη και τα οφέλη της νηστείας,αναψυχτήκαμε με τους
λαμπρούς Χαιρετισμούς στην Υπεραγία Θεοτόκο, ευγνωμονήσαμε τον
Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο πανηγυρίζοντες, τώρα ας συστήσουμε εορτή για τον
θρίαμβο και την πανήγυρη της Ορθοδοξίας.
Η Α΄αυτή Κυριακή των Νηστειών,
λαμπρύνεται από την δόξα της πίστης και την νίκη της Εκκλησίας. Την
αποσαφήνιση του δόγματος και την νίκη της Εκκλησίας προβάλει αυτή η
Κυριακή πάνω στον κόσμο. Ορθοτομεί η Εκκλησία και πανηγυρίζει,
αιματοβαμμένη από τα πορφυρά αίματα των Πατέρων και των Μαρτύρων της
γιατί θριάμβευσε πάνω στο δικέφαλο τέρας: την ειδωλολατρία της ύλης και
την πλάνη του γνωστικισμού. Ας φιμωθούν οι θεομάχοι παίδες του Μάνεντος.
Ιδού Εσαρκωμένος ο Θεός καθαγίασε την ύλη και προσκυνείται υποστατικώς
διά της Θεότητας του αναμέσον του λαού Του. Ας σωπάσουν οι μηδενιστές
και οι λάτρεις της ύλης. Η αληθινή πίστη θριαμβεύει πνευματικώς,
θριαμβεύει και ιστορικώς και από την πληθύν των ευσεβών ορθοδόξων
οικουμενικώς λιτανεύεται. Ανοιχτή είναι η θύρα του Παραδείσου για όλους.
Πνευματικά τα γυμνάσματα και σαρκικά τα παλαίσματα.Οι Πατέρες
δογματίζουν συνοδικώς και η πλάνη της φιλοσοφίας φυγαδεύεται. Ορθώνεται η
αλήθεια εζωγραφημένη και ιστορημένη και το σκότος διαλύεται. Αστράπτει
και λάμπει η Εκκλησία του Χριστού, στολισμένη με τις πανάγιες Εικόνες
του Δεσπότη Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των αγίων δούλων του
Θεού. Θριαμβεύει ο Σταυρός, ζουν τα λείψανα και προκαταγγέλουν ανάσταση,
μεταβάλλεται ο άρτος και ο οίνος σε Σώμα και Αίμα Χριστού, καθαγιάζεται
το νερό σε λουτρό παλλιγενεσίας, η πέτρα αντιλαλεί την δόξα του Θεού, ο
ύμνος και η γραφίδα χαράζουν τα μεγαλεία Του,το μέλος μεγαλουργεί, ο
ναός χωρεί τον άχώρητον, η Φύση πανηγυρίζει για την σφραγίδα Του, ο
άνθρωπος βρίσκει πλέον ανοικτή την θύρα του χαμένου παραδείσου, γιατί
όντως ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν ημίν.
Δεν λατρεύουμε Θεόν αφηρημένο, δεν
προσκυνούμε κτίσμα και ύλη, αλλά αυτόν τον Κύριο υποστατικώς θεάνθρωπο
προσκυνούμε και την άκτιστη χάρη του μεταλαμβάνουμε οι σαρκικοί και
ανάξιοι!Διά της σαρκώσεως ο πριν γνωστός στους προφήτες και δικαίους
αποκλειστικά Θεός , τώρα στους ανθρώπους μέσα στην Εκκλησία
φανερώθηκε.Η θεοφάνεια ψηλαφητή , η δόξα θεατή, η σωτηρία εξασφαλισμένη,
η μετοχή προσιτή. Ας σωπάσουν οι νεφελοβάτες και οι φλήναφοι, οι
λάτρεις του πεπερασμένου νοός και οι μωρόδοξοι.Πανηγυρίζει ο Ησυχασμός
και επικρατεί η αλήθεια. Αισχύνεται ο Βαρλαάμ και θριαμβεύει η
ορθοδοξία. Ας σωπάσουν οι χυδαίοι και οι παγανιστές, οι λατρεύοντες τα
κτίσματα και όχι τον Κτίστη, γιατί αποσαφηνίστηκε η αλήθεια και νικά το
Ευαγγέλιον. Ας διασκορπιστούν οι δαιμονισμένοι άυλοι και ας πάψουν της νοησιαρχίας οι οπαδοί.Η τιμή επί το πρωτότυπο διαβαίνει κατά τον θεορρήμονα Βασίλειο.Οι κοσμικοί ας αφήσουν τις υποκρισίες τους, οι παραδομένοι στην υλολατρεία να πάψουν να μας κατηγορούν για ειδωλολάτρες. Εμείς Θεόν σεσαρκωμένον λατρεύουμε και την μετοχή στην θεότητα ομολογούμε πανηγυρίζοντες!
Δεν είναι ξένη αυτή η εορτή με το
πνεύμα της Τεσσαρακοστής. Αγιογραφικό εργαστήριο αναστήλωσης είναι η
Εκκλησία. Η Τεσσαρακοστή είναι ένα ταξίδι επιστροφής στον Παράδεισο.
Αναστηλώνοντας τις Εικόνες, ομολογούμε και δεσμευόμαστε για την
αναστήλωση της δικής μας εικόνας, της εικόνας του Θεού. Η Κυριακή της
Ορθοδοξίας είναι η Νικη του Ανθρώπου, είναι ο θρίαμβος της Εκκλησίας
πάνω στην φθορά και τον θάνατο, πάνω στην φιλοσοφία και την κοσμική
πλάνη.Ο άνθρωπος δεν είναι νεφέλη , αλλ'ουτε και χώμα μόνον. Είναι το
πλαστούργημα του σοφού Πλαστουργού από χώμα μεν και ουρανό αποτελούμενο.
Είναι στην ζωή με την πνοή και την ενέργεια της μόνης Ζωής, του
Τριαδικού Θεού . Είναι πλασμένος για να καταστεί θεός κατά χάριν. Αυτή
είναι η ομολογία της ανόρθωσης και της αναστήλωσης της Εικόνας.Είναι η
ομολογία πώς το καθ'ομοίωσιν είναι δυνατόν πλέον. Είναι αρραβώνας της
ουράνιας δόξας. Αύτη η πίστη τον κόσμον εστήριξε. Αύτη η πίστις των
Αποστόλων και των Πατέρων.Αυτή την πίστη ας την εμπλουτίζουμε και ας την
διεκδικούμε το καθ'ημέραν ,επιστρέφοντας κάθε στιγμή στον Θεό και
Πατέρα μας.
Νικά η ορθοδοξία! Τίς Θεός μέγας ως ο Θεός ημών! Καλό υπόλοιπο τεσσαρακοστής, καλή επιστροφή.
π παντελεήμων κρούσκος, 22-23/3/2013
http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2013/03/blog-post_23.html#ixzz2tiTmvHT2
π παντελεήμων κρούσκος, 22-23/3/2013
http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2013/03/blog-post_23.html#ixzz2tiTmvHT2
8. Η σημασία της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων για την Εκκλησία και τον παγκόσμιο πολιτισμό του Λάμπρου Κ.Σκόντζου
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
Λάμπρου Κ.Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού
Λάμπρου Κ.Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού
Η
Α΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην μεγάλη εορτή της
Ορθοδοξίας μας. Σύμπασα η Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα, με
κύριο χαρακτηριστικό του εορτασμού την περιφορά των ιερών εικόνων και
την ανάγνωση του Συνοδικού της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σε όλους τους
ναούς.
Οι
Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να εορτάζεται η ημέρα αυτή σε ανάμνηση
της παύσης της εικονομαχίας και της οριστικής αναστήλωσης των ιερών
εικόνων από την ευσεβή βασίλισσα του Βυζαντίου Θεοδώρα (μετέπειτα αγία
της Εκκλησίας μας) στις 4-3-843. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείζονος
σημασίας διότι με τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787),
ολοκληρώθηκε η διατύπωση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας
(τριαδολογικό και χριστολογικό δόγμα). Η εικονομαχική έριδα (726-843)
υπήρξε άλλωστε ένας θλιβερός σταθμός της εκκλησιαστικής ιστορίας, η
οποία προξένησε αφάνταστη φθορά στο σώμα της Εκκλησίας. Μέσα όμως από
αυτή τη λαίλαπα βγήκε και κάτι θετικό, η διατύπωση της θεολογίας των
ιερών εικόνων, η οποία κατ ουσίαν, όπως θα δούμε, είναι επέκταση και
ανάπτυξη του χριστολογικού δόγματος.
Όπως
είναι γνωστό το πρόβλημα της εικονομαχίας το προκάλεσαν παράγοντες έξω
από την Ελληνορθοδοξία. Ο Ιουδαϊσμός και ο Ισλαμισμός θεωρούν τον
εικονισμό ως ειδωλολατρία. Γενικά η λαοί της Μέσης Ανατολής απεχθάνονται
την εικονική τέχνη, γι’ αυτό και πέρασε αυτή η νοοτροπία στις θρησκείες
τους. Αντίθετα ο Ελληνισμός, η πιο ευγενική έκφραση του παγκοσμίου
πολιτισμού, όχι μόνο δέχεται τον εικονισμό, αλλά και τον προήγαγε σε
ύψιστη τέχνη.
Ο
Χριστιανισμός στην ορθόδοξη μορφή του, όπως είναι γνωστό, απόρριψε τις
προλήψεις του παρελθόντος και υιοθέτησε κάθε άξία που προάγει την
ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο Ελληνισμός έδωσε άπειρα στοιχεία χρήσιμα στη
νέα πίστη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ελληνισμός στην γνήσια μορφή
του μεταστοιχειώθηκε ως Χριστιανισμός και συγκεκριμένα σε
Ελληνορθοδοξία!
Η
απαράμιλλη εικονική ελληνική τέχνη παραλήφθηκε από την Εκκλησία και
χρησιμοποιήθηκε για την ποιμαντική Της διακονία. Η εικόνα από την εποχή
των κατακομβών μέχρι σήμερα λειτουργεί ως το βιβλίο των αγραμμάτων στους
ναούς. Για να είναι αυτό σύμφωνο με την θεολογία της Εκκλησίας μας, οι
Πατέρες διατύπωσαν προσεκτική διδασκαλία σύμφωνη με τις βιβλικές
επιταγές.
Βεβαίως
η Παλαιά Διαθήκη απαγορεύει ρητά την προσκύνηση ομοιωμάτων -ειδώλων του
Θεού (Έξοδ.20,4), αλλά μέχρι τότε ο Θεός ήταν άγνωστος στους
ανθρώπους, και γι' αυτό είχαν αντικαταστήσει τη λατρεία του Θεού με
ξόανα και άλλα ομοιώματα. Αυτή τη λατρεία απαγορεύει η Παλαιά Διαθήκη.
Στην Καινή Διαθήκη, την εποχή της χάρητος, ο Θεός έγινε άνθρωπος στο
πρόσωπο του Χριστού, «ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και
εθεασάμεθα την δόξαν αυτού» (Ιωάν.1,14). Τον είδαμε, τον ακούσαμε «και
αι χείρες ημών εψηλάφησαν» Αυτόν (Α΄Ιωάν.1,1), «Ημείς δε ανακεκαλυμμένω
προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμεθα» (Ι.Δαμασκ. P.G.94,1328). Η
πραγματική ενανθρώπησή Του μας υποχρεώνει να Τον θεωρούμε τέλειο
άνθρωπο, όπως και τέλειο Θεό. Κατά συνέπεια ως πραγματικός άνθρωπος
μπορεί ακόμα και να εικονισθεί, διαφορετικά η μη παραδοχή του εικονισμού
Του σημαίνει μη παραδοχή της πραγματικής ενανθρώπησής Του.
Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα
από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με
προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των
άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως
κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, αλλά η τιμή απευθύνεται προς το
εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον
διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P.G. 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν
ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς
εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P.G.94 1356). Η ευλογία και η χάρη που
λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το
ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η
εικόνα έχει επίσης τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα
με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό
σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται
να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείο.
Οι
εικονοκλαστικές αρχές της εικονομαχικής περιόδου δυστυχώς υιοθετήθηκαν
στη συνέχεια από διάφορες αιρετικές ομάδες και διασώζονται ως τις μέρες
μας. Οι διάφορες προτεσταντικές ομάδες έχουν ως κύρια αρχή τους τον
ανεικονισμό και πολεμούν με λύσσα την Ορθοδοξία μας, η οποία δέχεται την
τιμητική προσκύνηση των ιερών προσώπων της πίστεώς μας μέσω των ιερών
εικόνων.
Απαντάμε
στους σύγχρονους εικονοκλάστες ότι η Αγία μας Καθολική Εκκλησία
καθόρισε επακριβώς τα όρια της αλήθειας και της πλάνης. Μια προσεκτική
ανάγνωση του «Συνοδικού» της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου, που διαβάζεται
στους ναούς την Κυριακή της Ορθοδοξίας, περιχαρακώνει την βιβλική
αλήθεια και δίνει πειστική απάντηση στους επικριτές της Εκκλησίας μας. Η
εικονομαχία είναι αποστροφή προς την ύλη, απόρροια των αιρετικών
μανιχαϊστικών δοξασιών, οι οποίες δυστυχώς πέρασαν μέσα στις διδασκαλίες
πολλών αιρετικών ομάδων, όπως και των συγχρόνων μας αιρετικών
προτεσταντών.
Αλλά
δεν έχει μόνο σημασία για την Εκκλησία η αναστήλωση των Ιερών Εικόνων,
αλλά και για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Ο μονολιθικός θρησκευτικός
ανεικονισμός είχε αναμφίβολα αρνητικές συνέπειες για την προαγωγή της
εικονικής ωραιότητας. Η εικόνα και μάλιστα η θρησκευτική απεικόνιση,
αποτελεί βασικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Η παγκόσμια
πολιτιστική κληρονομιά έχει να επιδείξει ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής
αξίας έργα θρησκευτικής ζωγραφικής. Τα σπουδαιότερα μνημεία – ναοί του
κόσμου είναι καταστόλιστοι από εικονογραφίες άφθαστης τεχνοτροπίας. Το
ίδιο και τα μεγάλα μουσεία επιδεικνύουν με καμάρι εικόνες θρησκευτικής
τέχνης. Είναι γνωστό σε όλους το παγκόσμιο ενδιαφέρον για την ορθόδοξη
εικονογραφία και γι’ αυτό οργανώνονται εκθέσεις με τεράστια επιτυχία.
Μπορούμε να σκεφτούμε ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, αν επικρατούσαν οι
εικονομάχοι στο Βυζάντιο. Δε θα είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάζουμε
αυτούς τους θησαυρούς, οι οποίοι είναι για μας τους ορθοδόξους το
ξεχείλισμα της πίστεως των διαχρονικών ιερών εικονογράφων. Άλλωστε η
εικονογραφία για την Ορθοδοξία μας δεν ήταν μια μονοσήμαντη καλλιτεχνική
έκφραση, αλλά βαθειά μυστική λειτουργία του εικονογράφου, ο οποίος
ζωγράφιζε νηστεύοντας και προσευχόμενος!
Σε
αντίθεση με όλους τους λογίς εικονοκλάστες, εμείς, ως ορθόδοξοι
χριστιανοί, μετέχουμε της αλήθειας και ταυτόχρονα, ως έλληνες, μετέχουμε
του ωραίου. Χάρη σ' αυτές τις δύο σταθερές διαφέρουμε από όλους τους
άλλους που έχουν διαφορετικές πίστεις, έχουμε το προβάδισμα στην αληθινή
πρόοδο και τον παγκόσμιο πολιτισμό και αναγκάζονται οι άλλοι να μας
ακολουθούν…
12. Η Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα: Η ευσεβής και Αγία αυτοκράτειρα της Ρωμανίας (Βυζαντίο)
Την Α΄ Κυριακή των νηστειών, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα την αναστήλωση των Ιερών Εικόνων, η οποία σήμανε τη λήξη μιας εκατονταετούς φοβερής διαμάχης στο Βυζάντιο (726-842).
Πρωταγωνιστικό πρόσωπο στη λήξη της εικονομαχίας υπήρξε η αγία Θεοδώρα η Αυγούστα, η οποία, ως επίτροπος του ανήλικου γιού της Μιχαήλ Γ΄, συγκάλεσε σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επικύρωσε
τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, θέτοντας τέλος στη θεολογική
διαμάχη και στους διωγμούς των ορθοδόξων από τους φανατικούς
εικονομάχους.
.
Η αγία Θεοδώρα γεννήθηκε στην Παφλαγονία της Μ. Ασίας το 815.
Ανήκε σε ευγενή και ευσεβή οικογένεια ορθοδόξων. Μαζί με την ευσέβειά
της απέκτησε και σπουδαία μόρφωση. Η προσωπικότητά της εντυπωσίασε τον
αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842), την οποία νυμφεύτηκε και απέκτησε μαζί
της έναν γιο το Μιχαήλ και πέντε κόρες.
.
Όμως δυστυχώς ο Θεόφιλος ήταν εικονομάχος και συνέχισε την πολιτική
των προκατόχων του, με απαγορεύσεις και διώξεις των ορθοδόξων. Αντίθετα
η αυτοκράτειρα Θεοδώρα παρέμεινε πιστή ορθόδοξη και τιμούσε τις Άγιες
Εικόνες με τα παιδιά της κρυφά στους γυναικωνίτες του παλατιού. Μάλιστα
αναφέρει η παράδοση, πως μητέρα και παιδιά αποκαλούσαν τις Ιερές Εικόνες «καλά νινιά» για να μη καταλάβει κάτι ο αυτοκράτορας.
.
Το 842 ο Θεόφιλος είχε αρρωστήσει σοβαρά από δυσεντερία. Ήταν
τόσο άσχημη η ασθένειά του ώστε οι γιατροί δε μπορούσαν να προσφέρουν
καμιά βοήθεια στον αυτοκράτορα. Μάλιστα εξαιτίας της αρρώστιας του είχε
παραμορφωθεί το πρόσωπό του και ο λάρυγγάς του είχε βγει έξω από το
στόμα του. Η ευσεβής αυτοκράτειρα προσεύχονταν κρυφά τα βράδια μπροστά
στην Ιερή Εικόνα της Θεοτόκου να λυπηθεί και να βοηθήσει τον αυτοκράτορα
σύζυγό της, Κάποιο βράδυ και ύστερα από θερμή προσευχή είδε ένα φοβερό
όνειρο: λαμπροφορεμένους αγγέλους να χτυπάνε αλύπητα τον Θεόφιλο. Όταν
έντρομη ξύπνησε άκουσε κραυγές από τον κοιτώνα του συζύγου της, ο οποίος
έλεγε: «αλίμονο σε μένα τον άθλιο και δυστυχή, εξαιτίας των Αγίων Εικόνων με χτυπάνε»! Η Θεοδώρα μπήκε έντρομη στο δωμάτιο του Θεόφιλου, ξεχνώντας ότι είχε στα χέρια της την Εικόνα της Θεοτόκου. Τότε
ο Θεόφιλος άρπαξε την Εικόνα, την οποία ασπάστηκε με δάκρια στα μάτια,
παρακαλώντας την Μητέρα του Κυρίου να τον ελεήσει. Το θαύμα έγινε, σε
λίγες ημέρες έγινε εντελώς καλά.
.
Το θαυμαστό αυτό γεγονός οδήγησε το Θεόφιλο να αλλάξει
πολιτική, που όμως δεν πρόλαβε να εφαρμόσει, διότι λίγο αργότερα πέθανε.
Το θρόνο του ανέλαβε ο μόλις τριών ετών γιός του Μιχαήλ, του οποίου την
επιτροπεία, όπως προαναφέραμε, είχε αναλάβει η Θεοδώρα. Πρώτη της
ενέργεια ήταν να αποκαταστήσει την ειρήνη στην Εκκλησία και να
αναστηλώσει στους ναούς τις Ιερές Εικόνες, τις οποίες είχαν αφαιρέσει οι
εικονομάχοι και είχαν ασβεστώσει τις τοιχογραφίες. Κατέβασε από τον
πατριαρχικό θρόνο τον εικονομάχο Ιωάννη και ανέβασε το Μεθόδιο. Διέταξε
τέλος να βγουν από τις φυλακές και να ανακληθούν από τις εξορίες όλοι οι
ορθόδοξοι ομολογητές της ταραγμένης εκείνης εποχής.
.
Την
Α΄ Κυριακή των Νηστειών, στις 18 Φεβρουαρίου του 842,
συγκεντρώθηκαν στον περίλαμπρο ναό της Αγίας Σοφίας όσοι πατέρες,
μοναχοί, κληρικοί είχαν γλυτώσει από τους διωγμούς των εικονομάχων,
με επικεφαλής την αυτοκράτειρα και τον υιό της Μιχαήλ και πλήθος πιστών
έκαμαν την επίσημη ανακοίνωση λήξης της εικονομαχίας και την αναστήλωση
των Ιερών Εικόνων. Την ίδια ημέρα με δάκρια χαράς και συγκινήσεως
έγινε η πρώτη περιφορά των Ιερών Εικόνων. Σε ανάμνηση αυτής της
περιφοράς, στο εξής περιφέρονται σε όλους τους ορθόδοξους ναούς οι Ιερές
Εικόνες και εορτάζεται λαμπρά με ιδιαίτερο τελετουργικό το μεγάλο
γεγονός ως τα σήμερα.
.
Αργότερα ο αδελφός της Βάρδας κηδεμόνας και αυτός του Μιχαήλ
δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στο παλάτι. Ανήθικος, ασεβής και
ραδιούργος, όπως ήταν, παρέσυρε τον νεαρό αυτοκράτορα ανεψιό του σε
πράξεις ακολασίας και ασέβειας, για τις οποίες η ευσεβής Θεοδώρα
αντέδρασε έντονα. Δυστυχώς ο Μιχαήλ συντάχτηκε με το Βάρδα και
εναντιώθηκε στην ευσεβή και συνετή μητέρα του. Ο Βάρδας αποφάσισε να
θέσει στο περιθώριο την ενοχλητική αυτοκράτειρα. Γι’ αυτό οργάνωσε
συκοφαντική εκστρατεία εναντίον της. Την κατηγόρησε για δήθεν κατάχρηση
του αυτοκρατορικού ταμείου και για δήθεν απόπειρα δολοφονίας του υιού
της, καταφέρνοντας να υπογράψει ο Μιχαήλ διάταγμα καθαίρεσής της από
αυτοκράτειρα και τον βίαιο εγκλεισμό της στη Μονή των Γαστρίων, μαζί με
τις κόρες της.
.
Εξανάγκασε τον αδελφό της Θεοδώρας Πάτρωνα, να ντύσει
μοναχές την ίδια και τις κόρες της, χωρίς να τη θέλησή τους, όπως
προβλέπουν οι μοναχικοί κανόνες. Η Θεοδώρα έζησε στη Μονή, ως την
κοίμησή της, διαπρέποντας στη μοναχική ζωή. Με ταπείνωση και ανεξικακία
αντιμετώπισε την απομόνωσή της, την οποία θεώρησε ως δώρο Θεού για τη
σωτηρία της.
.
Κοιμήθηκε γαλήνια στις 11 Φεβρουαρίου του 867. Μετά από λίγα χρόνια έγινε ανακομιδή του σεπτού της λειψάνου, το οποίο βρέθηκε άφθαρτο και να ευωδιάζει, ποιώντας πολλά θαύματα.
Το σεπτό της σκήνωμα μεταφέρθηκε από τον Μέγα Φώτιο στην
Κωνσταντινούπολη, όπου φυλασσόταν ως την άλωση. Το 1456 μεταφέρθηκε στην
Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται ακέραιο στον μητροπολιτικό ναό του νησιού, ως πολύτιμο κειμήλιο, αγιάζοντας τους πιστούς. Η μνήμη της τιμάται στις 11 Φεβρουαρίου. Την Κυριακή της Ορθοδοξίας γίνεται λιτανεία του στην πόλη της Κέρκυρας με κάθε μεγαλοπρέπεια.
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού από http://aktines.blogspot.gr/
.
Ηχητικό συναξάρι (και για παιδιά)
Το άφθαρτο λείψανο της αγία Θεοδώρας στην Κέρκυρα (φωτο από http://proskynitis.blogspot.gr/ )
.
Ας έχουμε την χάρη και την ευλογία της αγίας Θεοδώρας. Αμήν!
15. Χριστιανική απάντηση σε αντιχριστιανικό συκοφαντικό άρθρο ημιμαθούς δήθεν "προοδευτικού" Δημοσιογράφου
«Εικονομαχία,
η αναστήλωση των εικόνων και μια… υποκριτική ιστορία»
Απάντηση στο άρθρο του
Αντώνη Καρκαγιάννη στην «Καθημερινή» (22/3/09) με τίτλο:
«Η αναστήλωση των
εικόνων και η ιστορική υποκρισία».
Το άρθρο αυτό, εκτός από απάντηση στον κο Καρκαγιάννη, ήταν
μια ευκαιρία να παρουσιαστούν και κάποια άλλα στοιχεία που αναιρούν
ηθελημένες παραχαράξεις της Ορθόδοξης Θεολογίας από αιρετικούς.
Με συντομία αλλά περιεκτικά, εξετάζεται ο ρόλος και ο τρόπος
με τον οποίο ονομάζεται και γίνεται αποδεκτή μία Σύνοδος ως «Οικουμενική»,
η αδυναμία του αυτοκράτορα να επιβάλλει αιρετικά δόγματα (αγαπημένο ψεύδος
των προτεσταντών), η Θεολογία των Εικόνων και για ποιο λόγο δεν αποτελούν «ειδωλολατρία»,
στοιχεία που δείχνουν ότι οι αυτοκράτορες έμεναν πάντα διοικητές του κράτους,
αλλά δεν θα πρέπει πάντα να ταυτίζονται οι ενέργειές τους με την επιθυμία
της Εκκλησίας (αγαπημένη παραχάραξη των αρχαιολατρών), αποσαφηνίσεις για
θέματα «αγιοποιήσεων», αλλά και μια ανάλυση για το ζήτημα της εικονομαχίας
και το περιεχόμενό της.
Σημειώσεις
Προλεγόμενα
Το έχουμε πει και πάλι: η ιστορική πορεία της Εκκλησίας,
είναι ένα αντικείμενο το οποίο μπορεί να ερευνηθεί επιστημονικά και να
κατανοηθεί
[1]. Αυτή όμως η τόσο ταλαιπωρημένη επιστημονική
έρευνα δεν είναι ξέφραγο αμπέλι όπως κάποιοι νομίζουν.
Τουλάχιστον, είναι μια διαδικασία κατά την οποία θα πρέπει να
καταβάλλεται προσπάθεια «να φαίνεται όσο το δυνατόν πιο λίγο το
προσωπικό-υποκειμενικό στοιχείο» χωρίς ο ερευνητής να επιχειρεί να
κατευθύνει τα πράγματα «σε μια ορισμένη κατεύθυνση (βιασμός -
παραχάραξη και «στράτευση» ή ιδεολογικοποίηση της επιστήμης)»
[2].
Αν σε αυτά προσθέσουμε την εύλογη πίεση που θα πρέπει να
ασκείται σε έναν δημοσιογράφο, όταν τα κείμενα του διαβάζονται από χιλιάδες
αναγνώστες, τότε καταλαβαίνουμε πόσο ευαισθητοποιημένος θα έπρεπε να είναι
στα ζητήματα αυτά.
Κι όμως. Διαβάζοντας το άρθρο του κου Καρκαγιάννη στην «Καθημερινή»
[3]
με τίτλο «Η αναστήλωση των εικόνων και η ιστορική υποκρισία», μια
δυσάρεστη έκπληξη μας περίμενε. Ένα κείμενο, με απίστευτες ιστορικές
ανακρίβειες, λάθη και αποσιωπήσεις, διανθισμένο σχεδόν σε κάθε δεύτερη
παράγραφο με απαράδεκτες υβριστικές εκφράσεις όπως Δεισιδαιμονία,
Αγυρτία, Απληστία και άλλες! Σ’ ένα φανταστικό λεξικό, στο λήμμα
«Επιστημονική έρευνα» θα είχε το άρθρο του κου Καρκαγιάννη ως παράδειγμα
προς αποφυγήν… Και πώς να ήταν διαφορετικά, όταν μιλάμε για ένα συκοφαντικό
κείμενο, ένα (κακό) λιβελλογράφημα, παλαιού αντικληρικαλιστικού τύπου, που
μας γυρίζει στις ιδεολογικές συγκρούσεις του 18ου και 19ου
αιώνα;
Τα 50 χρόνια που ήταν 120,
ή η «Κυριακή της Ορθοδοξίας» 50 χρόνια νωρίτερα;
Ξεκινώντας το άρθρο του ο δημοσιογράφος μας βεβαιώνει ότι
άνοιξε και πάλι «βιβλία Ιστορίας» για να θυμίσει σε όλους μας, «καταχωνιασμένα
γεγονότα» όπως λέει. Κι εμείς να αναρωτηθούμε, καταρχάς, κάτι απλό:
ποια
βιβλία άνοιξε και το είδε αυτό, ότι η Εικονομαχία είχε διάρκεια 50 χρόνια
μέχρι να φτάσουμε στην «νίκη της Ορθοδοξίας», όταν μέχρι και οι
εγκυκλοπαίδειες γράφουν ότι μέχρι τότε, η εικονομαχία «διήρκησε 120
ολόκληρα χρόνια»
[4], ακόμη και τα σχολικά βιβλία θρησκευτικών
αναφέρουν ότι το διάστημα ήταν «πάνω από εκατό χρόνια»
[5];
Και φυσικά, και τα πιο εξειδικευμένα έργα, το ίδιο γράφουν: «Η περίοδος
της Εικονομαχίας, που διάρκεσε κάπου 120 έτη»
[6],
η εικονομαχία συντάραξε «την Εκκλησία και την αυτοκρατορία επί ένα και
πλέον αιώνα (727-843)»
[7].
Δεν γνωρίζει ο κος Καρκαγιάννης ούτε καν ποια είναι η «Κυριακή
της Ορθοδοξίας»; Πώς αλλιώς θα έγραφε ότι: «Την Κυριακή της
Ορθοδοξίας η Εκκλησία μνημονεύει και τιμάει την αναστήλωση των εικόνων από
την αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία, εκεί προς το τέλος του 8ου
βυζαντινού αιώνα»;
Είναι προφανές ότι
ο κος Καρκαγιάννης, παρά τα βιβλία ιστορίας που άνοιξε, δεν κατάλαβε ότι την «Κυριακή
της Ορθοδοξίας» δεν εορτάζεται η δικαίωση της Εκκλησίας και των
εικονόφιλων το 787, αλλά η οριστική αναστύλωση των εικόνων που έγινε το έτος
843:
«Η τελική νίκη των ιερών εικόνων το 843 είναι
γνωστή ως «Θρίαμβος της Ορθοδοξίας» και εορτάζεται με ιδιαίτερη τιμή την «Κυριακή
της Ορθοδοξίας», την πρώτη Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής»
αναφέρει ο Κάλλιστος
Ware[8]!
Όπως γράφει ο καθηγητής π. Γ. Μεταλληνός, στη γιορτή αυτή
διαβάζεται το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας», «ένα κείμενο με
ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία και θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας» το
οποίο «περιέχει τις δογματικές αποφάσεις της Συνόδου της 11.3.843,
που αναστήλωσε τις Εικόνες […] θέτοντας τέρμα στην Εικονομαχία. Πιθανός
συντάκτης της αρχικής μορφής του κειμένου είναι ο πατριάρχης Μεθόδιος
(843-847) και αναγνώσθηκε κατά την παννυχίδα και την λιτανεία των ιερών
Εικόνων, που συνέπεσε τότε με την Α΄ Κυριακή των Νηστειών, η οποία έλαβε
έκτοτε το όνομα «Κυριακή της Ορθοδοξίας»
[9].
«Η καλή μέρα από το πρωί
φαίνεται», λέει ο λαός (ή από την αρχή του άρθρου στην προκειμένη
περίπτωση)…
Γιατί καλείται «Κοπρώνυμος» ο Κων/νος ο Ε΄ (αυτοκράτορας
του Βυζαντίου, 741-775);
Ο κος Καρκαγιάννης, μνημονεύοντας και πάλι με αρνητικό τρόπο
«παπάδες και καλόγερους» αισθάνεται άσχημα και στενοχωρείται για τον
αυτοκράτορα «Κωνσταντίνο Ε΄ (741 - 775), που οι εχθροί του, παπάδες και
καλόγεροι, του κόλλησαν το παρατσούκλι Κοπρώνυμος»!
Όμως, είναι φανερό, ότι και πάλι προδίδεται από τα «βιβλία
ιστορίας» που διάβασε, γιατί ξεχνά πως «το βίαιο καθεστώς του
Κωνσταντίνου Ε’ διατηρήθηκε στη μνήμη των μεταγενέστερων σαν εποχή της πιο
ωμής τρομοκρατίας»[10].
Είμαστε βέβαιοι ότι αν ήξερε ότι η εποχή του Κων/νου του Ε΄ άφησε πίσω
του διωγμένους, εξόριστους, νεκρούς, βασανισμένους και τυφλωμένους, θα
απέφευγε να κάνει το παραπάνω σχόλιο κατανοώντας ότι εκείνοι οι οποίοι
υπέστησαν όλα αυτά τα δεινά, αν μη τι άλλο, δικαιούνται να δώσουν ένα
παρωνύμιο στον διώκτη και βασανιστή τους!
Ομολογουμένως, ο Κων/νος ήταν ένας ικανός στρατιωτικός
διοικητής αφού κατάφερε να εκμηδενίσει την αραβική απειλή στην Ανατολή και
συμπλήρωσε το έργο του με επιτυχίες εναντίον των Βουλγάρων, οι οποίες
εξουδετέρωσαν κάθε κίνδυνο στη Βαλκανική Χερσόνησο[11],
κάτι που ουδέποτε ξέχασαν οι βυζαντινοί
[12]. Σίγουρα, η παρωνυμία αυτή του Κων/νου
αποδίδει την φόρτιση της εποχής.
Τα προσόντα όμως του αυτοκράτορα, σε καμιά περίπτωση δεν
μπορούν να διαγράψουν τα όσα διέπραξε εξαιτίας της εικονομαχικής ιδεοληψίας
του, δηλ. «τα σκληρά μέτρα εναντίον των εικονόφιλων και ιδιαίτερα
εναντίον του μοναχισμού, τα οποία συνοδεύθηκαν με διωγμούς, ακρωτηριασμούς,
εξορίες των εικονοφίλων μοναχών»
[13].
Επειδή «την πιο σθεναρή αντίδραση εναντίον της εικονοκλαστικής πολιτικής
αντέταξαν…οι μοναχοί του Βυζαντίου, γι’ αυτό και η συμπεριφορά του
αυτοκράτορα εναντίον τους ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Ο διωγμός εναντίον των
εικονοφίλων εξελίχθηκε με τον καιρό σε εκστρατεία εναντίον του μοναχισμού…Οι
μοναχοί άρχισαν πια να διώκονται, όχι μόνο για το εικονόφιλο φρόνημα τους
αλλά και για τον απλό λόγο ότι ήταν μοναχοί και εξαναγκάζονταν να αποβάλουν
το μοναχικό σχήμα»
[14].
Τα «κατορθώματα» του στον τομέα των διώξεων, πολλά:
Οι συνεχείς διαπομπεύσεις:
«Γνωστόν δ' είναι ότι και Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος,
διαπομπεύων τους μοναχούς, διέταξεν ένα εκαστον αυτών κρατείν γυναίκα τη
χειρί και ούτω παρελθείν αυτούς τι ιπποδρόμιον εμπτυομένους και υβριζομένους
υπό παντός του λαού»
[15].
Τα βασανιστήρια και
θανατώσεις ιεραρχών:
Εξόρισε, διαπόμπευσε στον ιππόδρομο, και αποκεφάλισε (7
Οκτωβρίου 768), κρεμώντας για τρεις ημέρες το κεφάλι του σε κοινή θέα, τον
Πατριάρχη Κων/νο Β΄, ο οποίος μάλιστα είχε βαφτίσει δύο παιδιά του[16].
Τα ομαδικά βασανιστήρια και
οι εκτελέσεις:
Τριανταοκτώ μοναχοί της μονής Πελεκητής συνελήφθησαν, και
αφού βασανίστηκαν με ποικίλους τρόπους, εκτελέστηκαν με ασφυξία στην Έφεσο[17].
Και άλλα πολλά:
«Ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Ε΄ ο Κοπρώνυμος δια να
καταστείλη το κατ’ αυτού κίνημα των εικονοφίλων μοναχών, συνέλαβεν, ως
γνωστόν, την ιδέαν της εκριζώσεως του μοναχικού θεσμού. Ο δε στρατηγός του
θέματος των Θρακησίων Μιχαήλ Λαχανοδράκων, υποβοηθών τας ενεργείας αυτάς του
Αυτοκράτορος, το 770, «πάντα μοναχόν και μονάστριαν τους υπό το θέμα των
Θρακησίων όντας συνήξεν εις Έφεσον και εξαγαγών αυτούς εις πεδίον λεγόμενον
Τζουκανιστήριν έφη προς αυτούς, ότι ‘ο μεν βουλόμενος τω βασιλεί
πειθαρχείν και ημίν ενδυσάσθω στολήν λευκήν και λαβέτω γυναίκα τη ώρα ταύτη,
οι δε τούτο μη ποιούντες τυφλούμενοι εις Κύπρον εξορισθήσονται’. Και άμα τω
λόγω το έργον ετελέσθη, και πολλοί μάρτυρες εν εκείνη τη ημέρα ανεδείχθησαν»
[18].
Κατά
συνέπεια, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι, το λιγότερο, φαιδρή
η διαμαρτυρία του κου Καρκαγιάννη, η οποία αντί να επικεντρώνεται στη βία του Κων/νου Ε’,
κατακρίνει τους …διωκόμενους επειδή έδωσαν αυτό το παρωνύμιο στον δήθεν «προοδευτικό»
αυτοκράτορα!
Περί Ειρήνης Αθηναίας
Με σκοπό να υποτιμήσει την
Εκκλησία, γράφει ο κος Καρκαγιάννης για την αυτοκράτειρα Ειρήνη την
Αθηναία: «Ας αρχίσουμε από την αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία, η
οποία αποκατέστησε τις εικόνες και η Εκκλησία τη μνημονεύει ως ‘ευσεβή’.
Στην πραγματικότητα υπήρξε αυτό που σήμερα αποκαλούμε ‘κουμάσι’».
Καταρχάς να ξεκινήσουμε από
το γεγονός ότι οι πράξεις της Ειρήνης δεν πέρασαν καθόλου απαρατήρητες στην
εποχή της. Ο ιστοριογράφος και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας (εορτάζει στις
12 Μαρτίου), Θεοφάνης ο Ομολογητής, «σημαντικότατη πηγή περί του 7ου
και 8ου αιώνα»
[19]
καταγράφει την τύφλωση του Κων/νου από την ίδια του τη μητέρα ως γεγονός που
είχε προκαλέσει αποτροπιασμό:
«εσκοτίσθη ο ήλιος
επί ημέρας ιζ’...πάντας λέγειν και ομολογείν ότι δια την του βασιλέως
τύφλωσιν ο ήλιος τας ακτίνας απέθετο»
[20].
Και αργότερα, το γεγονός
ότι ο βυζαντινός συγγραφέας και χρονογράφος του 12ου αιώνα, Μανασσής Κων/νος,
ονομάζει την Ειρήνη, «Μήδεια» , δείχνει ότι η τραγική αυτή
ιστορία συνέχισε να προκαλεί δυσάρεστες εντυπώσεις[21].
Το άρθρο του Τ. Γριτσόπουλου στη «Θρησκευτική και
Ηθική Εγκυκλοπαίδεια» που αφορά στο γιο της Ειρήνης, τον Κων/νο ΣΤ΄
αναφέρει: «εν τούτοις δια την αναστήλωσιν των εικόνων [η Ειρήνη]
ονομάσθη ευσεβής»[22]
(και όχι «μνημονεύεται» ως ευσεβής). Επίσης, στο άρθρο του
Νικόλαου Τωμαδάκη για την Ειρήνη την Αθηναία, αναφέρεται ότι «η
Εκκλησία τιμά την μνήμην της την 9ην Αυγούστου», χωρίς να αναφέρει
περισσότερες λεπτομέρειες, όμως, ως πηγή δίνει την BHG, Νο 2205[23].
Στην πηγή αυτή, την «Bibliotheca Hagiographica Graeca»,
«καταλογογραφούνται τα ουχί εν τοις Μηναίοις απαντώντα συναξάρια»
[24].
Για να μιλήσουμε όμως για «μνημόνευση» κάποιου, έστω ως ευσεβούς, θα
πρέπει να αναφερόμαστε σε συναξάρια τα οποία διαβάζονται μέσα στη
λειτουργική πράξη της Εκκλησίας. Και αυτά είναι τα 12 βιβλία, ένα για κάθε
μήνα, τα οποία ονομάζονται «Μηναία». Εκεί, δεν περιέχεται μνημόνευση
ή κάποια τιμή στη μνήμη της Ειρήνης της Αθηναίας, αλλά ούτε την αναφέρει και
ο πλέον διαδεδομένος συναξαριστής, αυτός του Νικόδημου του Αγιορείτη[25].
Θα πρέπει πάντως να γίνει αντιληπτό τι σήμαινε για τους
εικονόφιλους το πέρασμα από τη βία του Κων/νου του Ε΄, στον Λέοντα τον Δ΄ (επίσης
εικονομάχος, κάπως ήπιος αρχικά αλλά ιδιαίτερα σκληρός λίγο πριν τον θάνατο
του[26])
και από εκεί, σε μια περίοδο παύσης των διωγμών λόγω της Ειρήνης. Η
εικονομαχία ήταν μια περίοδος όπου η Εκκλησία απέκτησε νέους μάρτυρες της
πίστεως, ιδιαίτερα επί βασιλείας του Κοπρωνύμου[27],
και πλέον, για ένα διάστημα, μπορούσε επιτέλους να ησυχάσει.
Ακόμη όμως κι αν ονομάστηκε «ευσεβής» η Ειρήνη κάποια
στιγμή, αυτό σχετίζεται με μια συγκεκριμένη πράξη της, αλλά τελικά η
μνημόνευσή της δεν πέρασε στα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας.
Το συντομότερο ανέκδοτο: «Πειθήνια» Οικουμενική Σύνοδος…
Μην έχοντας σταματημό ο κος Καρκαγιάννης συνεχίζει το
ανιστόρητο και ανεδαφικό κείμενο λέγοντας το εκπληκτικό: «Το 787
συνεκάλεσε [η Ειρήνη η Αθηναία] στη Νίκαια πειθήνια οικουμενική
σύνοδο, η οποία αναστήλωσε τις εικόνες»(!).
Μια πρώτη επισήμανση, για προβληματισμό στα περί «πειθήνιας»
Οικουμενικής Συνόδου: στο κείμενο, ο κος Καρκαγιάννης μίλησε για διώξεις οι
οποίες έλαβαν χώρα στη διάρκεια της εικονομαχίας. Αν ψάξει τους κανόνες των
Συνόδων στο «Πηδάλιον» του Νικοδήμου του Αγιορείτη, θα βρει άραγε
κάποια Οικουμενική Σύνοδο, που να μας δίνει την επικύρωσή της για την
κατάργηση των εικόνων; Που να μας δίνει την έγκρισή της για την καταστροφή
τους; Που να μνημονεύει υπέρ των εικονομάχων;
Φυσικά και όχι.
Δεν απορεί άραγε ο κος
Καρκαγιάννης για το γεγονός ότι οι σκληροί διωγμοί δεν κατάφεραν να
υποτάξουν την Εκκλησία στη δύναμη του αυτοκράτορα ώστε να υπάρξει «πειθήνια»
Οικουμενική Σύνοδος; Και πώς είναι δυνατόν, να ισχυρίζεται ότι, αυτό που δεν
κατάφεραν οι διωγμοί, το μπόρεσε μια απλή σύγκληση;
Έχει αυτό λογική;
Άρα λοιπόν, προκύπτει ένα έλλειμμα γνώσης Εκκλησιαστικής
Ιστορίας, Ιεράς Παραδόσεως και Κανονικού Δικαίου:
«Πειθήνια», απλή Σύνοδος (και όχι Οικουμενική), μπορεί να
βρεθεί, όπως π.χ. η Σύνοδος που συγκάλεσε ο Κων/νος Ε΄ με
σύνθεση «εξ
εικονομάχων μόνον επισκόπων»[28]
το 754. Όμως, αυτό που δεν γνωρίζει ο κος Καρκαγιάννης, είναι ότι
μία
Σύνοδος, αν τυχόν εμφανιστεί πειθήνια, κόντρα στην Ιερά Παράδοση, δεν
πρόκειται, στον αιώνα, να αναγνωριστεί ως Οικουμενική από το πλήρωμα της
Εκκλησίας!
Χωρίς συμφωνία του πληρώματος της Εκκλησίας, δεν υπήρξε ποτέ
αναγνώριση συνόδου ως Οικουμενικής, όποιος κι αν την συγκάλεσε. «Η
έκφραση της εκκλησιαστικής συνειδήσεως για την αποδοχή η την απόρριψη της
οικουμενικότητας μιας συνόδου, η οποία είχε συγκληθή ως οικουμενική, ήταν
απόλυτο κριτήριο και εκδηλωνόταν με ποικίλους τρόπους, ήτοι με τοπικές
συνόδους, με θεολογικές πραγματείες, με κινητοποιήσεις του κλήρου, των
μοναχών, του λαού κ.α.»[29].
Ακόμη και στις συνόδους όπου συμμετείχαν ολιγομελείς
αντιπροσωπείες, μετά το τέλος τους, ξεκινούσε διαδικασία για την αποδοχή των
αποφάσεων από την εκκλησιαστική συνείδηση, με συνοδικές επιστολές που
ανακοίνωναν το περιεχόμενο τους σε όλες τις μητροπόλεις, «με την
προτροπή προς την Ιεραρχία, τον κλήρο και τον λαό των εκκλησιών αυτών να
αποδεχθούν την ομόφωνη διακήρυξη της αλήθειας της πίστεως και τις συνοδικές
αποφάσεις…Υπό το πνεύμα αυτό απορρίφθηκε από την εκκλησιαστική
συνείδηση η οικουμενικότητα της ληστρικής συνόδου της Εφέσου (449) και της
εικονομαχικής συνόδου της Ιερείας (754)»
[30].
Σε όσους φαντάζονται ότι ο αυτοκράτορας είχε τη δύναμη να
επιβάλλει τα δόγματα και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, η
εγκυκλοπαίδεια
Britannica απαντά ότι «οι
περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί αναγνωρίζουν ότι τα νομικά βυζαντινά
κείμενα μιλούν για αλληλοεξάρτηση μεταξύ των αυτοκρατορικών και
εκκλησιαστικών δομών παρά για μια μονομερή εξάρτηση των τελευταίων»,
ενώ επιπλέον, «πολλές ιστορικές περιπτώσεις άμεσης αυτοκρατορικής
πίεσης στην εκκλησία τελείωσαν στην αποτυχία»
[31]:
Απέτυχαν
ο Μ. Κωνσταντίνος, ο Κωνστάντιος και ο Ουάλης, παρά τις σκληρές διώξεις των
δύο
τελευταίων να επιβάλουν τον Αρειανισμό.
Απέτυχε
ο (Ορθόδοξος) Μ. Θεοδόσιος να επιβάλει την παρουσία του αυτοκράτορα στο ιερό
του ναού.
Απέτυχε
ο σφετεριστής Βασιλίσκος να επιβάλει τον Μονοφυσιτισμό.
Απέτυχε
ο Ζήνων να υποτιμήσει και παραμερίσει την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο.
Απέτυχε
ο Ιουστινιανός να επιβάλει τον Αφθαρτοδοκητισμό.
Απέτυχε
ο Ηράκλειος να επιβάλει τον Μονοθελητισμό.
Απέτυχαν οι εικονομάχοι να
επιβάλουν τις
απόψεις τους.
Απέτυχε
η αυτοκρατορική πολιτική στο ζήτημα του σχίσματος και στις προσπάθειες
ένωσης με τους Ρωμαιοκαθολικούς[32].
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
(7ος αι.), κατά τον αγώνα του εναντίον των διαταγμάτων του Ηρακλείου και του
Κώνσταντος Β΄, ξεκαθαρίζει:
«Ουδείς των βασιλέων ηδυνήθη μέσαις φωναίς πείσαι τους
θεηγόρους πατέρας συμβιβασθήναι τοις επί αυτών αιρετίζουσιν…»[33].
Τι ήταν η
Εικονομαχία
Όχι εντελώς άδικα, ο κος Καρκαγιάννης στην παρουσίαση της
Εικονομαχίας, καταφεύγει σε γνωστές, διατυπωμένες θεωρίες περί κοινωνικού
χαρακτήρα αυτής. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν μελετά παραπέρα, προτού
παρουσιάσει την άποψη αυτή, την οποία μάλιστα μας την σερβίρει
ιδεολογικοποιημένη, την μετατρέπει δηλ. σε ιδεολόγημα, αφού προβαίνει σε
απαράδεκτες αξιολογικές κρίσεις και υβριστική συνθηματολογία κατά του κλήρου,
του μοναχισμού ή των «θρησκόληπτων» πιστών όπως γράφει.
Αυτό όμως δεν είναι ιστορία όπως λέει ο μεσαιωνολόγος Μαρκ
Βλοχ:
«Πόσο παράλογο είναι, απολυτοποιώντας τα εντελώς
σχετικά κριτήρια ενός ατόμου, μιας ομάδας ή μιας γενεάς, να επιβάλουμε
αξιολογικά κριτήρια […] που υπόκεινται στις μεταστροφές […] της προσωπικής
παρόρμησης […] επιλέγοντας πολύ συχνά το υμνολόγιο από την καταγραφή των
εμπειριών»[34].
Ο Κος Καρκαγιάννης δεν μελετά ιστορία· ψάχνει απλώς να βρει
στηρίγματα για την αντικληρικαλιστική, ίσως και αντιθρησκευτική ιδεοληψία
του. Εξ ου και η τεράστια ιστορική απερισκεψία σύνδεσης της Εικονομαχίας με
τα σκάνδαλα (η τα φερόμενα ως σκάνδαλα), του ηγούμενου της Μονής Βατοπεδίου!
Τηλεμεταφορά δηλ. επιχειρημάτων, ξεκομμένα από τα ιστορικά τους πλαίσια, και
προσαρμογή αυτών σε κάθε εποχή, για κάθε χρήση, για κάθε γούστο!
Γι’ αυτές τις κοινωνικές ερμηνείες της Εικονομαχίας, η
ιστορικός Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου σημειώνει:
«Η ιστοριογραφία του ΙΘ΄ αι. αφορμωμένη εκ των
κρατουσών την εποχήν εκείνην αντιλήψεων και θεωρούσα αδιανόητον την ύπαρξιν
μεταρρυθμιστικής κινήσεως ξένης προς τας κοινωνικάς μεταρρυθμίσεις, ανεζήτει
εις την εικονομαχίαν κοινωνικάς προεκτάσεις» όμως «κατά την
άρχουσαν σήμερον γνώμην, τόσον η αντιμοναχική πολιτική, όσον και τα εις
βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας υπό της πολιτείας ληφθέντα μέτρα υπήρξαν
φαινόμενα δευτερογενή, όλως ξένα προς τον πρωτογενή χαρακτήρα του διωγμού
των εικόνων»
[35].
Γνωρίζουμε την επιρροή του Γερμανού φιλοσόφου Χέγκελ
(1770-1831) στην αναζήτηση από τους μεταγενέστερους ιστορικούς «εγελιανών»
σχημάτων (θέση - αντίθεση – σύνθεση) για την εξέλιξη της ιστορίας: κατ’
αυτόν τον τρόπο, με ένα «αρκετά απλουστευτικό […] ερμηνευτικό σχήμα του
καλού και του κακού μέσα στην Ιστορία»[36],
εφαρμοσμένο σε μια ιστορική περίοδο που η μελέτη της «παρουσιάζει μεγάλες
δυσκολίες, λόγω της καταστάσεως των σχετικών πηγών»
[37],
και «η διερεύνηση […] παρουσιάζει […] κενά που πρέπει να
εξεταστούν, για να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε συναγωγή ασφαλών
συμπερασμάτων»[38],
«εντοπίσθηκαν οι δυο αναγκαίοι όροι του αντιθετικού ζεύγους καλός-κακός,
κλήρος-στρατός. Ο καλός αυτοκράτορας, ηγέτης του καλού στρατού, βρίσκεται
αντιμέτωπος με τον κακό κλήρο και τα πλούσια μοναστήρια»
[39].
Μα αν, στους βυζαντινολόγους «κυριαρχεί η εντύπωση ότι η
μελέτη του ιστορικού φαινομένου της εικονομαχίας δεν μπορεί να θεωρηθεί
εξαντλημένο και πλήρως φωτισμένο»[40],
είναι «απορίας άξιο πώς η απουσία των τόσων σημαντικών στοιχείων»,
δίνει περιθώρια για γενικεύσεις και απλουστεύσεις[41],
όταν μάλιστα δηλώνεται στα έργα των ειδικών «αδυναμία τελεσίδικης
ιστορικής εκτιμήσεως»[42].
Μάλιστα, ο καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, παρουσιάζει
επιγραμματικά εννέα διαφορετικές θεωρίες οι οποίες κατά καιρούς επιδίωξαν να
δώσουν απάντηση στα αίτια της Εικονομαχίας[43]
(ανάμεσα στις οποίες είναι και η εφεύρεση των Προτεσταντών ότι δήθεν η
Εικονομαχία προτυπώνει την μεταρρύθμιση του Λούθηρου, ο οποίος στο μόνο που
θυμίζει την Εικονομαχία, είναι η ευκολία με την οποία παρότρυνε του ηγεμόνες
να σκοτώσουν τους εξεγερμένους χωρικούς, όπως ακριβώς έκανε ο Κοπρώνυμος για
τους μοναχούς. [Βλέπε και σχετικό άρθρο στην ΟΟΔΕ για τον Λούθηρο:
Η σφαγή στον «Πόλεμο των Χωρικών», ο αντισημιτισμός του, και το χιτλερικό «ολοκαύτωμα»
των Εβραίων].
Την ισχυρότερη όμως
αμφιβολία για την ορθότητα της θεωρίας ότι αίτια της Εικονομαχίας ήταν
κάποιες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις,
την προκαλούν δύο σημαντικά δεδομένα.
Το ένα, εντοπίζεται στην παραβίαση των βασικών ηθικών
πλαισίων μέσα στα οποία έπρεπε να ασκεί την εξουσία του ο βυζαντινός
αυτοκράτορας ώστε να γίνεται κοινωνικά αποδεκτός:
Πρώτον, «να μην είναι ηγεμόνας αυθαιρεσίας, αλλά πριν
από κάθε τι άλλο λειτουργός της πολιτείας, με κύριο σκοπό και αποστολή του
την ακάματη και αδιάκοπη φροντίδα για τους υπηκόους του […] Ο
υψηλότερος στόχος του αυτοκράτορα πρέπει να είναι η ησυχία, η ασφάλεια και η
σωτηρία των υπηκόων του»[44].
Δεύτερον, «να συμμορφώνεται με τις θεμελιώδεις αρχές
της χριστιανικής διδασκαλίας και ηθικής»[45].
Άρα, θα ήταν «πολύ λογικό οι Ίσαυροι, όπως και όλοι οι
αυτοκράτορες, να θέλουν να συνδέσουν τη μνήμη τους με την προάσπιση των
ιδανικών αυτών»[46].
Αντιθέτως όμως, βλέπουμε μια «εμμονή» στην Εικονομαχία, ακόμη και
«έπειτα από τη διαπίστωση της αντίθεσης σ' αυτή της μεγάλης πλειοψηφίας
των λαϊκών μαζών και των πνευματικών ηγετών», γεγονός που σαφώς αποτελεί
«ασυγχώρητο σφάλμα»[47].
Το δεύτερο δεδομένο το οποίο δημιουργεί κενό στη θεωρία των
κοινωνικών μεταρρυθμίσεων είναι ο τρόπος με τον οποία εμφανίζεται και
εξαφανίζεται η Εικονομαχία. Αν επρόκειτο για ένα «επαναστατικό κίνημα»
δεν θα έπρεπε οι «επαναστάτες» να καθοδηγούνται από «μια βαθιά θεωρητική
γνώση των ιστορικών προβλημάτων, μέσα στα οποία καλούνται να εντάξουν το
δικό τους ιστορικό αίτημα», και να «βρίσκονται αδιάκοπα σε μια αγωνία
για την θεμελίωση των επαναστατικών τους προτάσεων και των ιστορικών τους
ευθυνών»[48];
«Μάταια όμως ψάχνει κανείς να βρει προεικονομαχικά κείμενα η
αναλύσεις, οι οποίες να φωτίζουν και να εξηγούν για ποιους λόγους
επιχειρήθηκε η εικονομαχία και ποιο ήταν το ιστορικό αίτημα που εκπλήρωνε.
Αδίκως αναζητεί κανείς πώς και με ποια ιστορικοκοινωνικά κριτήρια πήρε τις
αποφάσεις ο Λέων Γ’» να ξεκινήσει αυτή τη διαμάχη[49],
και «είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς ακριβώς τα κίνητρα του»
[50],
καθώς όλες οι υποθέσεις που έχουν διατυπωθεί «δεν δύνανται να
εξηγήσουν επαρκώς την αιφνίδια κήρυξη της εικονομαχίας»[51].
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «στην αναζήτηση των αιτίων
[…] πρέπει να απομονωθεί η προσωπικότητα του εισηγητή της εικονομαχίας
αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ και να αναζητηθούν μόνο τα αίτια των πρώτων αποφάσεων
του εναντίον των ι. εικόνων»
[52].
Δεν θα πρέπει να μας ξεγελάει το γεγονός ότι «στις
ενέργειες των εικονοκλαστών μπορούμε να ανακαλύψουμε ένα σαφές πρόγραμμα
Εκκλησιαστικής μεταρρυθμίσεως και κοινωνικής μεταρρυθμίσεως» γιατί
καταρχάς «αυτό δεν διαμορφώνεται αμέσως»[53].
Για παράδειγμα, είναι σαφές ότι «οι γενόμενες κατά την
περίοδο της πρώτης εικονομαχίας επί της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ε΄
απαλλοτριώσεις μοναστηριακών ακινήτων δεν περιελαμβάνοντο στο αρχικό
πρόγραμμα της κινήσεως αλλ' υπήρξαν αποτέλεσμα του δημιουργηθέντος
φανατισμού και της εξάρσεως των παθών»
[54].
Αλλά επίσης, δεν είναι προφανές ότι «ήταν δυνατό
[…] να προσφύγει κανείς στα ίδια πρακτικά μέτρα ωθούμενος από
διαφορετικά κίνητρα»[55];
Αν κάποιος επιθυμούσε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για ποιο λόγο θα έπρεπε
υποχρεωτικά να είναι και εικονομάχος ταυτόχρονα;
Η αρχική ενέργεια του αυτοκράτορα ήταν η «υπερύψωση»
των εικόνων, ελπίζοντας ότι «διά της αποστάσεως θα έπαυεν η λατρεία των
εικόνων»
[56],
όμως, «δεν διέταξε την παντελή καθαίρεσιν» τους[57].
Όταν όμως προκύπτει η έντονη αντίδραση και οδηγείται ο αυτοκράτορας στην
«κατάργησιν των εικόνων», τότε «κατήργει και άλλα συγγενή στοιχεία,
απτόμενα της ειδωλολατρίας, ως εφρόνει, την τιμήν εις την θεοτόκον, τους
αγίους και τα λείψανα των αγίων, ενώ συγχρόνως κατήργησε τας αγρυπνίας και
άλλας ακολουθίας, τας νηστείας και τας εορτάς, εσυντόμευσε την θείαν
λειτουργίαν, ηπλούστευσε την δίαιταν των μοναχών, επέβαλε την δήμευσιν της
κτηματικής περιουσίας των μονών, περιώρισε τον αριθμόν των ιερέων και
μοναχών και ενομοθέτησε την υποβολήν των επισκοπικών εκλογών εις την
επικύρωσιν της συγκλήτου»[58].
Άρα, «οι αντιμοναχικές τάσεις αποτελούν δευτερογενές
φαινόμενο στο όλο εικονομαχικό κίνημα»[59].
Όσο για εκείνο το κομμάτι
των υποτιθέμενων μεταρρυθμίσεων που δήθεν ήθελε να σταματήσει την φυγή των
νέων, οι οποίοι προτιμούσαν να κρύβονται στα μοναστήρια για να μην πηγαίνουν
στον στρατό (!) θα πρέπει να δυσαρεστήσουμε τους φίλους αυτής της θεωρίας:
Πρώτον,
η στρατιωτική υπηρεσία προσέφερε στην οικογένεια του στρατευμένου προνόμια,
όπως απαλλαγές από φόρους, ή από τις λεγόμενες αγγαρείες[60].
Δεύτερον,
οι πηγές δείχνουν ότι η γοητεία που ασκούσε η υπηρεσία στο στράτευμα δεν
μπορούσε να συγκριθεί με την αφάνεια του μοναστηριού[61].
Τρίτον,
οι πηγές, και πάλι, εκτός ότι πουθενά δεν παρουσιάζουν τον μοναχισμό ως
μέθοδο αποφυγής των προβλημάτων της ζωής, δείχνουν ότι εκτός μεμονωμένων
περιπτώσεων που ο μοναχισμός προηγείτο της στράτευσης (με κίνητρα πάντα όμως
πνευματικά και όχι λόγω φυγομαχίας), συχνά γίνονται μοναχοί εκείνοι που
έχουν ολοκληρώσει τη στρατιωτική τους θητεία και τα κείμενα αναφέρονται με
υπερηφάνεια για την υπηρεσία τους στο στρατό[62].
Κατά συνέπεια, λυπούμαστε που πιθανόν, η πραγματικότητα δεν
είναι ικανή να προσφέρει ιδεολογικά επιχειρήματα σε όσους επιχειρούν να
χρησιμοποιήσουν τα ιστορικά συμβάντα της Εικονομαχίας για σύνδεση με την
σημερινή τηλεοπτική σκανδαλολογία…
Η Εικονομαχία, εμφανίζεται
απότομα, και εξαφανίζεται αμέσως μόλις την εγκαταλείπει η αυτοκρατορική
εύνοια. Αρκεί μόλις μια τοπική σύνοδος για την αναστύλωση των εικόνων (!),
ενώ ως διά μαγείας, πουθενά δεν υπάρχουν (εκτός από την εγελιανού τύπου
φαντασία κάποιων) οι μάζες των υποτιθέμενων εξαθλιωμένων χωρικών που
κινούνται ενάντια στην μεγαλοϊδιοκτησία της Εκκλησίας!
Αντιθέτως, οι λαϊκές μάζες
πανηγυρίζουν και χαίρονται για την παύση της δίωξης του πολιτισμού που επί
αιώνες βίωναν, μέχρι οι αδέξιοι χειρισμοί του Λέοντα Γ’ να δημιουργήσουν τα
απίστευτα αυτά ρήγματα, με μια «εμμονή» που δεν «εξυπηρετούσε
κανέναν άμεσο σκοπό»[63]...
Η αρχή του κακού δεν
φαίνεται να ήταν καμιά κοινωνική μεταρρύθμιση, αλλά μόνο η ανυποχώρητη
πολιτική των εικονομάχων η οποία μεγάλωσε τα προβλήματα και οδήγησε σε
ανεξέλεγκτες συνέπειες, με πολλά αθώα θύματα, γεγονότα που δεν είχαν καν
προβλεφθεί από τους πολέμιους των εικόνων[64].
Σε απόλυτη αντίθεση με τις θεωρίες τών
σύγχρονων εικονομάχων, τα γεγονότα της εποχής εκείνης δείχνουν ότι οι
"αντιλαϊκοί" αυτοκράτορες, αυτοί που προσπάθησαν να επιβάλλουν τις δικές
τους θέσεις στην Εκκλησία και στον λαό, αυτοί που ανακατεύονταν στις
υποθέσεις τής Εκκλησίας, αυτοί που δρούσαν ύπουλα και αιφνίδια ερήμην τού
λαού, αυτοί που δίχασαν τον λαό, και που ανακατεύτηκαν σε σκάνδαλα επιβολής
τής πολιτικής τους με τη βία, ήταν ΟΙ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ αυτοκράτορες, και όχι οι
Ορθόδοξοι, όπως ισχυρίζεται ο κος Καρκαγιάννης.
Ειδωλολατρία και
Θεολογία της Εικόνας
Αφού εξετάστηκαν τα ιστορικά σφάλματα του άρθρου του κου
Καρκαγιάννη, θα αναφέρουμε και μερικά στοιχεία για το θεολογικό κομμάτι:
είναι άραγε η τιμή προς την εικόνα ειδωλολατρία; Γιατί έδωσαν μια τέτοια
ερμηνεία οι εικονομάχοι μετά από τόσους αιώνες;
«Η εικονομαχία, όπως ιστορικά και ιδεολογικά είναι
πλήρως επιβεβαιωμένο, ως προς το πνευματικό και πολιτιστικό περιεχόμενο ήταν
έντονα επηρεασμένη από το διαποτισμό ποικίλων μανιχαϊκών ρευμάτων της
Ανατολής. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι σφόδρα αντέδρασε η
θεολογία και το εκκλησιαστικό πλήρωμα εναντίον της εικονομαχίας»
[65].
«Το ιδεολογικό υπόβαθρο των εικονομάχων, δίχως σοβαρές
επιφυλάξεις, μπορεί να εξηγηθεί από τάσεις ανατολικών αντιλήψεων.
Οι εικονομάχοι αυτοκράτορες φρόντιζαν μάλιστα να επανδρώνουν τις
στρατιωτικές μονάδες από υπηκόους της Ανατολής. Γι' αυτό και τα στρατεύματα
αυτά υποστήριζαν τις εικονομαχικές μεταρρυθμίσεις. [...] Γενικά,
θα έλεγε κανείς, η περιρρέουσα πολιτιστική ατμόσφαιρα, που έθελγε τους
εικονομάχους, ήταν καθαρά ανατολική. Σε τούτη την ατμόσφαιρα μπορεί να
διακρίνει κανείς μονοφυσιτικές και ιουδαϊκές τάσεις. Αλλά το κύριο νεύρο
παραμένει ο Μανιχαϊσμός, η άκρα υποτίμηση της ύλης, ο οξύς διαχωρισμός
αισθητού και νοητού»
[66].
Αντιλαμβανόμενος το πνεύμα των εικονομάχων, ο μεγάλος
δογματολόγος και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας Ιωάννης Δαμασκηνός, λέει ότι
δεν πρέπει να κακίζουμε την ύλη (PG 94, 1236). Και θα πρέπει
σαφώς να επισημανθεί η σχέση της ορθόδοξης θεολογίας με την φανέρωση του
Θεού στην ιστορία, γεγονός που τη διαφοροποιεί από οποιαδήποτε διανοητική
θεολογία. Όταν ο ίδιος ο Χριστός εμφανίζεται στην ιστορία, πώς είναι
δυνατόν να μιλάνε κάποιοι για «διανοητική» πίστη; Το θείο στην ορθοδοξία δεν
είναι αφηρημένο, αλλά αποκαλύπτεται στο χώρο και τον χρόνο και άρα μπορεί να
περιγραφεί μέσα από την εικαστική τέχνη.
Ο μοναχός και διάσημος
θεολόγος της Ανατολικής Εκκλησίας Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνέγραψε τρεις
λόγους υπέρ των αγίων εικόνων.
«Τη δυνατότητα της απεικόνισης των αγίων τη θεμελίωνε ο
Δαμασκηνός δογματικά. Αν και ο Θεός, ως πνεύμα άπειρο και αόριστο, δεν
μπορεί να περιγραφεί με εικόνα αισθητή (PG 94, 1236) όμως, στο
βαθμό που έγινε άνθρωπος σαν κι εμάς, μπορεί θαυμάσια να περιγραφεί
εξωτερικά η ανθρώπινη φύση του: «ου την αόρατον εικονίζω θεότητα, αλλ’
εικονίζω Θεού την οραθείσαν σάρκα» (PG 94, 1236) [...] Δεν θα
έπρεπε να προβάλλει κανείς την αντίρρηση ότι η τιμή των εικόνων είναι
ανάρμοστη επειδή αυτές αποτελούνται από υλική ουσία. Κατά τον Δαμασκηνό όχι
μόνο το πνεύμα, αλλά και η ύλη μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο τιμής και
προσκύνησης. Αυτό το απέδειξε ό Ιησούς με την ενανθρώπηση Του, το
βλέπουμε στα Δώρα της Θείας Ευχαριστίας, στο σταυρό και τα λειτουργικά σκεύη,
που είναι όλα υλικά. Δεν πρέπει να κακίζουμε την ύλη (PG 94,
1236) [...] Άλλωστε υπάρχουν και πολλά είδη λατρείας. Η "λατρεία" των
εικόνων είναι απλή τιμητική προσκύνηση που αναφέρεται στον εικονιζόμενο άγιο
(PG 94, 1236). Δεν είναι η κυρίως λατρεία, που αρμόζει
αποκλειστικά και μόνο στο Θεό. Αλλοίμονο σε όσους προσκυνούν λατρευτικά τις
εικόνες (PG 94, 1296)! [...] Παράλληλα, δεν πρέπει να
παραθεωρείται και ο παιδαγωγικός και διδακτικός σκοπός των ιερών εικόνων,
ιδιαίτερα για τους αμαθείς, για τους οποίους έχουν την ίδια θέση μ' αυτή που
έχουν τα βιβλία γι' αυτούς που γνωρίζουν γράμματα (PG 94, 1248).
[...] Αυτή λοιπόν είναι σε γενικές γραμμές η διδασκαλία του διαπρεπούς
θεολόγου για τις εικόνες, που επρόκειτο να επικρατήσει εις βάρος των
εικονομάχων στην Ζ΄ Οικουμενική σύνοδο. [...] Η μεταρρύθμιση δεν είχε
στερεές βάσεις στη συνείδηση της Εκκλησίας, γι' αυτό έγινε πρόξενη
ανυπολόγιστων κακών [...] Η παράδοση της Εκκλησίας θριάμβευσε
τελικά ενάντια σε κάθε βίαιη ανατροπή ενός θεσμού που είχε βαθιά ριζώσει
στην ευσέβεια και την πίστη του ορθόδοξου λαού»
[67].
Όταν ένας ορθόδοξος ασπάζεται μια εικόνα δεν είναι ένοχος
ειδωλολατρίας. Η εικόνα είναι ένα σύμβολο κι όχι ένα είδωλο. Η
τιμή, που δείχνεται στις εικόνες, δεν κατευθύνεται προς την πέτρα, το ξύλο
και το χρώμα, αλλά προς το εικονιζόμενο πρόσωπο.
Ο Λεόντιος Νεαπόλεως (+ 650) είχε τονίσει:
«Δεν υποκλινόμαστε στη φύση του ξύλου, αλλ'
υποκλινόμαστε και σεβόμαστε Αυτόν που ανέβηκε στον Σταυρό […] Όταν οι δυο
κεραίες του Σταυρού ενώνονται, τότε τιμώ το σχήμα, εξαιτίας του Χριστού που
σταυρώθηκε στον Σταυρό, ενώ αν οι κεραίες αποσυνδεθούν και χάσουν το σχήμα
τους, τις πετάω τότε και τις καίω»
[68].
Επίσης, «οι εικόνες ως τμήμα της διδασκαλίας της
Εκκλησίας […] είναι ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί η
Εκκλησία για να μας διδάξει την πίστη. Αρκεί να εισέλθει σε μια εκκλησία
ένας αγράμματος ή ένας που δεν διαθέτει θεολογική παιδεία για να δει να
ξεδιπλώνονται μπροστά του όλα τα μυστήρια του Χριστιανισμού. […]
Κατ' αυτόν τον τρόπο οι εικόνες αποτελούν μέρος της Ιερής Παράδοσης»
[69].
Τελικά:
«Για την ικανότητα και την αξία των εικονομάχων
αυτοκρατόρων σοβαρές αντιρρήσεις καταρχήν κανείς δεν θα μπορούσε να έχει.
[...] Ωστόσο, ίσως δεν είχαν αντιληφθεί σωστά και έγκαιρα ότι οι
μεταρρυθμίσεις τους, μοιραία και εξαιτίας της ανεδαφικής ιδεολογίας τους,
συγκρούονταν με έναν ολόκληρο πολιτισμό [...] με τις φυσικές και
ιστορικές του καταβολές, εναντίον ενός είδους αμιγούς ανατολικού πολιτισμού
[...] Σ' αυτή την πάλη δεν ήταν μονάχα το ορθόδοξο δόγμα που
κινδύνευε, αλλά κλονιζόταν από τις ρίζες του ένας ολόκληρος πολιτισμός. Και
τα πράγματα έδειξαν ότι οι ρίζες αυτού του πολιτισμού ήταν πολύ γερές,
ενώ η ιδεολογία των εικονομάχων είχε γίνει ένα επίχρισμα των διαρθρωτικών
και διοικητικών μεταρρυθμίσεων. Το ορθόδοξο δόγμα ως δυναμική μορφή ζωής
[...] διαμόρφωσε θεσμούς και πράγματα, και κατά άμεσο τρόπο, άκρως
πρωτότυπο και δημιουργικό, έθρεψε όλες τις μορφές της τέχνης στο Βυζάντιο
[...] Η εικονογραφία με την απαραίτητη δημιουργική έκφραση
φανερώνει σ' όλες του τις διαστάσεις το ορθόδοξο δόγμα. [...]
Η ορθόδοξη θεολογία [...] ερμηνεύει την αποκάλυψη του Θεού,
όπως αυτή παρουσιάζεται στα βιβλικά κείμενα και των δύο Διαθηκών, ως
φανέρωση της θείας δόξας σε δραματικά ιστορικά γεγονότα διαμέσου των
θεοφανειών [...] Έτσι η θεογνωσία δεν είναι τίποτα άλλο
παρά η θέα γεγονότων, η εμπειρία καταστάσεων και η θεοπτία [...]
Η εικονική παράσταση, που δεν είναι ειδωλικό ομοίωμα, αφορά την παρουσία
του Θεού στα ιστορικά σχήματα [...] Η φανέρωση της θείας δόξας
συνδέει το κτιστό με το πρωτότυπο. Έτσι ακριβώς καταλύεται κάθε έννοια
ειδωλολατρίας»[70].
Επίλογος
Για επίλογο, αρκεί να θυμίσουμε πως όλα τα παραπάνω που
αναφέρουμε, τελικά λείπουν και από το άρθρο του δημοσιογράφου ώστε να γίνει
αντικειμενικό. Δυστυχώς όμως, παρέμεινε ένα άρθρο γεμάτο ασάφειες, κενά,
προκατάληψη και αντιεπιστημονικότητα.
Το ιδεολογικό σκεπτικό του κου Καρκαγιάννη έχει αποκαλυφθεί.
Ας δούμε όμως κάτι ακόμη, που προκαλεί δυσάρεστες εντυπώσεις:
Ας πούμε ότι πράγματι, οι
εικονομάχοι αυτοκράτορες ήταν κοινωνικοί μεταρρυθμιστές. Πώς γίνεται όμως
μόνο καλά λόγια να έχει γι’ αυτούς; Οι διώξεις και οι θανατώσεις από την
πλευρά των αυτοκρατόρων για πάνω από έναν αιώνα, δεν δείχνουν στρεβλότητα,
παθογένεια, προκατάληψη και κακή διοίκηση; Ακόμη κι αν δεχτούμε την ύπαρξη «δεισιδαιμονίας,
αγυρτείας και απληστίας», ο «προοδευτικός» κος Καρκαγιάννης δικαιολογεί
διώξεις, βασανιστήρια και εκτελέσεις; Και αν όχι, πού είναι οι καταδίκες
και οι αφορισμοί για τους δήθεν «προοδευτικούς» αυτοκράτορες που
αιματοκύλισαν ΑΝΑΙΤΙΑ την αυτοκρατορία με την ξεροκεφαλιά τους, όπως λένε
και οι ειδικοί που προαναφέραμε;
Οι αναφορές του κου Καρκαγιάννη στα «καλά» που έκαναν οι
εικονομάχοι αυτοκράτορες, ουδεμία σχέση έχει με το θέμα. Είναι πολλές οι
περιπτώσεις αυτοκρατόρων που έκαναν καλά για το λαό τους, από την αρχή,
μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας. Αυτό όμως ουδεμία σχέση έχει με την
καταστροφική επέμβαση που διέπραξαν. Το ορθόδοξο δόγμα αποδείχθηκε ότι είναι
ένα βίωμα που μεταδίδεται στην χριστιανική κοινότητα από την δημιουργία της
πρώτης εκκλησίας. Είναι ζωή, είναι η ίδια η ζωή, είναι η ίδια η βιωμένη
αλήθεια. Δεν είναι μια ιδέα που έρχεται και φεύγει όποια στιγμή επιθυμήσει
κάποιος, και γι' αυτό είδαμε τόσες περιπτώσεις όπου το πλήρωμα της εκκλησίας
δεν υποχώρησε στα σχέδια των αυτοκρατόρων, παρά τους, συχνά, αιματηρούς
αγώνες. Δεν μπορεί η διά της βίας αφαίρεση θεμελιωδών στοιχείων ενός
πολιτισμού να κατανοείται απλά ως «μεταρρύθμιση» γιατί αυτή η αφαίρεση
μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή του.
Και
αυτό δεν αποτελεί κανενός είδους «πρόοδο»…
Σημειώσεις
[1]
Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Εγκόλπιο Επιστημονικής Έρευνας», 3η
έκδ., Αρμός, Αθήνα 1998, σελ. 17.
[2]
Μεταλληνός, «Εγκόλπιο…», ό.π., σελ. 26.
[3]
Δ/νση άρθρου:
http://news.kathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_11_22/03/2009_308612
, Hμερομηνία: 22/3/09.
[4]
«Ελλάδα» > «Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία)», «e-δομή»
(ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια «ΔΟΜΗ»), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα
2003-2004 [DVD-ROM].
[5]
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, «Ορθόδοξη Πίστη και Λατρεία» (Θρησκευτικά
Α΄Λυκείου), Αθήνα, ΟΕΔΒ, σελ. 99.
[6]
Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), «Η Ορθόδοξη Εκκλησία» (μτφρ.
Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 57.
[7]
Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι την
Εικονομαχία», τόμ. Α΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 769.
[8]
Ware, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία», ό.π.
[9]
Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;»,
3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 113.
[10]
Ostrogorsky Georg, «Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους», τόμ. Β',
7η έκδ., Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 2002,
σελ. 42.
[11]
«Κωνσταντίνος Ε΄», εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα»,
τόμ. 37, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
[12]
Βλ. Ostrogorsky, «Ιστορία…», τόμ. Β', ό.π., σελ. 42.
[13]
«Κωνσταντίνος Ε΄», εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα»,
ό.π.
[14]
Ostrogorsky, «Ιστορία…», τόμ. Β', ό.π., σελ. 41.
[15]
Κουκουλές Φαίδων, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμ. Γ΄,
εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1948-1955, σελ. 192.
[16]
ΘΗΕ, τόμ. 7 (1965), στ. 1243-1244.
[17]
Γεδεών Μανουήλ, «Βυζαντινόν Εορτολόγιον. Μνήμαι των από του Δ'
μέχρι του ΙΕ' αιώνος εορταζομένων αγίων», εν Κωνσταντινουπόλει
1899, σελ. 84-85. Βλ. και PG
100, 1164-1165.
[18]
Μιτσίδης Ανδρέας, «Η Παρουσία της Εκκλησίας Κύπρου εις τον αγώνα
υπέρ των Εικόνων» (διδακτ. διατριβή), Λευκωσία 1989, σελ. 46. Βλ.
και Ostrogorsky, «Ιστορία…», τόμ. Β', ό.π., σελ. 42 και
Θεοφάνους, «Χρονογραφία», 445, 3.
[19]
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Πηγαί της Βυζαντινής Ιστορίας» 5η
έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 219.
[20]
Θεοφάνους, «Χρονογραφία», 472.
[21]
Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 8, εκδ.
Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966, στ. 24.
[22]
ΘΗΕ, τόμ. 8 (1966), στ. 24.
[23]
ΘΗΕ, τόμ. 5 (1964), στ. 446.
[24]
ΘΗΕ, τόμ. 11 (1967), στ. 556.
[25]
Βλ. Νικόδημος Αγιορείτης, «Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του
ενιαυτού», τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 306-308 και περιεχόμενα
σελ. 404.
[26]
ΘΗΕ, τόμ. 8 (1966), στ. 264-265.
[27]
Μάγιεντορφ Ιωάννης, «Η Βυζαντινή κληρονομιά στην Ορθόδοξη
Εκκλησία» (μτφρ. Μόσχος Δημήτρης), Αρμός, Αθήνα 1990, σελ. 302.
[28]
Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της
Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, 2η έκδ., Αθήνα 1960,
σελ. 236.
[29]
Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 867.
[30]
Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', στο ίδιο.
[31]
Άρθρο: «Caesaropapism»,
encyclopedia
Britannica Online. 19 Feb. 2008 (http://www.britannica.com/eb/article-9018527).
[32]
Για όλες τις περιπτώσεις αυτές Βλ. ΘΗΕ, τόμ. 4 (1964), στ. 4-5, και
Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ.
Γ', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 297-298.
[33]
Μαξίμου Ομολογητού, «Εξήγησις της κινήσεως», PG
90,117ΑΒ.
[34]
Bloch Marc, «Απολογία για την ιστορία», Εναλλακτικές
Εκδόσεις, Αθήνα 1994, σελ. 153.
[35]
Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη, «Βυζαντινή ιστορία», τόμ. Α΄,
Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 105-106.
[36]
Τσορμπατζόγλου Γεώργιος, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας.
Συμβολή στη διερεύνηση των αιτίων της εικονομαχίας» (διδακτ.
διατριβή), Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 8.
[37]
Vasiliev Α.Α., «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», τόμ.
Α', Μπεργαδής, Αθήνα 1954, σελ. 312.
[38]
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Το Βυζαντινό Κράτος», τόμ. Β',
Ερμής, Αθήνα 1988, σελ. 71.
[39]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…»,
ό.π., σελ. 6.
[40]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…»,
ό.π., σελ. 12.
[41]
Βλ. Ματσούκας Α. Νίκος, «Θεολογία κτισιολογία εκκλησιολογία κατά
τον Μέγαν Αθανάσιον», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 207-208.
[42]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…»,
ό.π.
[43]
Βλ. Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', ό.π., σελ.
769-770.
[44]
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, «Η Πολιτική Θεωρία των Βυζαντινών»,
Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 25-26.
[45]
Καραγιαννόπουλος, «Η Πολιτική Θεωρία…», ό.π., σελ. 25.
[46]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…»,
ό.π., σελ. 9.
[47]
Καραγιαννόπουλος, «Το Βυζαντινό Κράτος», τόμ. Β', ό.π.
[48]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…», ό.π.,
σελ. 16.
[49]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…», στο
ίδιο.
[50]
Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Οι Βυζαντινοί Πατέρες του Έκτου, Έβδομου και
Όγδοου αιώνα», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 442.
[51]
Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 770.
[52]
Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', στο ίδιο.
[53]
Φλορόφσκυ, «…Πατέρες του Έκτου, Έβδομου και Όγδοου αιώνα»,
ό.π.
[54]
Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη, «Το Πολίτευμα και οι Θεσμοί της
Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (324-1204)», Αθήνα 2004, σελ. 154.
[55]
Φλορόφσκυ, «…Πατέρες του Έκτου, Έβδομου και Όγδοου αιώνα»,
ό.π.
[56]
Χρήστου Παναγιώτης, «Ελληνική Πατρολογία», τόμ. Ε' (ΣΤ'-Θ'
αιώνες), 2η έκδ., Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 307.
[57]
Χρήστου, «…Πατρολογία», τόμ. Ε', ό.π., σελ. 306.
[58]
Χρήστου, «…Πατρολογία», τόμ. Ε', ό.π., σελ. 307.
[59]
Καραγιαννόπουλος, «Το Βυζαντινό Κράτος», τόμ. Β', ό.π., σελ.
71.
[60]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…», ό.π.,
σελ. 143.
[61]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…», ό.π.,
σελ. 132.
[62]
Τσορμπατζόγλου, «Η κοινωνική διάσταση της εικονομαχίας…», ό.π.,
σελ. 143-144.
[63]
Καραγιαννόπουλος, «Το Βυζαντινό Κράτος», τόμ. Β', στο ίδιο.
[64]
Φειδάς, «Εκκλησιαστική Ιστορία…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 773.
[65]
Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ.
Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 377-378.
[66]
Ματσούκας Α. Νίκος, «Θεολογία κτισιολογία εκκλησιολογία κατά τον
Μέγαν Αθανάσιον», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 221-222.
[67]
Θεοδώρου Ανδρέας, «Η Ουσία της Ορθοδοξίας», 2η έκδ.
βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 285-290.
[68]
Η μετάφραση στο: Ware Κάλλιστος, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία», ό.π.,
σελ. 59.
[69]
Ware Κάλλιστος, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία», στο ίδιο.
[70]
Ματσούκας, «Θεολογία κτισιολογία…», ό.π., σελ. 207-216.
Κυριακή της Ορθοδοξίας ( Α΄ Νηστειών) - H Αναστήλωση των Αγίων Εικόνων και η Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα. from ΠΑΖΛ ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Προσοχή
Προσοχή
Για ανάγνωση επιλέγεις ¨ ΠΛΗΡΗΣ ΟΘΟΝΗ¨ και το διαβάζεις τόσο άνετα, σαν να είναι σε μορφή pdf.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου